Εκδηλώσεις Μνήμης για τη 73η επέτειο της Μάχης της Φλώρινας (φωτογραφίες & βίντεο)

Με κεντρικό ομιλητή τον πρόεδρο του παραρτήματος Φλώρινας, Ταξίαρχο ε.α. Ιωάννη Ντάτο, πραγματοποιήθηκε το απόγευμα του Σαββάτου  η κεντρική εκδήλωση της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού για τη συμπλήρωση 73 χρόνων από τη Μάχη της Φλώρινας.

Την εκδήλωση χαιρέτησε ο πρόεδρος της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού, Αντιστράτηγος ε.α. Σταύρος Κουτρής, καθώς και ο Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας κ. Θεόκλητος. Ακολούθησε  ομιλία του Προέδρου της ΕΑΑΣ Φλώρινας και στη συνέχεια δόθηκαν αναμνηστικά στον Μητροπολίτη τον Αντιπεριφερειάρχη, τον Δήμαρχο τον Πρόεδρο της Τοπικής Κοινότητας Φλώρινας και τον Πρόεδρο της Κοινότητας Πρώτης από τον Πρόεδρο της ΕΑΑΣ Αθηνών.

Την Κυριακή 13 Φεβρουαρίου μετά τη Θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου εψάλει δοξολογία και στη συνέχεια στο Στρατιωτικό νεκροταφείο πραγματοποιήθηκε επιμνημόσυνος δέηση, Προσκλητήριο πεσόντων κατάθεση στεφάνων. Για πολλοστή φορά παρόν και ο αιωνόβιος μαχητής της μάχης της Φλώρινας στρατηγός Κων/νος Κόρκας

Οι εκδηλώσεις μνήμης έκλεισαν με επιμνημόσυνο δέηση ,  προσκλητήριο πεσόντων και κατάθεση στεφάνων  στο μνημείο της πλατείας, της Κοινότητας Πρώτης.



 

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ 73η ΕΠΕΤΕΙΟ

ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ (12-2-1949)

Είμαι ο Ταξίαρχος εα Ντάτος Ιωάννης και εκ μέρους του παρατήματος Φλώρινας της ΕΑΑΣ, σας καλωσορίζω όλους στην αποψινή μας εκδήλωση μνήμης και τιμής στους γενναίους υπερασπιστές της πόλης, στην αποψινή μας σύντομη ιστορική αναδρομή στα όσα συνέβησαν τις ζοφερές εκείνες ημέρες του Φεβρουαρίου του 1949, τότε που σύσσωμο το έθνος, ανέπνεε στο ρυθμό των όπλων και της καρδιάς των στρατιωτών που τα κρατούσαν.

Επιτρέψτε μου οι Φλωρινιώτες, πριν αρχίσω, να καλωσορίσω τους αγαπητούς συναδέλφους και φίλους που είναι σήμερα μαζί μας, ερχόμενοι από την Αθήνα και άλλα μέρη της Πατρίδας:

τον στρατηγό Κουτρή Σταύρο, πρόεδρο της ΕΑΑΣ

τον στρατηγό Δεβούρο Ιωάννη, αντιπρόεδρο

τον στρατηγό Κόρκα Κωνσταντίνο, ζωντανό θρύλο των ειδικών δυνάμεων και πολεμιστή στη μάχη της Φλώρινας

και του λοιπούς αγαπητούς συναδέλφους και φίλους, που έκαναν πολύωρο μακρινό ταξίδι (εν μέσω μάλιστα υγειονομικής κρίσης) για την σημερινή και  αυριανή μας εκδήλωση.

 

Σας καλωσορίζουμε λοιπόν όλους στην όμορφη Φλώρινα, των επάλξεων και των αγώνων του έθνους,

στη πόλη της πλούσιας ιστορίας και προσφοράς, για την ελευθερία και την δημοκρατία,

στη Λυγκιστίδα της Άνω Μακεδονίας του κραταιού κράτους του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου,

στη Φλώρινα των τόσων επώνυμων και ανώνυμων μακεδονομάχων, που βρίσκεται λίγα μόλις χιλιόμετρα νότια της βυζαντινής-ελληνικής πόλης του Μοναστηρίου, το λίκνο του μακεδονικού ελληνισμού και ανεκπλήρωτος πόθος της περιόδου των βαλκανικών πολέμων,

σε μια πόλη του πνεύματος, των τεχνών και των καλλιτεχνών, του πολιτισμού και της παράδοσης,

σε μία περιοχή απίστευτου φυσικού κάλους, με ψηλά χιονισμένα βουνά, πυκνά παρθένα δάση, πολλές λίμνες και πλούσια άγρια πανίδα.

