Η επιδίκαση της Βόρειας Ηπείρου στην Αλβανία, σύντομα αποδείχτηκε ιδιαίτερα μη δημοφιλής εντός της χριστιανικής κοινότητας της περιοχής. Οι υποστηρικτές της Ένωσης (δηλαδή της προσάρτησης της περιοχής στο Βασίλειο της Ελλάδας) αισθάνθηκαν προδομένοι από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, καθώς αυτός αρνήθηκε ακόμη να τους στηρίξει στρατιωτικά.
Επιπλέον, η σταδιακή υποχώρηση του ελληνικού στρατού από την περιοχή, θα έδινε τη δυνατότητα στις αλβανικές δυνάμεις να πάρουν υπό τον έλεγχό τους την Βόρεια Ήπειρο. Προκειμένου κάτι τέτοιο να αποφευχθεί, οι Ηπειρώτες που ήταν υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα, αποφάσισαν να εγκαθιδρύσουν δικό τους κράτος και να οργανώσουν τη δική τους προσωρινή κυβέρνηση
Ο Γεώργιος Χρηστάκης – Ζωγράφος, πολιτικός με καταγωγή από το Κεστοράτιο πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας και Διοικητής της Ηπείρου, πήρε τότε την πρωτοβουλία και διεξήγαγε συνομιλίες με εκπροσώπους των τοπικών πληθυσμών κατά τη διάρκεια μίας «Πανηπειρωτικής Διάσκεψης» στο Αργυρόκαστρο. Αμέσως μετά, στις 28 Φεβρουαρίου 1914, ανακηρύχτηκε η Αυτόνομος Δημοκρατία της Βόρειου Ηπείρου και σχηματίστηκε προσωρινή κυβέρνηση με σκοπό να αναλάβει την υπεράσπιση των συμφερόντων του νεοσύστατου κράτους.
Σε διακοίνωση τους οι εξεγερθέντες Βορειοηπειρώτες προς τις μεγάλες δυνάμεις εκφράζουν την απογοήτευση τους και τον πόνο τους για την αγνόηση των δικαίων τους. Με γοργό ρυθμό οργανώνεται ο στρατός στον οποίο προσέρχονται και εμπειροπόλεμοι των Βαλκανικών πολέμων. Οι Βορειοηπειρώτες της Αμερικής στέλνουν χρήματα και εφόδια. Ο Χιμαραίος Λοχαγός του ελληνικού στρατού Σπύρος Σπυρομήλιος παραιτείται και αναλαμβάνει την αρχηγία της Χιμάρας όπου ιδρύει ένοπλα τμήματα όπως ο Ιερός Λόχος του Σπυρομήλιου το ίδιο πράττει ο συνταγματάρχης Δημήτριος Δούλης από την Νίβιτσα και ο ταγματάρχης Γιώργος Τσόντος (Καπετάν Βάρδας) από την Κρήτη που αγνόησε τις εντολές του Βενιζέλου και μετέβη στην Κορυτσά να πολεμήσει.
Ο Γεώργιος Χρηστάκης – Ζωγράφος αναδείχτηκε πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης, ο Αλέξανδρος Καραπάνος από την Άρτα (ανιψιός του Ζωγράφου) Υπουργός Εξωτερικών, ο Μητροπολίτης Βασίλειος (Παπαχρήστος) από το Λάμποβο Υπουργός Θρησκείας και Δικαιοσύνης και ο Αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Δουλής Υπουργός Στρατιωτικών .
Στον λόγο του Ζωγράφου της 2ας Μαρτίου (επίσημη ημερομηνία ανεξαρτησίας της Βόρειας Ηπείρου), ανέφερε ότι τα εθνικά φρονήματα των Ηπειρωτών αγνοήθηκαν παντελώς και πως οι Μεγάλες Δυνάμεις όχι μόνο απέρριψαν το ενδεχόμενο μερικής αυτονομίας εντός του Πριγκιπάτου της Αλβανίας, αλλά, επιπλέον, αρνήθηκαν να δώσουν στον πληθυσμό της περιοχής εγγυήσεις για τα βασικότερα των δικαιωμάτων του. Παρόλα αυτά, ο Έλληνας πολιτικός κατέληξε λέγοντας πως οι Ηπειρώτες αρνούνται να αποδεχτούν τη μοίρα που τους επέβαλαν οι Δυνάμεις:
«Το πάτριον ημών έδαφος κείται σήμερον λεία, δυνάμει αδίκου και ακύρου βουλήσεως πάντων των ισχυρών της γης. Αλλ’ ακλόνητον έμεινε το ημέτερον δίκαιον, το δίκαιον του Ηπειρωτικού λαού, να ρυθμίση τα της ιδίας του τύχης, διοργανούμενως πολιτικώς και ενόπλως, φρουρήση την ανεξαρτησίαν αυτού. Εναντίον του απαραγράπτου τούτου δικαιώματος εκάστου λαού, ανίσχυρος είναι κατά τας αρχάς του θείου και ανθρωπίνου δικαίου, η θέλησις των Μεγάλων Δυνάμεων να δημιουργήση υπέρ της Αλβανίας έγκυρον και σεβαστόν τίτλον κυριαρχίας επί της χώρας ημών και υποχρεώση ημάς. Ουδέν επίσης κέκτηται η Ελλάς δικαίωμα όπως εξακολουθεί κατέχουσα το ημέτερον έδαφος αποκλειστικώς ίνα παραδώσι αυτό εναντίον της ημετέρας βουλήσεως εις ξένον δυνάστην.
Ελευθέρα ήδη παντός δεσμού, μη δυνάμενη δε να συμβιώση, και δη υπό τοιούτους όρους, μετά της Αλβανίας, κηρύσσει η Βόρειος Ήπειρος την ανεξαρτησίαν της και προσκαλεί τους πολίτας της, όπως υποβαλλόμενοι εις πάσαν θυσίαν προασπίσωσι την ακεραιότητα του εδάφους και τας ελευθερίας της κατά πάσης προσβολής.»