[Φεβρουαρίου Ι΄ μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ τοῦ θαυματουργοῦ
-Ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Χαραλάμπης ἦτο κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Σεβήρου, καὶ Λουκιανοῦ ἡγεμόνος ἐν ἔτει ρyη΄ (198), ἱερεὺς τῶν χριστιανῶν ἐν Μαγνησίᾳ τῇ πόλει. Οὗτος λοιπὸν διδάσκων τὴν ὁδὸν τῆς ἀληθείας, καὶ κηρύττων τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν, κατεδικάσθη ὑπὸ τῶν ἄνωθεν τυράννων, καὶ ἐξεδύθη τὴν ἱερατικὴν στολήν· ἔπειτα ἐξέδαραν τὸ δέρμα ὅλον τοῦ σώματός του. Ἐπειδὴ δὲ ἔβλεπεν αὐτὸν ὁ ἡγεμών Λουκιανός, πὼς ὑπομένει γενναίως τὰ βάσανα ἐθυμώθη, καὶ ἐπεχείρει νὰ ξεσχίσῃ τὸν ἅγιον μὲ τὰς ἰδίας του χεῖρας, καὶ παρευθὺς ἐκόπησαν αἱ χεῖρες του καὶ ἐκρεμάσθησαν ἐπάνω εἰς τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος· ὁ δὲ ἅγιος προσευχηθείς, ἔκαμεν αὐτὸν ὑγιῆ. Τοῦτο τὸ θαῦμα βλέποντες οἱ δήμιοι Πορφύριος καὶ Βάπτος ὀνομαζόμενοι, ἠρνήθησαν τὰ εἴδωλα καὶ ἐπίστευσαν εἰς τὸν Χριστόν· ὁμοίως ἐπίστευσαν καὶ τρεῖς γυναῖκες, αἵτινες παρίσταντο ἐκεῖ καὶ ἔβλεπον, τοὺς ὁποίους ὅλους πιάσας ὁ ἡγεμών καὶ βασανίσας μὲ διάφορα παιδευτήρια, ἀσπλάγχνως αὐτοὺς ἀπεκεφάλισε, διότι ἂν καὶ ἰατρεύθη κατὰ τὸ σῶμα, ἀλλ’ ὅμως κατὰ τὴν ψυχὴν ἔμεινεν ὁ ἄθλιος ἀνιάτρευτος.
-Οἱ τιμωροῦντες δήμιοι τὸν ἅγιον Χαραλάμπη ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ καὶ ΒΑΠΤΟΣ, πιστεύσαντες τῷ Χριστῷ, ξίφει τελειοῦνται.
-Αἱ διὰ τοῦ ἁγίου Χαραλάμπους πιστεύσασαι Ἅγιαι τρεῖς γυναῖκες, ξίφει τελειοῦνται.]
Τὸ παραπάνω κείμενο εἶναι ἡ ἀρχὴ τοῦ Συναξαρίου τῆς δεκάτης Φεβρουαρίου, ὅπως τὸ ἔχει καταγράψει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ δίτομο ἔργο του ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ. Και βεβαίως δὲν θέλω τώρα νὰ προσθέσω ἄλλα στοιχεῖα καὶ πληροφορίες καὶ θαύματα γιὰ τὸν ἅγιο Χαράλαμπο.
Στὴν Μητροπολιτική μας περιφέρεια τιμᾶται ὁ ἅγιος στὰ χωριά, Μανιάκι, Ἀναρράχη, Ἄρδασα, καὶ στὸ χωριὸ Ἀχλάδα.
ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΧΛΑΔΑ
Γιὰ τὸ παρεκκλήσιο τῆς Ἀχλάδας ὁ λόγος τώρα, μὲ πολὺ μεγάλη συντομία.