Η πόλη έζησε πολλά πολλά χρόνια με τον στρατό (με πολύ μάλιστα στρατό) και οι κάτοικοί της έχουν μόνο καλές αναμνήσεις από την συμβίωση αυτή.

Στη Φλώρινα μέχρι πριν λίγα χρόνια είχε την έδρα της η 9η Ταξιαρχία Πεζικού (άλλοτε 9η Μεραρχία) και σήμερα το ιστορικό 1ο Σύνταγμα Πεζικού

……………………………………………………………………………..

Η οικογένεια των ελλήνων αξιωματικών, συνεχίζει αδιάλειπτα να τιμά τους ποικίλους, σκληρούς και πολυμέτωπους αγώνες των Ελλήνων, για την ελευθερία, τη δημοκρατία, την εθνική μας ολοκλήρωση, και την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας,

να θυμίζει στους παλιούς αλλά και να διδάσκει στους νεότερους,

να μνημονεύει τους αγωνισθέντες και να προσεύχεται υπέρ της αναπαύσεων των ψυχών των πεσόντων,

που χάρη σ αυτούς, η Πατρίδα μας είναι σήμερα αυτή που είναι και οπωσδήποτε όχι χειρότερη.

 

Σήμερα λοιπόν και κυρίως αύριο, συνεχίζουμε μία εκδήλωση που αποτελεί απόδοση φόρου τιμής και ως τέτοια είχε κάποτε άλλη επισημότητα και συμμετοχή.

 

Μια σελίδα δόξας στην ιστορία του Έθνους μας, αποτελεί η μάχη που διεξήχθη σε αυτά εδώ τα μέρη, κατά τον τελευταίο χρόνο της τραγικής εκείνης περιόδου του ελληνισμού, όταν στο πλαίσιο της ξενοκίνητης ανταρσίας, επιχειρήθηκε εδώ … ο εδαφικός ακρωτηριασμός της πατρίδας.

 

Λένε, πως νικητές και ηττημένοι έχουν επιλεκτική μνήμη, προκειμένου να θυμούνται και να παρουσιάζουν τα πράγματα όπως τους βολεύει, αποποιούμενοι κάθε ευθύνης και αποδίδοντας το φταίξιμο στους άλλους.

Δεν ήμαστε αυτής της λογικής και δεν είναι πρόθεσή μας σήμερα να ξύσουμε πληγές ή να ξυπνήσουμε τα πολιτικά πάθη του παρελθόντος.

Γι αυτό, στην ιστορική αναδρομή που θα επιχειρήσω, θα αναφερθώ μόνο σε πραγματικά κυρίως στρατιωτικά γεγονότα, ακριβώς έτσι όπως σχεδιάστηκαν και διαδραματίστηκαν εκείνες τις ημέρες στη περιοχή.

……………………………………………………………………………..

Βρισκόμαστε λοιπόν χρονολογικά στο τέταρτο έτος του  λεγόμενου «εμφυλίου πολέμου», ενός πολέμου γνωστού σε όλους μας για τις αγριότητες, τις τεράστιες οικονομικές και υλικές καταστροφές, τις βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών και τους ποταμούς αίματος που χύθηκαν.

 

Στις 30-31 Ιανουαρίου του 1949, συνήλθε στο Γράμμο η 5η Ολομέλεια του ΚΚΕ.

 

Τότε, μεταξύ των αποφάσεων που λήφθηκαν, όπως αυτής του ανασχηματισμού του λεγόμενου ΔΣ τους, της απομάκρυνσης του Μάρκου Βαφειάδη και της τοποθέτησης στη θέση του, ως αντιστρατήγου, του Γούσια (Γεωργίου Βοντίτσου), λήφθηκε και η απόφαση της «πλήρους εθνικής αποκατάστασης των σλαβομακεδόνων», που αποτελούσε σημαντικό ξεκάθαρο βήμα στη κατεύθυνση της υλοποίησης του παλιού κομμουνιστικού σχεδίου της απόσχισης της Μακεδονίας από τον εθνικό κορμό.

 

Ήταν ένα σχέδιο που γεννήθηκε μεν από την Κομουνιστική Διεθνή στις αρχές της δεκαετίας του 1920, αλλά έχει τις ρίζες του πολύ παλαιότερα, πριν ακόμη και από την συνθήκη του Αγίου Στεφάνου του 1878.

Ενός σχεδίου, που μετά από κάποια αρχική διστακτικότητα, υιοθετήθηκε και υποστηρίχθηκε τότε από το ΚΚΕ και τον νεοαφιχθέντα στην Ελλάδα, Νίκο Ζαχαριάδη.

