EΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΛΗΨΙΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
A΄. Εὐλογητὸς ὁ Θεός! …(Δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ πλάσις τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸν Παράδεισο. Πτῶσις-Ἔξοδος ἀπὸ τὸν Παράδεισο-Σχέδιο σωτηρίας). Ὢ πόσο κέρδος μᾶς δημιουργήθηκε ἀπὸ ζημία! Κερδίσαμε οὐρανὸ, χάνοντας παράδεισο. Πέφτοντας χαμηλά, καὶ μὲ τὸ πέσιμο βρεθήκαμε ἀνώτεροι. Πιεσθήκαμε, καὶ στὸν οὐρανὸ ἀνεβήκαμε. Πληγωθήκαμε μέσα στὸν παράδεισο, καὶ ἔξω βρήκαμε ἀπὸ τὸν ίατρό τὴν θεραπεία. Νεκρωθήκαμε ἀπὸ τὸ ξύλο τῆς ζωῆς, ἀλλὰ μὲ τὸ ξύλο τῆς χριστοκτονίας θεραπευθήκαμε. Καὶ ἐνῶ βυθισθήκαμε στὸ λιμάνι, ἐπιζήσαμε στὰ κύματα τῆς θάλασσας.
Β΄. Καταποντιστή, τί κατάφερες μὲ τὸ κακούργημά σου; (Ἐπιγραμματικὴ ἀναφορὰ στὴν πτωτικὴ πορεία μέχρι τὴν Ἐνανθρώπησι τοῦ Κυρίου μας, καὶ τὸ Πάθος του).
Γ΄. Καὶ ἐνῶ κυριαρχοῦνταν ἡ γῆ ἀπὸ τέτοιες συμφορές, καὶ εἶχε μείνει χήρα ἀπὸ κάθε καλὴ ἐλπίδα, καὶ κλαιγόταν γιὰ τὴν κατάντια τῆς φύσεως, βλέπει ξαφνικὰ θέαμα ἀναφαίρετης καὶ ἀνεκλάλητης χαρᾶς. Βλέπει τὸν δεύτερον Ἀδὰμ ἀπὸ τὸν ᾅδη νὰ ἀστράφτη μὲ ἄμετρο φῶς δόξας. Βλέπει νὰ στέλνει μηνύματα ἀθανασίας, καὶ τοὺς μαθητές του νὰ χαροποιῆ καὶ αὐτοὶ νὰ τὸν προσκυνοῦν ὠς Δεσπότη ποὺ φέρεται στὸν ἀέρα πάνω σε νέφος ἀπὸ ὄρος σὲ ὄρος, μὲ δόξα συνοδευόμενον ἀπὸ ἀγγελικὰ τάγματα. Καὶ ἄλλοι προέτρεχαν βιαστικὰ προαναγγέλλοντας στοὺς θυροφύλακες τὴν εἴσοδο τοῦ παμαβσιλέως Χριστοῦ. Καὶ ἄλλοι μὲ φόβο ἑκατέρωθεν παρέτρεχαν. Καὶ ἄλλοι συνόδευαν καὶ μὲ χαρὰ ὑμνολογοῦσαν. Καὶ σὰν νὰ διέσχιζε οὐράνια ἐκκλησία, σὰν ἀέρας διαπέρασε τὸν οὐρανὸ ὁ ποιητής τοῦ οὐρανοῦ, προσκυνούμενος ἀπὸ τὸ κάθε ἕνα τάγμα ἀγγέλων, καὶ τὰ ὑπερέβη ὅλα, ἐνῶ ἦταν ὅρατὸς στοὺς μαθητές του ἀνερχόμενος στοὺς οὐρανούς, ὄχι σὰν στὸν οὐρανό. ἀλλὰ στὸν οὐρανό. Καὶ ὅταν καρφώθηκαν τὰ μάτια τῶν μαθητῶν πρὸς τὸν οὐρανὸ νὰ βλέπουν τὸ σῶμα νὰ ὑψώνεται σιγὰ σιγὰ, ἔτσι καὶ οἱ ἀσώματες οὐράνιες δυνάμεις ἔβλεπαν μὲ δέος τὴν φύσι τοῦ σώματος νὰ τὶς ξεπερνάει μέχρι ποὺ ἔγινε ὑποδεκτὸς στοὺς κόλπους τοῦ Πατρός, αὐτὸς ποὸ ποτέ δὲν χωρίσθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα.
