Ομιλία:
Σεβασμιότατε,
Κύριε αντιπεριφερειάρχα ,κύριε Σελτσα Κων/νε κύριε Θεματικέ Αντιπεριφερειάρχα, κύριε Αντιδήμαρχε κύριε Πρόεδρε του Δημοτικού Συμβουλίου
Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι
Για να κατανοήσουμε την ελληνικότητα του Πόντου είναι απαραίτητο να κάνουμε μια συνοπτική διαδρομή στην ιστορία των Ελλήνων του Πόντου.
Πόντος κατά τον Ηρόδοτο και Ξενοφώντα ονομάζεται η επιμήκης παραλιακή χώρα του Εύξεινου Πόντου σε βάθος 200 με 300 χιλιόμετρα και διαχωρίζεται από την υπόλοιπη Μικρά Ασία με απροσπέλαστες οροσειρές.
Η παρουσία των Ελλήνων στην περιοχή του Πόντου χρονολογείται από την αρχαιότητα .Γύρω στα 1000 π.Χ κατέφθασαν εκεί οι πρώτοι Έλληνες θαλασσοπόροι. Η αποστολή του Ιάσονα και των Αργοναυτών στην Κολχίδα ,οι περιπέτειες του Οδυσσέα στην χώρα των Κιμμερίων , το ταξίδι του Ηρακλή στον Πόντο καθώς και άλλοι ελληνικοί μύθοι επιβεβαιώνουν την πανάρχαια ύπαρξη των Ελλήνων στον χώρο αυτό.
Δημιουργήθηκαν μεγάλες πόλεις και αποικίες όπως η Σινώπη η Τραπεζούντα , η Κερασούντα και άλλες. Τους πρώτους αιώνες οι αποικίες διατηρούσαν αναλλοίωτες τις παραδόσεις τα ήθη και έθιμα και τους θεσμούς που είχαν φέρει από την μητρόπολη.
Ο Χριστιανισμός διαδόθηκε στον Πόντο πολύ νωρίς από τους Αποστόλους Ανδρέα και Πέτρο, παρά τα σοβαρά προβλήματα που προκαλούσαν οι ειδωλολάτρες και η ρωμαική διοίκηση. Η Εκκλησία του Πόντου οργανώθηκε στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου , οπότε ιδρύθηκε η Μητρόπολη Τραπεζούντας και χτίστηκαν περίφημα μοναστήρια όπως αυτό της Παναγίας Σουμελά και άλλα.
Στους θεματάρχες του Πόντου οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου παραχώρησαν πολλά προνόμια και δικαιοδοσίες με αποτέλεσμα να ριζώσουν στην περιοχή αυτή, να την αγαπήσουν ξεχωριστά, να θυσιάζονται για αυτήν. Οι αρχηγοί και τα παλικάρια τους, οι κοπελιές και οι ομορφιές της φύσης υμνήθηκαν με μοναδικό τρόπο. Πουθενά αλλού σε όλο το βυζαντινό χώρο δεν άνθισε τόσο ο κύκλος των ακριτικών τραγουδιών όσο στον Πόντο. Η λαική μούσα ξεχώρισε τον ακρίτα Διγενή και τον έκανε εθνικό ήρωα, γιατί οι αγώνες και οι ανδραγαθίες του, συμβόλιζαν την αδιάκοπη πάλη της ελληνικής φυλής ενάντια σε όλους τους ανατολικούς εχθρούς της.
Μετά το πάρσιμο της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 οι απόγονοι της Δυναστείας των Κομνηνών ίδρυσαν στον Πόντο το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας.