Ενός σχεδίου που τέθηκε στο περιθώριο λίγο πριν την έναρξη του Β΄ΠΠ και επανήλθε στο προσκήνιο την τραγική αυτή περίοδο, από τον ίδιο (τον Νίκο Ζαχαριάδη).

 

Η παραπάνω απόφαση τους, υπηρετούσε και την προσπάθεια συγκράτησης των σλαβόφωνων που ήταν ενταγμένοι στους κόλπους των δυνάμεών τους, οι οποίοι το τελευταίο διάστημα τους εγκατέλειπαν, διαρρέοντας προς τα γειτονικά κράτη και κυρίως την Γιουγκοσλαβία του Τίτο.

 

Ως μόνιμη έδρα των έως τότε, ανά τα δάση και τα όρη περιφερόμενων αρχηγών τους και μελλοντική πρωτεύουσα του επιδιωκόμενου κράτους τους, επιλέχτηκε η Φλώρινα, πόλη οικοδομημένη λίγα μόνο χιλιόμετρα από της θέσεις τους και τα Ε/Α και Ε/Γ σύνορα (που διέθετε και αεροδρόμιο).

 

Για πολλούς λόγους λοιπόν, η κατάληψή της Φλώρινας είχε τεράστια πολιτική και στρατιωτική σημασία και οι συνέπειες της θα ήταν ανάλογες και για τους επιτιθέμενους «αντάρτες», αλλά και για την Πατρίδα μας (ανάλογα βέβαια με το ποιος θα ήταν ο νικητής).

 

Έτσι, η μάχη που διεξήχθη εδώ, θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί ως μάχη ζωής και θανάτου και για τις δύο πλευρές.

 

Πέρα από τον υψηλό συμβολισμό και τις πολιτικές συνέπιες της ενδεχόμενης επιτυχίας τους, οι «αντάρτες» θα αποκόμιζαν πολύ σημαντικά πρακτικά οφέλη για το στρατό τους, ενώ αντίθετες θα ήταν οι συνέπειες για την εθνική πλευρά.

 

Όπως πχ

 

Με την κατάληψη της πόλεως και των πέριξ αυτής χωριών, θα επιλύονταν ένα φλέγον πρόβλημα του στρατού τους που ήταν η λειψανδρία, πέρα βέβαια από τα τρόφιμα, τον οπλισμό και τα πολεμοφόδια που θα εξασφάλιζαν.

Προφανώς και ήλπιζαν στην αυθόρμητη προσέλευση των όποιων ομοϊδεατών τους, αλλά και των σλαβόφωνων πληθυσμών της περιοχής.

 

Όμως πέρα από ανθρώπινο δυναμικό που και δια της βίας θα στρατολογούσαν, ήταν αναμενόμενο πως θα τιμωρούσαν και θα αφάνιζαν τα ηρωικότερα τέκνα της πόλης και της γύρω περιοχής. Υπήρχαν μάλιστα ήδη καταγεγραμμένα τα στοιχεία πολλών κατοίκων χαρακτηρισμένων ως «προδοτών», για τους οποίους υπήρχε σχέδιο σύλληψης και μεταφοράς τους στο βουνό, είτε προς ομηρεία είτε προς θανάτωση.

 

Η ήττα του εθνικού στρατού, θα οδηγούσε ίσως στην απόσυρσή του από την περιοχή, που σε συνδυασμό με την αναμενόμενη ενίσχυση των νικητών με δυνάμεις, θα είχε ως συνέπεια να επιχειρηθεί αυτή (η περιοχή) να αποκοπεί στρατιωτικά από την υπόλοιπη Ελλάδα.

 

Τέλος, θα κλονίζονταν το ηθικό των ανδρών των εθνικών δυνάμεων, αλλά και η εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού στον εθνικό στρατό και ιδιαίτερα στο πρόσωπο του Αρχιστρατήγου Αλέξανδρου Παπάγου, που μόλις πριν λίγες ημέρες είχε αναλάβει την διεύθυνση του αγώνα.

……………………………………………………………………………..

Για τους «αντάρτες» δεν ήταν η πρώτη φορά που επιχειρούσαν εναντίον της πόλης.

Τον Μάιο του 1947 κατάφεραν να διεισδύσουν σ αυτή, να πυρπολήσουν οικίες και να φονεύσουν άνδρες και γυναίκες προσφυγικής κυρίως καταγωγής.

Ενώ την 15η Ιανουαρίου 1949 επιτέθηκαν πάλι κατά της Φλώρινας, προφανώς αναγνωριστικά.