Δ΄. Ἀντὶ πάλι νὰ κλαῖς, ὦ γῆ, ψάλλε τώρα τὸν ὕμνο. Γιὰ ὅποιο θέμα πόνεσες, αὐτὸ μεταφέρθηκε στὸν οὐρανό. Ἡ συγγένεια τῶν δικῶν σου μεταφυτεύθηκε στοὺς οὐρανούς. Ἀναζήτησε στὸν ἀέρα αὐτὸν ποὺ σἠμερα εὐφανίζεται στὸν οὐρανό δεύτερος μπορεῖ τὸ βλέμμα σου νὰ δῆ τὴν εἴσοδο, ἄκουσε τοὺς ἀγγέλους ποὺ ἀναγγέλλουν τὴν ἄνοδο, λέγοντας· Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς ποὺ ἀναλήφθηκε ἀπὸ σᾶς πρὸς τὸν οὐρανό. Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ ὄφελος γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἀναληψι τοῦ Ἰησοῦ, ἐφ’ ὅσον τὰ μάτια δὲν μποροῦν νὰ ἀπολαύσουν τὴν θέα; Ναί λέγει· Διότι αὐτὸς θὰ ξανάρθει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ τὸν εἴδατε νὰ πορεύεται σὰν στὸν οὐρανό. Σίγουρες καὶ βέβαιες εἶναι οἱ ἐλπίδες γιὰ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ἐφ’ ὅσον ἔχουν στὸν ὐρανὸ βασιλέα συγγενή, ὁ ὁποῖος πάλι θὰ φανερωθῆ μὲ δόξα.
Ε΄. Εὐχόμαστε λοιπὸν νὰ ἔχετε σίγουρη τὴν οὐρἀνια ἐλπίδα μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό. Νὰ ἔχωμε θάρρος στὴν ἐγγυημένη εἰρήνη. Νὰ ἐπιτελοῦμε ὅσα ἀγαπάει καὶ θέλει ὁ Θεός. Νὰ εἶναι φανερή ἡ εὐχαριστία γιὰ τὴν σωτηρία μας. Ἀφοῦ μᾶς ἔδειξε τὴν φιλανθρωπία του νὰ τοῦ δείξουμε τὴν ἐπανόρθωσί μας. Ὡς ἀσώματοι πολὶτες ἀπέχομε ἀπὸ σαρκικὲς ἐπιθυμίες. Ὡς ναὸς τοῦ Θεοῦ καὶ μέλη τῆς ἁγἰας ἀνθρωπότητος τελοῦμε τὴν ἁγιωσύνη. Εἰρηνεύομε πρὸς τὸν Θεὸ, ποὺ ἀντὶ γιὰ κόλασι μᾶς χάρισε βασίλεια καὶ διπλασίασε τὴν προφητικὴ φωνή. Διότι προτύτερα ὁ προφήτης φώναζε· «Ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ τῷ Κυρίῳ, τὴν δὲ γῆν ἔδωκεν τοῖς ἀνθρώποις»· Τώρα ὅμως καὶ τὴν γῆ ἐδωσε στοὺς ἀνθρώπους καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ εἶναι τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτὸ λέγει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτου· «Πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χεῖρας». Γιατί; Διότι «Κύριος ὕψιστος φοβερός, βασιλεύς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν». Καὶ πάλιν· «Ἀνέβη ὁ Θεὸς ἐν ἀλαλαγμῷ. Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος». Οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν οἱ ὁποῖες ἔψαλλαν· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος μὲ τριπλῆ δοξολογία, ὁμολογοῦσαν μία κυριότητα.
Σὲ αὐτὸν ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, μαζὶ μὲ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιῶ Πνεῦμα, νὺν καὶ αεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας.