Σὲ κάτοικο τῆς Μελίτης, ἀπὸ τὴν οἰκογένεια Χατζῆ τοῦ πάνω μαχαλᾶ, ἐμφανίσθηκε ὁ ἅγιος Χαράλαμπος, καὶ τοῦ ζήτησε νὰ πάη στὴν Ἀχλάδα καὶ νὰ ζητήση ἀπὸ τὸν μπέη τοῦ χωριοῦ νὰ τοῦ παραχωρήση μέρος ἀπὸ τοὺς λόφους ἀνατολικὰ τοῦ χωριοῦ. Ἐκεῖ θὰ ἔπρεπε νὰ ψάξη ἀνασκάπτοντας τὴν γῆ, καὶ νὰ βρῆ τὴν εἰκόνα του. Προερχόμενος ἀπὸ οἰκογένεια εὐσεβῶν θεοφοβουμένων καὶ μαθημένος νὰ μὴν πιστεύη στὰ ὄνειρα, δὲν ἔδωσε καμμία σημασία. Ὁ ἅγιος τοῦ ἐμφανίσθηκε καὶ δεύτερη φορὰ καὶ ζήτησε τὰ ἴδια πράγματα. Πάλι ὁ Χατζῆς δὲν ἔδωσε σημασία. Ὅταν ὅμως τρίτωσε τὸ ἴδιο ὄνειρο μὲ τὸ ἴδιο πρόσωπο νὰ ζητάη τὰ ἴδια πράγματα, ἀποφάσισε νὰ ἐνημερώση τοῦς γέροντες τοῦ χωριοῦ, οἱ ὁποῖοι τοῦ εἶπαν· «Ἀφοῦ σοῦ ἐμφανίσθηκε γιὰ τρίτη φορὰ σίγουρα δὲν εἶναι πλάνη τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ ἀληθινὸ αἴτημα τοῦ Ἁγίου, καὶ ἑπομένως πρέπει νὰ κάνης αὐτὸ ποὺ σοῦ ζήτησε». Τὰ ἐνθυμοῦμαι αὐτὰ διότι τὰ ἄκουσα ὄχι μόνο μία φορά, ἀφοῦ ἡ γιαγιά μου Μαρία, μητέρα τοῦ πατέρα μου, προερχόταν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια Χατζῆ.
Τὴν ἄλλη ἡμέρα ξεκίνησε γιὰ τὴν Ἀχλάδα καὶ στὴν εἴσοδο τοῦ χωριοῦ τὸν περίμενε ὁ ἴδιος ὁ μπέης καὶ τοῦ εἶπε, χωρὶς ἄλλες κουβέντες· «Ἄιντε ἔλα νὰ πάρης αὐτὸ ποὺ πρέπει γιὰ νὰ ἡσυχάσω καὶ ἐγώ». Συμπεραίνομε ὅτι ὅ ἅγιος ἔκανε καὶ ἐκεῖ ἐμφάνισι καὶ προέτρεψε τὸν μπέη νὰ παραχωρήση τὸ ζητοῦμενο. Ἀνέβηκαν στὸ ὕψωμα καὶ ἐκεῖ προσδιορίσθηκε ἡ ἔκτασις ποὺ θὰ παραχωροῦνταν. Ὁ Χατζῆς φοβούμενος δὲν ζήτησε μεγάλη ἔκτασι, ὅση ὅμως ζήτησε τόση καὶ παραχωρήθηκε. Σὲ ἄλλες συζητήσεις γιὰ τὸ θέμα, μοῦ ἔλεγε ὁ πατέρας μου· «Ὁ Χατζῆς ὡς ὑπόδουλος στοὺς τούρκους φοβήθηκε νὰ ζητήση πολλά. Ἀλλὰ φαίνεται ὅτι ὁ μπέης ἦταν φοβισμένος ἀπὸ τὸ δικό του ὄνειρο, τόσο ποὺ ὅ,τι καὶ ἂν τοῦ ζητοῦσε θὰ τὸ ἔδινε». Ἡ παραχώρησις κατοχυρώθηκε μὲ συμβολαιογραφικὴ πρᾶξι στὸ Μοναστήρι, ποὺ ἦταν τὸ διοικητικὸ κέντρο. Δὲν ἦταν ἀκόμα ἡ Φλώρινα πρωτεύουσα νομοῦ, οὔτε ὑπῆρχαν τὰ σύνορα. Τὸ χειρόγραφο συμβόλαιο, γραμμένο στὴν τουρκική, ὑπάρχει στὰ χέρια τῆς οἰκογενείας καὶ φυλάγεται σὲ μία μεταλλικὴ θήκη σὲ ρολό.