 

Η τρίτη και τελευταία επιχείρηση εναντίον της πόλεως, λίγο μόνο δύναται να συγκριθεί με τις προηγούμενες, διότι ο όγκος των επιτιθέμενων δυνάμεων ήταν πρωτοφανής και η σχεδίασή της πολυήμερη.

 

Το τελικό τους σχέδιο έμοιαζε με το ήδη υπάρχον του Αυγούστου του 1948 (από τότε είχε καταρτισθεί σχέδιο εναντίον της), με κάποιες βελτιώσεις ως προς τον αριθμό των δυνάμεων και τον γενικό ελιγμό.

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως ήταν η πρώτη μεγάλη τους επιχείρηση, όπου θα επιχειρούσαν να ενεργήσουν ως τακτικός στρατός.

……………………………………………………………………………..

Έχοντας λοιπόν αναλύσει εκτενώς το πλάνο της επίθεσης και εξασκηθεί τις προηγούμενες ημέρες και νύχτες σε ασκήσεις μάχης με πραγματικά πυρά, διαθέτοντας πλούσιο εφοδιασμό κι αυξημένο ηθικό κατόπιν των προσφάτων επιτυχιών τους αλλά και ενθέρμων ομιλιών, οι εχθρικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν στους χώρους εξορμήσεως τους (βόρεια και νότια της βίγλας Πισοδερίου).

 

Η καθυστερημένη όμως άφιξη μέρους των δυνάμεων τους, λόγω των καιρικών συνθηκών και του μεγάλου αριθμού αυτών, επέφερε την αναβολή της επίθεσης επί μία ημέρα, γεγονός που δεν έγινε γνωστό στα τμήματα του Καϊμακτσαλάν, που είχαν εντολή να αποκόψουν τη διάβαση Κλειδίου, ώστε να απομονωθεί το οροπέδιο της Φλώρινας.

 

Προσελήφθη λοιπόν ορθά από τους υπερασπιστές της πόλης, ότι η κρούση στο Κλειδί την Ν 10/11 Φεβρουαρίου, αποτελούσε προκαταρκτική ενέργεια σοβαρότερης επίθεσης.

 

Τις επιτιθέμενες κατά της πόλεως εχθρικές δυνάμεις, που συνολικά αριθμούσαν περί τους 7.000 μαχητές, αποτελούσαν:

 

Οι 18 και 107 Ταξιαρχίες αριστερά (βόρεια) όπου και η ΚΠ τους.

Η 14 Ταξιαρχία στο κέντρο.

Και η 103 Ταξιαρχία δεξιά (νότια).

 

Η 107 Ταξιαρχία, είχε αποστολή την κατάληψη των υψωμάτων που έφταναν ως στο βόρειο πλευρό της πόλης ή όπου αυτό ήταν αδύνατο, την αγκίστρωση των εκεί εθνικών δυνάμεων, όπως και όσων βρίσκονταν στη περιοχή των χωριού Πρώτης και βορειότερα, ώστε να επιτευχθεί η αποκοπή της πόλεως από βορρά.

 

Η 18 Ταξιαρχία, θα εκμεταλλεύονταν τις επιτυχίες της 107 Ταξιαρχίας και θα συνέχιζε την επίθεσή της προς κατάληψη του στρατώνα και της πόλεως, επιχειρώντας από βορρά.

 

Η 14 Ταξιαρχία, θα κινούνταν στον πεδινό διάδρομο Αλώνων-Φλώρινας και θα εισέρχονταν στη πόλη από δυτικά.

 

Η 103 Ταξιαρχία, θα καταλάμβανε διαδοχικά τα υψώματα που οδηγούσαν στο νότιο άκρο της πόλης, θα αγκίστρωνε τις εθνικές δυνάμεις που βρίσκονταν νότια αυτών και θα την απέκοπτε από εκείνη την κατεύθυνση.

 

Τέλος, από την περιοχή της Δροσοπηγής θα επιχειρούσε η 108 Ταξιαρχία, η οποία θα υπερφαλάγγιζε τις εθνικές δυνάμεις της περιοχής, και θα έφτανε μέχρι την πόλη.

Αλλά και όπου αλλού υπήρχαν εθνικές δυνάμεις, θα εκτελούνταν επιθέσεις, ώστε αυτές να είναι απασχολημένες και να μην μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν σε άλλο σημείο.