Μετά την άλωση της Πόλης το 1453 και της Τραπεζούντας το 1461 το παλάτι των Κομνηνών μετατράπηκε σε στρατώνα γενιτσάρων. Τότε πολλοί Έλληνες των πλουσίων παραλιακών πόλεων του Πόντου μετοίκησαν στα παράλια της νότιας Ρωσίας στις παραδουνάβιες περιοχές και έχτισαν καινούριες ελληνικές πόλεις, οι οποίες δεχόταν στοργικά κάθε καταδιωγμένο Έλληνα. Ποντιόπουλα της Διασποράς ήταν οι πρωτεργάτες της επανάστασης του 1821 οι αδελφοί Αλέξανδρος και Δημήτριος Υψηλάντης. Οι περισσότεροι όμως πήγαν στα απάτητα βουνά του Πόντου, όπου κτίσανε καινούρια χωριά και πόλεις και δημιούργησαν έναν καινούριο αδούλωτο Ελληνικό πολιτισμό. Όσοι όμως παρέμειναν εκεί λόγω της απέραντης δυστυχίας και της απόγνωσης που κυριαρχούσε υποχρεώθηκαν αναγκαστικά στην αλλαξοπιστία ή αψηφώντας τον θάνατο έγιναν νεομάρτυρες της θρησκείας μας.
Στους δύσκολους αυτούς καιρούς που πέρασε τότε ο ελληνισμός υπήρξαν αρκετοί που αψήφησαν τον θάνατο, δεν λιποψύχησαν και αντιστάθηκαν με τα λίγα μέσα που διέθεταν απέναντι στον εξισλαμισμό και έμειναν για πάντα Χριστιανοί. Οι άνθρωποι αυτοί διέσωσαν την ελληνική παράδοση , κράτησαν αμείωτη την εθνική συνείδηση και αμόλυντη την χριστιανική πίστη. Το 1914 σύμφωνα με τα στοιχεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου ζούσαν στον Πόντο 696.456 Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Από αυτούς οι 353.000 δολοφονήθηκαν από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς την περίοδο 1916-1923, 182.000 ήρθαν στην Ελλάδα και οι υπόλοιποι πήραν τον δρόμο της σωτηρίας προς την εμφυλιοκρατούμενη Ρωσία. Έτσι την τελευταία περίοδο του Τσαρισμού, ένας δεύτερος ποντιακός ελληνισμός ζούσε και μεγαλουργούσε στη Ρωσία που αριθμούσε πάνω από 650.000.Πέρα από τις πρώτες ομαδικές εγκαταστάσεις των αρχαίων Ελλήνων σε όλη την Μαύρη Θάλασσα, ο Καύκασος , η Γεωργία η Νότια Ρωσία και οι παραδουνάβιες ηγεμονίες έγιναν σε όλη την διάρκεια της Τουρκοκρατίας το καταφύγιο των Ελληνοποντίων.
Η γενοκτόνος λοιπόν ενοχή της Τουρκοκρατίας είναι τεκμηριωμένη, χωρίς να απολογηθεί μέχρι σήμερα για τις πράξεις της, χάρη στην δική μας ανοχή και την συγκάλυψη από τις Μεγάλες Δυνάμεις κυρίως για πολιτικοοικονομικούς λόγους.
Το 1923 είναι σημαδεμένο με την μοιραία, αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών της Συνθήκης της Λωζάνης , που εξευτέλισε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, αφού χρησιμοποίησε τον άνθρωπο και από τις δύο πλευρές ως ανταλλάξιμο αντικείμενο.
Ότι ελληνικό είχε απομείνει στον Πόντο σύρθηκε καταματωμένο κατακουρελιασμένο , με την ράχη διπλωμένη στα δύο, κάτω από τους λερωμένους εκείνους προσφυγικούς μπόγους, που έκλειναν μέσα τους τριάντα αιώνων ελληνικό μικρασιατικό πολιτισμό.
Το να ενδιαφερθούμε λοιπόν για την Γενοκτονία του ελληνισμού του Πόντου, αποτελεί νομίζω πράξη καθήκοντος προς την Ιστορία και πράξη ευθύνης στις νεότερες γενιές των Ελλήνων.