Ἄρχισαν ἐργασίες ἀναζήτησις καὶ κάποτε βρέθηκε ἡ εἰκονα. Τότε κτίσθηκε ναὸς ἐπ’ὀνόματι τοῦ ἁγίου Χαραλάμπους, καὶ περίφραξις μὲ τοιχίο. Μὲ τὸν καιρὸ κτίσθηκαν κελλιά. Κτίσθηκαν καὶ κονάκια γιὰ τοὺς προσκυνητὲς ἀπὸ τὰ χωριά. Εἶχε κονάκι ἡ Μελίτη, τὸ Νεοχωράκι, ἡ Παλαίστρα, καὶ ἄλλα χωριά. Ὁ τόπος μὲ τὸ πέρασμα τοῦ καιροῦ ἔγινε πλέον γνωστὸς ὡς τὸ Μοναστήρι τοῦ ἁγίου Χαραλάμπους.
Στὴν παραχωρημένη περιοχὴ ὑπῆρχε καὶ ἕνας λοφίσκος κοντὰ στὸ σημεῖο τῆς εὐρέσεως τῆς εἰκόνος. Στὴν κορυφή του ἐνθυμοῦμαι ἕνα ἁπλὸ προσκυνητάρι τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ὅπου ὁ πατέρας μου, ὡς ἱερέας ποὺ ἐξυπηρετοῦσε καὶ τὴν Ἀχλάδα, ἔκαμνε ἐκεῖ τὴν ἀκολουθία τῆς Θ΄ὥρας γιὰ τὴν ἀποδοσι τοῦ Πάσχα, πρὶν ἀπὸ τὸν ἑσπερινὸ τῆς Ἀναλήψεως.
Ὁ ναὸς καὶ ὅλα τὰ προσκτίσματα μετὰ τὸν πόλεμο ἦταν σὲ ἄθλια κατάστασι, ἔτσι ὅπως τὰ πρόλαβα καὶ τὰ θυμᾶμαι. Ὁ ναὸς στὰ δυτικὰ ἦταν τελείως ἀνοικτὸς, καὶ τὰ κονάκια μὴ κατοικήσιμα. Ἡ καμπάνα ἦταν κρεμασμένη σὲ μία βελανιδιά, ποὺ ὐπῆρχε στὴν αὐλή. Οἱ ἀκολουθίες γίνονταν σὲ ἀτμόσφαιρα ψυγείου, ἀφοῦ ἡ ἑορτὴ τοῦ ἁγίου γίνεται στὶς 10 Φεβρουαρίου! Σὰν νὰ βλέπω τώρα μπροστά μου, ἕναν ἡμιυπόγειο στενὸ δωμάτιο μὲ σπασμένη τὴν ξυλόπορτα, ποὺ εἶχε στὸν τοῖχο πακτωμένους χαλκάδες, ὅπου δένανε τοὺς δαιμονισμένους ποὺ τοὺς φέρνανε στὸν ἅγιο γιὰ θεραπεία.