 

Στην Φλώρινα έδρευε το Στρατηγείο της ΙΙ Μεραρχίας, η οποία είχε μεγάλο τομέα ευθύνης που εκτείνονταν από την Πτολεμαΐδα στο νότο μέχρι τα Ε/Γ σύνορα στο βορά και το Καιματσαλάν στα ανατολικά.

 

Την πόλη τα Φλώρινας προστάτευε η 3η ορεινή Ταξιαρχία (το στρατηγείο της οποίας βρίσκονταν ακριβώς στο σημείο που βρισκόμαστε τώρα) με ένα Τάγμα της (503 ΤΠ) να καλύπτει όλο τον πεδινό διάδρομο και τα υψώματα στα δυτικά και κυρίως στα ΒΔ της πόλης, ένα Τάγμα (502 ΤΠ) στα βόρεια, στα Ε/Γ σύνορα και στα υψώματα των εκεί ακριτικών χωριών, ενώ το τρίτο της Τάγμα (501 ΤΠ) αποτελούσε εφεδρεία της Μεραρχίας στο χωριό Τροπαιούχος.

 

Τα υψώματα του χωριού Σκοπιά και νοτιότερα μέχρι το υψ. Βίτσι και τα όρια της Χ Μεραρχίας που ενεργούσε στη περιοχή Καστοριάς, κάλυπταν τα τρία Τάγματα της 21  Ταξιαρχίας.

 

Στην ευρύτερη περιοχή Βεύης-Λοφων, βρίσκονταν οι μονάδες της 22 Ταξιαρχίας, οι οποίες κάλυπταν την διάβαση Κλειδίου και την πλευρά του Καϊμακτσαλάν.

Η ίδια Ταξιαρχία είχε αναπτύξει δυνάμεις της στη περιοχή του Αμυνταίου και της Πτολεμαΐδας.

 

Τέλος στο βόρειο άκρο της πόλης είχε την έδρα του ο 14 ανεξάρτητος ΛΟΚ, ως τοπική εφεδρεία της Μεραρχίας.

 

Μαζί με τις παραπάνω δυνάμεις, οι χωροφύλακες, οι εθνοφύλακες, οι μάυδες, αλλά και οι πρόσκοποι, οι άλκιμοι, οι οδηγοί, οι γιατροί και οι νοσοκόμες, οι άνδρες και οι γυναίκες, οι νέοι και νέες … γαντζώθηκαν με νύχια και με δόντια στα ιστορικά αυτά χώματα, τα ποτισμένα με αίμα και ιδρώτα, έσφιξαν στο στήθος τους τον Σταυρό και περίμεναν … αποφασισμένοι να δώσουν τον υπέρ πάντων αγώνα.

Είχαν μαζί τους Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους τους και ένοιωθαν σίγουροι για την νίκη.

 

Έτσι, το στοιχείο του αιφνιδιασμού χάθηκε για τους επιτιθέμενους.

 

Και όχι μόνο αυτό, οι αμυνόμενοι σε κάποιες περιπτώσεις επέτρεψαν την προσέγγιση των συμμοριτών προκειμένου να αποκαλυφθεί το σχέδιο της επίθεσής και ο όγκος των δυνάμεως τους, αλλά και να επιτευχθεί η παγίδευση τους.

Αναφέρει ο στρατηγός Κόρκας Κ, που ως λοχαγός τότε έλαβε μέρος στη μάχη ως επιτελής επιχειρήσεων της 3ης Ταξιαρχίας, «είχαμε πει στις ενέδρες που είχαμε βγάλει μπροστά στο διάδρομο (που από Άλωνα οδηγούσε στη Φλώρινα) «θα βλέπετε αλλά δεν θα ντουφεκάτε».

Έτσι από πολύ νωρίς οι ενέδρες ανέφεραν την προσέγγιση των «ανταρτών», ενώ κατά την οπισθοχώρησή τους, προξένησαν σ αυτούς σοβαρότατες απώλειες.

…………………………………………………………………………….

Η επίθεση εκδηλώθηκε δια πυρών, ταυτόχρονα σε όλο το μέτωπο, στις 3:30΄ της 12ης Φεβρουαρίου.

 

Οι επιτιθέμενοι κατέλαβαν διαδοχικά τα δεσπόζοντα υψώματα βόρεια και νότια της πόλεως, εκεί όπου βρίσκονταν μικρά στρατιωτικά τμήματα, ενώ αγκίστρωσαν στις θέσεις τους τα μεγαλύτερα.

 

Βασιζόμενοι στον όγκο των δυνάμεων τους, παρέκαμψαν τις ισχυρές εθνικές αντιστάσεις και επιχείρησαν να φτάσουν νύχτα ακόμη μέχρι τα δύο υψώματα που από βορρά και νότο δέσποζαν της πόλεως.

 

Έτσι, πριν ακόμα ξημερώσει κατέλαβαν το υψ. Γκιούπκα (στα αριστερά-νότια της πόλεως), εκεί που σήμερα υψώνεται ο Σταυρός.

 

Στα βόρεια όμως, το ύψωμα 1033, το κλειδί της τοποθεσίας, παρά τις αλλεπάλληλες και λυσσαλέες επιθέσεις τους, δεν έπεφτε.

Η διμοιρία του 22 χρονου Ανθυπολοχαγού Καστρισιαννάκη Χαράλαμπου, αμύνονταν ηρωικά.

 

Αλλά και άλλα τμήματα που επρόκειτο να διεισδύσουν μέχρι το πρωί στη πόλη, συνάντησαν ανυπέρβλητες δυσκολίες.

 

Η 14 Ταξιαρχία τους, η οποία πλησίαζε από τα δυτικά (από τα Άλωνα), εβλήθη σε επισημασμένο πέρασμα από το πυροβολικό, με αποτέλεσμα να υποστεί βαρείες απώλειες, μεταξύ των οποίων και ο αρχηγός της (Ελευθέριος Λαζαρίδης ή καπετάν Λευτεριάς), η συνοχή της διασπάστηκε και οι προπορευόμενοι σχηματισμοί της παγιδεύτηκαν και εξοντώθηκαν ή αιχμαλωτίσθηκαν. Έτσι οι εναπομείναντες, υποχώρησαν εγκαταλείποντας το πεδίο της μάχης, πριν ακόμα ξημερώσει.

 

Ενώ η 18 Ταξιαρχία τους, που θα ενεργούσε από το βορρά προς την Φλώρινα, καθηλώθηκε εξ αιτίας πυκνών πυρών, στα υψώματα γύρω από το χωριό Πρώτη.

Στην εξέλιξη της όλης επιχείρησης αποδείχτηκε πως ο φανατισμός και η τόλμη των νεαρών κατά το πλείστο «ανταρτών», δεν έφθανε για να καταβληθούν εύκολα τα ισχυρά πολυβολεία της περιοχής και οι προσεκτικά μελετημένες εστίες αντίστασης.

 

Είχαν υποτιμήσει τις ικανότητες των ανδρών του εθνικού στρατού, το σύνολο των οποίων είχε αποκτήσει πλούσιες εμπειρίες μαχών τα προηγούμενα έτη.

 

Εξεπλάγησαν από την μεγάλη συμμετοχή και αντίσταση του εκδήλωσαν οι κάτοικοι των χωριών και της πόλης.

 

Δεν υπολόγισαν του Αρχαγγέλους Ταξιάρχες, που μάχονταν και αυτοί, ώστε να μην υποχωρήσει η ορθοδοξία και να μην βεβηλωθούν τα ιερά της σύμβολα.

 

Όμως το ξημέρωμα, περί την 07:30 ώρα, το υψ. 1033 μετά από πολύωρο αγώνα, έπεσε.

Η διμοιρία του Ανθυπολοχαγού Καστρισιαννάκη Χαράλαμπου χάθηκε και ο ίδιος κατακρεουργήθηκε.

 

Λέει ο Αθηναίος Περικλής στον γνωστό Επιτάφιο λόγο του, για τους πεσόντες Αθηναίους του Πελοποννησιακού πολέμου, τα παρακάτω λόγια που απόλυτα ταιριάζουν στους πεσόντες στο υψ. 1033, μεταξύ των οποίων και ο παραπάνω Ανθυπολοχαγός.

 

…και μέσα στη μάχη, θεώρησαν προτιμότερο να αντισταθούν και να βρουν τον θάνατο, παρά να σωθούν τρεπόμενοι σε φυγή, έτσι υπέβαλαν τα σώματά τους σε όλα τα δεινά της μάχης, αλλά  απέφυγαν την αισχρή φήμη της δειλίας

και σε μια κρίσιμη στιγμή, που ήταν στο ύψος της δόξας μάλλον, παρά του τρόμου, βρήκαν τον ένδοξο θάνατο.

αλλά του ενδόξου αυτού θανάτου επέρχεται ο έπαινος, ο οποίος δεν γερνάει ποτέ

και ο πιο επίσημος τάφος που είναι ποτέ δυνατόν να αποκτήσει ο άνθρωπος

και η δόξα, που μνημονεύεται αιωνίως σε κάθε ευκαιρία, είτε δια λόγου είτε δια έργου.

 

Έπεσε λοιπόν το ύψωμα 1033 και η πόλη κινδύνευε.