Η γενοκτονία του Ποντιακού ελληνισμού από τις στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις του Τουρκικού κράτους είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο. Η αποκάλυψη της αλήθειας αυτής από εκατοντάδες συγγραφείς δεν γίνεται με στόχο την καλλιέργεια εθνικιστικού μίσους και αίσθημα εκδίκησης. Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει ότι οι λαοί που ξεχνούν την ιστορία τους είναι καταδικασμένοι να την ξαναζήσουν.
Όπως ακριβώς οι Αρμένιοι αγωνίστηκαν και επέτυχαν να μην ξεχαστεί το έγκλημα της Γενοκτονίας τους από τον ίδιο δράστη , όπως η ανθρωπότητα δεν θα ξεχάσει ποτέ την προσπάθεια της εξόντωσης των Εβραίων και των Σλάβων από την ναζιστική Γερμανία, έτσι ακριβώς η ανθρωπότητα και ιδιαίτερα εμείς οι Έλληνες δεν δικαιούμαστε να ξεχάσουμε τον αφανισμό του Ποντιακού και Μικρασιατικού Ελληνισμού από τις πατρογονικές εστίες.
Είναι γεγονός ότι η Γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού δεν δικαιώθηκε και αυτό αποδίδεται σε ορισμένες παραμέτρους:
Σαν πρώτη πρέπει να θεωρηθεί η Ελλαδοκεντρική θεώρηση της ιστορίας. Μια τέτοια όμως θεώρηση αγνοεί την ουσία, ότι δηλαδή ο ελληνισμός εκτεινόταν πολύ μακρύτερα από τα όρια του Ελλαδικού κράτους.
Μία ακόμη παράμετρος που ευθύνεται για την μειωμένη σημασία που αποδόθηκε στην ποντιακή γενοκτονία , είναι η αντίληψη ότι στον βωμό της ελληνοτουρκικής φιλίας πρέπει να ξεχάσουμε την ιστορία.
Μια άλλη παράμετρος είναι η εκδοχή που υποστηρίζουν μερικοί άνθρωποι ή και επιστήμονες, θέλω να πιστεύω ανενημέρωτοι και όχι κάτι χειρότερο, σύμφωνα με την οποία διαπράχθηκαν αγριότητες και από τις δύο πλευρές.
ΟΙ εκδοχές όμως αυτές αποπροσανατόλισαν την κοινή γνώμη, δίχασαν την αντίληψη για τα γεγονότα και αντίθετα μεγάλωσαν τις διαφορές ανάμεσα στους δύο λαούς αντί να τις μικρύνουν. Απέμεινε λοιπόν στην 4η γενιά των προσφύγων ποντίων να διεκδικήσουν το δικαίωμα της μνήμης της Γενοκτονίας. Είναι σταυρός μαζί και προνόμιο, ευθύνη και τιμή. Και πλέον οι καιροί ώριμοι γι’ αυτό.
Ήδη η Βουλή των Ελλήνων καθιέρωσε την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης για την Γενοκτονία 353.000 Ποντίων και για τις αλησμόνητες πατρίδες του Πόντου.
Δεν αρκεί όμως η αναγνώριση από την ελληνική Βουλή. Εδώ και χρόνια η Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδος με τα σωματεία της σε συνεργασία με την Διεθνή Συνομοσπονδία Ποντίων Ελλήνων μάχεται για την διεθνοποίηση της γενοκτονίας.
Μακάρι να μπορούσαμε όλοι μας να κάναμε πιο πολλά για να δικαιωθούν οι 353.000 ψυχές των αδελφών μας. Ζητώντας μια συγγνώμη, για όσα δεν κάνουμε, από εκείνους που έδωσαν την ζωή τους ας ξέρουν τουλάχιστον ότι δεν ξεχνούμε ότι δεν γίνεται να ξεχάσουμε..
Σας ευχαριστώ πολύ!!
Παραστατίδου Μαγδαληνή