Πρόκλου Ἀρχιεπισκόπου ΚΠόλεως, εἰς τὴν ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν. PG 65,833-837
Αὗται αἱ ἅγιαι ἑπτὰ παρθενο-μάρτυρες ἦσαν ἀπὸ τὴν Ἄγκυ-ραν τῆς Γαλατίας· ὁ δὲ ἅγιος Θε-όδοτος, ἄν καὶ εἶχε γυναῖκα, δὲν ἠμέλει ὅμως διὰ τοῦτο τὴν εὐσέ-βειαν καὶ ἀρετὴν· ἀλλὰ μὲ σχῆμα πραγματείας καὶ πωλήσεως, ἀγο-ράζων σίτον καὶ ζυμόνων ψωμία, πρόσφερε μὲν ἀπὸ αὐτὰ ἀπαρχὰς εἰς τὸν Θεόν, ἐμοίραζε δὲ καὶ εἰς τοὺς πτωχούς· ἐπειδὴ ὁ μιαρός ἄρχων τῆς Ἀγκύρας, Θεότεκνος ὀνόματι, ἐπρόσταζε, τὰ φαγητὰ ὅσα ἐπωλοῦντο εἰς τοὺς χριστια-νούς νὰ εἶναι ῥαντισμένα καὶ με-μολυσμένα ἀπὸ τὰς σπονδάς καὶ θυσίας τῶν εἰδώλων. Ἀλλὰ καὶ τὰς φυλακὰς ἐπισκεπτόμενος ὁ μακάριος, ἐστερέωνε εἰς τὴν πί-στιν τοῦ Χριστοῦ τοὺς εἰς αὐτὰς φυλακισμένους χριστιανούς, καὶ ἔδιδεν εἰς αὐτοὺς τὰ πρὸς ζωο-τροφίαν· μίαν δὲ φορὰν ἐλθών εὶς τὴν φυλακήν, εὕρε τὰς ἀνωτὲρω παρθένους, ἀπὸ τὰς οποίας ἡ μία, ἡ ὀνομαζομένη Τεκοῦσα, ἦτο κα-τά σάρκα θεία τοῦ ἁγίου.
Αὗται ἐφέρθησαν ἔμπροσθεν τοῦ ἄρχοντος, καὶ ἐπειδὴ δὲν θέλησαν νὰ θυσιάσωσιν εἰς τὰ εἲ-δωλα, ἐδόθησαν εἰς τοὺς στρα-τιώτας διὰ νὰ τὰς ἀτιμάσωσι· διεφυλάχθησαν ὅμως ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Χριστοῦ ἀβλαβεῖς καὶ ἀφθοροι. Ἔπειτα ἔδεσαν αὐτὰς μὲ πέτρας καὶ τὰς κατεβύθισαν εἰς τὸ βάθος τῆς ἐκεῖ λίμνης, καὶ οὕτως ἔλαβον αἱ μακάριαι τοὺς στεφάνους τῆς ἀθλήσεως· τὰ δὲ λείψανα αύτῶν λαβόντες τινὲς χριστιανοί, εἷς ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἦτο καὶ ὁ ἅγιος Θεόδοτος, τὰ ἐνταφίασαν ἐντίμως. Ὅθεν δι-αβληθείς ὁ ἅγιος Θεόδοτος, ἐ φανέρωσε μόνος του τὸν ἑαυτόν του εἰς τοὺς ζητοῦντας, καὶ ἐ-πειδὴ ὡμολόγησε εἰς τὸν ἄρχο-ντα Θεότεκνον τὸν Χριστὸν ὅτι εἶναι Θεός, ἐκρεμάσθη ὑψηλὰ καὶ ἐσχίσθη· ἔπειτα ἔχυσαν εἰς τὰ πληγὰς ὀξύδιον καὶ ἅλας, καὶ τελευταῖον ἀποκεφαλίζεται.
Συναξαριστὴς Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου.
ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΥΣ ΙΗΣΟΥίΤΕΣ
Ὁ μακαρίτης Πάπας Φραγκῖσκος προερχόταν ἀπὸ τὸ τάγμα τῶν Ἰησουϊ-τῶν, καὶ μοῦ δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ ἀναφέρω λίγα γι’αὐτὸ τὸ τάγμα.