 

Μια άμεση αντεπίθεση ενός λόχου έγκαιρα προσανατολισμένου πέτυχε μεν, αλλά πολύ γρήγορα οι «αντάρτες» το ανακατέλαβαν.

Εκτοξεύεται νέα αντεπίθεση από διλοχία του 501 ΤΠ υπό τον διοικητή του Τάγματος, με επιτυχία, όμως και πάλι το ύψωμα καταλαμβάνεται από αυτούς.

Η ώρα είναι περίπου 09:30 και ο θρυλικός «παππούς» ο μέραρχος της ΙΙας Μεραρχίας, απαιτεί: «θέλω το 1033»

 

Η νέα αντεπίθεση εκδηλώνεται αρχικά από τον 14 ΛΟΚ.

Την 10:30 ώρα το υψ. 1033 ανακαταλαμβάνεται και πάλι, χωρίς ποτέ μετά να χαθεί.

 

Η τύχη της πόλεως είχε κριθεί.

 

Την επιτυχία αυτή ακολούθησε η αντεπίθεση δυνάμεων  της 22 Ταξιαρχίας (διλοχίες των 507 και 509 ΤΠ) οι οποίες έφτασαν από την περιοχή Βεύης-Λόφων και περί την 11:00 ώρα άρχισαν να ανεβαίνουν στα υψώματα ΒΔ της πόλεως, να τα ανακαταλαμβάνουν και να εκκαθαρίζουν την περιοχή από τα εναπομείναντα εχθρικά τμήματα.

 

Στον ίδιο χρόνο περίπου, λόχος του 501 ΤΠ (που αρχικά βρίσκονταν στον Τροπαιούχα) και διλοχία του 508 ΤΠ, υπό τον υποδιοικητή του 501 ΤΠ, ενεργώντας στα αριστερά, ανακαταλάμβανε σταδιακά τα υψώματα που βρίσκονται νότια της πόλεως, προωθούμενο δυτικότερα.

 

Η πλάστιγγα της νίκης, έγειρε πια οριστικά προς την πλευρά του Έθνους.

 

Οι εφεδρείες που κατέφθασαν αργότερα και από άλλους σχηματισμούς, επιτιθέμενες τις επόμενες ώρες και ημέρες, ανάγκασαν τους «αντάρτες» να εγκαταλείψουν κάθε καταληφθέν από αυτούς ύψωμα.

Επιβεβαρυμμένοι με εκατοντάδες τραυματίες κι έχοντας εγκαταλείψει γύρω από την πόλη, πολλές εκατοντάδες νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους, υποχώρησαν. Η ήττα τους υπήρξε συντριπτική.

 

Οι επιθυμίες των ηγετών τους για τη δημιουργία «τακτικού λαϊκοεπαναστατικού στρατού» και σλαβομακεδονικής εθνικής εστίας, είχαν ανεξίτηλα αποχρωματιστεί.

Το αποτέλεσμα της μάχης αυτής, σηματοδότησε την αρχή του τέλους της ξενοκίνητης κομουνιστικής ανταρσίας που προξένησε τόσα μεγάλα, τραγικά δεινά στη πατρίδα.

 

Οι εθνικές δυνάμεις αναλάμβαναν πια την πρωτοβουλία των ενεργειών, μέχρι την μεγάλη τελική εξόρμηση του Αυγούστου που έβαλε το οριστικό τέλος σ αυτή την εθνική συμφορά.

 

Στη μάχη της Φλώρινας οι εθνικές δυνάμεις είχαν περί τους 80 νεκρούς και αγνοούμενους και 284 τραυματίες.

 

Περίπου 700-800 νεκροί των επιτιθεμένων «ανταρτών», ενταφιάσθηκαν ομαδικά σε χώρο στα νότια λίγο έξω από την πόλη, ενώ άλλοι 350 ήταν οι συλληφθέντες και παραδοθέντες.

 

Ο απολογισμός των ανθρώπινων απωλειών, καθ’ όλη τη διάρκεια της τριετούς αυτής σύγκρουσης, υπήρξε τραγικός.

 

Χιλιάδες ήταν οι νεκροί, οι αγνοούμενοι, οι τραυματίες και από τις δύο πλευρές, αλλά και χιλιάδες οι απώλειες των αθώων αμάχων.

 

Περισσότερα από 57.000 άτομα βρέθηκαν στην εξορία, εγκαθιστάμενα σε διάφορες χώρες της βαλκανικής, της ανατολικής Ευρώπης και της Ασίας, μεταξύ των οποίων και χιλιάδες μικρά παιδιά … αθώα θύματα αυτής της προδοτικής κατά του Έθνους μας στάσης, της αλαζονείας, του κομματισμού φανατισμού, του τυχοδιωκτισμού και ίσως της τρέλας, όσων προκάλεσαν και ακολούθως υποστήριξαν μέχρι τέλους, τα όσα τραγικά συνέβησαν.

 

Η απογραφή του 1951 εμφάνισε μείωση του πληθυσμού σε όλους του νομούς όπου διεξήχθησαν μάχες.

Ειδικά στο νομό Φλώρινας η μείωση αυτή έφτανε σχεδόν στο ¼ του πληθυσμού του, που κατά τα την επόμενη δεκαετία αυξήθηκε και άλλο, λόγω της μετανάστευσης.

……………………………………………………………………………..

Νομίζω πως είμαστε όλοι μας πια, υπέρ της εθνικής συμφιλίωσης και τη ειρηνικής μας συμβίωσης.

 

Μα … αν κάποιοι επιμένουν να υποστηρίζουν πως πρέπει για τον λόγο αυτό να ξεχάσουμε….

πως μπορούμε να διαγράψουμε τα όσα συνέβησαν τότε σε τούτα εδώ τα μέρη;

πως μπορούμε να πάψουμε να αποτίουμε την οφειλόμενη τιμή σε όλους αυτούς τους αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες που τήρησαν τους όρκους τους, τίμησαν τα ιερά τους όπλα και αγωνίσθηκαν, για τα διαχρονικά υψηλά ιδανικά της φυλής, την εθνική μας αξιοπρέπεια και την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας, προσφέροντας πολλοί εξ αυτών ακόμη και την ζωή τους, κάποιοι με ιδιαίτερα τραγικό τρόπο.

 

Ιδιαίτερη βέβαια οφείλεται τιμή, και στον ηρωικό και γενναίο λαό της πόλεως, του χωριού Πρώτη και των λοιπών χωριών της περιοχής, που είτε με τα όπλα στα χέρια είτε χωρίς, προσέφεραν στον εθνικό αυτό αγώνα και έγραψαν σελίδες υπερηφάνειας και δόξας, στην ιστορία της μικρής τους κοινωνίας.

 

Έλαμψαν εκείνες τις ημέρες, ο ηρωισμός και οι αρετές της φιλοπατρίας και της αυταπάρνησης, και επιβεβαιώθηκε για μία ακόμη φορά (όπως πολλές φορές άλλωστε στο διάβα της ιστορίας του έθνους μας), πως η μεγαλοσύνη του λαού μας …μετριέται με της καρδιάς το πύρωμα και με το αίμα.

 

Οι πεσόντες εκείνης της περιόδου κατατάχθηκαν επάξια στο Πάνθεο των Αθανάτων Ελλήνων Ηρώων, και το καντήλι της μνήμης και της προσευχής, καίει άσβεστο στην ακριτική Φλώρινα, στους χώρους της θυσίας και της ανάπαυσης τους.

 

Σ αυτούς τους ήρωες, νεκρούς αλλά και ζώντες, εκφράζουμε σήμερα και αύριο και συνεχίζουμε να εκφράζουμε πάντα, την απεριόριστη ευγνωμοσύνη και τον θαυμασμό μας.

…………………………………………………………………………….

Αγαπητοί συνάδελφοι και φίλοι που ήρθατε σήμερα από άλλα μέρη της Πατρίδας…. μην ανησυχείτε …

εμείς που ζούμε εδώ το νοιώθουμε καθημερινά, αλλά ιδιαίτερα κατά τις ημέρες αυτές.

 

Οι ψυχές των πεσόντων, περιφέρονται και θα περιφέρονται για πάντα, σε τούτα εδώ τα μέρη.

 

Προστέθηκαν στους διαχρονικούς φύλακες της ελληνικής αυτής γης.

 

και αν μάλιστα κάποιος σταθεί στην ησυχία της φλωρινιώτικης υπαίθρου, ιδιαίτερα κατά την διάρκεια της αποψινής νύκτας και αφουγκραστεί … με ευκολία θα ακούσει … πέρα απ το κροτάλισμα των πολυβόλων και τις εκρήξεις των βλημάτων, τις πολεμικές ιαχές των μαχόμενων στρατιωτών μας

και μεταξύ αυτών, τον γνωστό ύμνο, που πάντα παιανίζεται σε κάθε Εθνική μας εορτή,

 

πως … αυτή την μακεδονική γη … ποτέ δεν θα την πατήσει ο βάρβαρος … ο εχθρός δεν θα την πάρει.