Οἱ κάτοικοι τιμοῦσαν καὶ τιμοῦν ἰδιαιτέρως τὸ μοναστήρι καὶ τὸ ἀγαποῦν. Καὶ αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐνῶ στὸ χωριὸ κάτω ὑπῆρχε ὁ ἐνοριακὸς ναὸς τοῦ ἁγίου Δημητρίου πρὸς τὸν πάνω μαχαλά, στὸν οἰκισμὸ Γιουρούκι ὑπῆρχε ναὸς τοῦ ἁγίου Γεωργίου, στὸν κεντρικὸ μαχαλὰ ἕνα μικρὸ παρεκκλήσιο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, τὸ ὁποῖο ἔγινε μεγάλος ναὸς καὶ αὐτὸς εἶναι τώρα ὁ ἐνοριακός, πανηγύριζαν τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως πάνω στὸ μοναστήρι μὲ ἀθρόα προσέλευσι πιστῶν ἀπὸ τὰ γύρω χωριά. Στὴν πλαγιὰ γινόταν πραγματικὸ πανηγύρι. Δὲν ἀπουσίαζαν ὁ Τσελίδης καὶ ὁ Πέρτου μὲ τὰ κασάτα παγωτά, οὐτε οἱ ὀργανοπαίκτες μὲ τὰ χάλκινα.
Καὶ ἀκόμα εἶναι πολὺ σημαντικὸ ὅτι τὸ χωριὸ συνέδραμε τὴν προσπάθεια τριῶν ἱερέων κατὰ σειρὰ γιὰ τὴν ἀνατήλωσι τοῦ μοναστηριοῦ. Σήμερα τὸ πάλαι ποτέ ἐρείπιο ἔχει ἐξαίρετο ναὸ μὲ προσκτίσματα νέα. Καὶ τὸ ἁπλὸ κολονάτο προσκυνητάρι στὴν κορυφὴ τοῦ λόφου ἔγινε λαμπρὸ λειτουργήσιμο ἐκκλησάκι, ὅπου καὶ τώρα γίνεται ἡ θεία λειτουργία τῆς Ἀναλήψεως καὶ τὸ πανηγύρι τοῦ χωριοῦ. Τελευταῖα μὲ τὰ ἔργα τοῦ λιγνιτορυχείου συνέβαλε γενναία καὶ ἡ διεύθυνσί τους γιὰ τὴν διαπλάτυνσι δρόμου καὶ γενικότερη διευθέτησι τοῦ περιβάλλοντος χώρου.
Πρέπει νὰ προσθέσω ὅτι λίγο πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὸ μοναστήρι σὲ μία μικρὴ χαράδρα ὑπῆρχε πηγή μὲ καθαρὸ πόσιμο νερό. Γιὰ ὅλους ἦταν τὸ ἁγίασμα τοὺ μοναστηριοῦ. Καὶ ὅλος ὁ κόσμος, μετὰ τὴν θεία λειτουργία, στρώνανε τὰ καλούδια γιὰ νὰ φᾶνε, ἀλλὰ δὲν παρέλειπαν νὰ φτάσουν μέχρι τὸ ἁγίασμα καὶ νὰ πάρουν ἁγιασμό.
Γιὰ τὴν ἱστορία σημειώνω ὅτι παλαιὰ ὅταν ἀνεβαίναμε στὸ μοναστήρι βλέπαμε γύρω πρὸς τὴν μεριά τοῦ ποταμιοῦ ἀνοίγματα στὸν χῶρο σὰν πηγάδια, ποὺ ἦταν καὶ ἐπικίνδυνα γιὰ τὰ παιδιὰ ποὺ τρέχανε καὶ παίζανε. Τὴν ἐξήγησι γιὰ τὴν παρουσία τῶν ὁπῶν αὐτῶν ἔδωσε ἕνας παλαιὸς λιγνιτεργἀτης. Στοὺς πρόποδες τοῦ ὑψώματος ἄνοιγαν γαλαρίες γιὰ τὴν ἐξόρυξι τοῦ λιγνίτη. Πρόλαβα τὴν γαλαρία ποὺ ὑπῆρχε στὸ μέρος ὅπου ἀργότερα ἔγινε ἀποκάλυψις καὶ μὲ τὸν νέο τρόπο ἐξορύξεως ἀχρηστεύθηκαν οἱ γαλαρίες μὲ τὸ βαγονάκι ποὺ μετέφερε ἔξω τὸ κάρβουνο. Μᾶς λέγει λοιπὸν ὁ λιγνιτεργἀτης, ὅτι ἀνοίγαμε τὴν γαλαρία καὶ βγάζαμε τὸ κάρβουνο κανονικά. Ἀλλὰ φθάναμε σὲ κάποιο σημεῖο καὶ ἡ γαλαρία γκρεμιζόταν. Δίπλα ἀνοίγαμε ἄλλη γαλαρία, καὶ γινόταν πάλι τὸ ἴδιο. Αὐτὸ ἔγινε ἀρκετὲς φορὲς μέχρι ποὺ καταλάβαμε ὅτι ἡ ἐξόρυξις σταματοῦσε ὅταν φτάναμε στὸ σύνορο τῆς περιοχῆς ποὺ ἀνῆκε στὸ μοναστήρι. Δὲν μποροῦσαμε νὰ μποῦμε στὴν μοναστηριώτικη ἰδιοκτησία.
Δὲν μπορῶ νὰ μὴν ἀναφέρω εὐκαιριακά ὅτι ὁ Στέριος, πατέρας τοῦ Μάκη Θεοδώρου, δοκιμάσθηκε ἀπὸ πάθησι τῆς σπονδυλικῆς στήλης. Ἡ ἐπέμβασις ἦταν δύσκολη, καὶ ἐπικίνδυνη γιὰ τὸτε. Δέχθηκε στὸν θάλαμό του ἐπίσκεψι ἀπὸ σεβάσμιο γέροντα. Τοῦ φάνηκε ὅτι ἦταν ὁ προφήτης Ἠλίας, τὸν ὁποῖο εἴχαμε πολιοῦχο στὴν Μελίτη, καὶ θέλησε νὰ τὸν προσκυνήση προσφωνόντας τον· Ἂ, μοῦ ἦρθε ὁ προφήτης Ἠλίας. Καὶ ἐκεῖνος τοῦ εἶπε· Εἶμαι ὁ ἅγιος Χαράλαμπος, καὶ νὰ ξέρης ὅτι θὰ γίνης καλά. Ἔγινε πραγματι καλά, καὶ ὅσο ζοῦσε καὶ μποροῦσε νὰ κινηθῆ, 10 Φεβρουαρίου καὶ τῆς Ἀναλήψεως κάθε χρόνο, δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὸ Μοναστήρι τοῦ ἁγίου Χαραλάμπους.
Ὁ ἐφημέριος ποὺ ἐξυπηρετεῖ σήμερα τὸ χωριὸ εἶναι ἀπὸ τὴν Ἀχλάδα, ὁ π. Ἀθανάσιος Νικολόπουλος, καὶ δὲν περιορίζεται νὰ λειτουργῆ στὸ μοναστήρι μόνον στὶς 10 Φεβρουαρίου, τὴν Παρασκευὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς καὶ τῆς Ἀναλήψεως, ἀλλὰ συχνὰ τελεῖ θεῖες Λειτουργίες, Ἀγρυπνίες καὶ Παρακλήσεις.
Μᾶς ἔμεινε ἀκόμα μία ὑποθήκη ἀπὸ τὸν πατέρα μου. Ὁ ἅγιος Χαράλαμπος εἶναι ὁ προστάτης ἅγιος κατὰ τῶν λοιμώξεων, τῶν λειμωδῶν νόσων, τῶν δηλητηριάσεων. Καὶ τώρα ποὺ δοκιμαζόμαστε ἀπὸ τὴν λειμώδη πανδημία, ὡς πιστοὶ προστρέχομε στὸν ἅγιο Χαράλαμπο καὶ ἐπικαλούμαστε τὴν χάρι του, μὲ τὴν ὁποία τὸν χαρίτωσε ὁ Θεός.
Δημ. Π. Ρίζος