Ἀπὸ τὸν 17ο αἰῶνα, ποὺ ἄρχισαν νὰ δροῦν στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, ἀποκα-λύφθηκε τὸ πραγματικὸ πρόσωπο τοῦ τάγματος. Γράφει σὲ ἐπιστολή του, τὸ 1610 ὁ αρχηγὸς τῆς δεύτερης ἀποστολῆς, Γάλλος ἱερωμένος Φρανσουά ντε Κανιγιάκ· «Για να μας αισθάνονται κοντά τους οι Έλληνες και οι Αρμένιοι αφήσαμε γενειάδα. Φορέσαμε ράσο χωρίς κολάρο και με μακριά μανίκια, σαν αυτό που φέρουν οι παπάδες». Μόνοι τους ἀποκάλυψαν ὅτι ἀποστολὴ τους ἦταν ἡ περαιτέρω διάδοσις τοῦ ρωμαιοκαθολικοῦ δόγματος ἀνάμεσα στοὺς Ὀρθο-δόξους τῆς ἀνατολῆς ἀσκῶντας ὕπουλα προσηλυτισμό.
Τώρα καταλαβαίνω γιατὶ ὅταν λέμε «Ἰησουΐτης» ἐννοοῦμε τὸν ὑποκριτή. Ρωμαιοκαθολικοὶ ὄντες ὑποκρίνονται τὸν ὀρθόδοξο, γιὰ νὰ πετύχουν τὸν σκοπό τους. Τὸ ἔδειξαν αὐτὸ καὶ κατὰ τὴν τελετὴ τῆς κηδείας τοῦ Πάπα, ὅταν ἐμφανίσθηκαν κληρικοί (ἐπίσκοπος, ἱερεῖς, διάκονοι) ποὺ ἀνέπεμψαν νεκρώσιμη ἀκολουθία. Ὅλοι νόμισαν ὅτι μετέχει ὀρθόδοξος κλῆρος, ἐνῶ ἦταν καθολικοί. Δὲν πρόσεξαν οὔτε τὴν ἐμφάνισί τους, μὲ τὰ πολύχρωμα ἄμφια, καὶ ἀποκάλυψαν τὴν ὑπουλότητά τους, διότι οἱ ὀρθόδοξοι κληρικοὶ κάνουν τὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία «ἐν λευκοῖς» δηλ. φοροῦν λευκὰ ἄμφια.
Ἀπὸ τότε ποὺ ἄρχισαν τὴν δρᾶσι τους στὴν ἀνατολὴ ἔχουν καταφέρει νὰ προσετερισθοῦν πολλοὺς ὀρθοδόξους. Καὶ συνεχίζεται ἡ δρᾶσις τους μέχρι σήμερα. Καὶ ἡ ἀπορία μου, καὶ ἀγωνία μου ἢ ὁ προβληματισμός μου, εἶναι· Γιατὶ συνεχίζεται, μὲ πάθος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας, προσπάθεια γιὰ ἕνωσι τῆς Ἀνατολῆς μὲ τὴν Δύσι, ὅσο συνεχίζεται μὲ ὕπουλο τρόπο, μέ «Δούρειο ἵππο», ἡ ἐξαπάτησις καὶ παγίδευσις ὀρθοδόξων; Μὲ τὴν δραστηριοποίησι τῶν μονῶν Σύρου καὶ Τήνου τὸ 1814 καὶ τὴν ἴδρυσι τῆς Μονῆς Ἀθηνῶν τὸ 1915 συνεχίζεται μέχρι τὶς μέρες μας τὸ ἔργο τους.
Καὶ μὴ μοῦ πεῖτε ὅτι τὸ καθῆκον τους εἶναι ἡ ἱεραποστολή. Ἡ ἱεραποστο-λὴ εἶναι στοιχεῖο τῆς οὐσίας τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἀπευθύνεται σὲ μὴ χριστιανούς, σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἀγνοοῦν τὸν ἀληθινὸ Θεό, δηλ. σὲ ἀλλόθρησκους, σὲ εἰδωλολάτρες.
Ἡ συνταγματικὰ κατοχυρωμένη ἀνεξιθρησκεία στὴν πατρίδα μας προστατεύει τὰ ἐπίσημα θρησκεύματα καὶ ὄχι τὶς σέχτες μὲ τὴν ὕπουλη καὶ παραπλανητικὴ δρᾶσι.
Τελικὰ οἱ Ἰησουΐτες (καὶ Οὐνῖτες) μὲ τὴν τακτική τους ἀκυρώνουν τὴν προσπάθεια γιὰ τὴν ἕνωσι. Ματαιώνουν τὸν κόπο τῶν οἰκουμενιστῶν!
Δείτε ολόκληρο το περιοδικό: