ΓΙΟΡΤΑΣΤΗΚΕ Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΦΛΩΡΙΝΑ
Γιορτάστηκε η Εθνική Αντίσταση με την παρουσία της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας στη Φλώρινα την Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016.
Ομιλητής στην εκδήλωση ήταν ο φιλόλογος Στέφανος Πουγαρίδης
Η ΟΜΙΛΙΑ
Στη ζωή έρχονται στιγμές στις οποίες τα έθνη καλούνται να λάβουν κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον τους, αποφάσεις που στο διάβα του χρόνου ή τα υψώνουν σε ανυπέρβλητα σύμβολα ανδρείας ή απλώς τα καταβαραθρώνουν στα τάρταρα της ιστορίας. Ο ελληνικός λαός στην τρεισχιλιόχρονη πορεία του βρέθηκε συχνά μπροστά σε σταυροδρόμια, καλούμενος να πει «το μεγάλο ΝΑΙ ή το μεγάλο ΟΧΙ», όπως ο σπουδαίος
Αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης μετουσίωσε ποιητικά το ηθικό δίλημμα. Όσες φορές οι πρόγονοί μας βρέθηκαν αντιμέτωποι με διλημματικές καταστάσεις, μπορούμε με υπερηφάνεια να ισχυριστούμε σήμερα ότι διάλεξαν όχι την ατιμωτική σωτηρία, αλλά « τὴν ὑπὲρ τῆς πατρίδος ἀνδραγαθίαν», όπως επισημαίνει ο Περικλής στον Επιτάφιο.
Ανατάσεις της συλλογικής ψυχής, όπως αυτή της Εθνικής Αντίστασης, την οποία τιμούμε σήμερα, δείχνουν το μέταλλο της ψυχής ενός έθνους και επεκτείνουν τα όρια του ηθικού του μεγαλείου. Το ιδανικό μέτρο για την αποτίμηση της αξίας ενός λαού κωδικοποιείται στους στίχους του Κωστή Παλαμά:
«Η Μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα.
Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα.»
Ιχνηλατώντας τις υψηλόφρονες αξίες που οιστρηλάτησαν την αδυσώπητη αντίσταση του Ελληνικού λαού, διαπιστώνουμε ότι ο πατριωτισμός, η ακλόνητη πίστη στο ιδανικό της ελευθερίας και της δημοκρατίας, καθώς και η έμφυτη απόρριψη του φασισμού και κάθε μορφής ολοκληρωτισμού, αξίες σφυρηλατημένες από τον κλασικό πολιτισμό, γέννησαν το έπος της Εθνικής Αντίστασης την περίοδο 1941-44.
Η σημερινή ημέρα εκπέμπει και άλλο ένα μήνυμα υψηλού συμβολισμού. Υπογραμμίζει τη σημασία που έχει για κάθε έθνος η μνήμη και η γνώση του παρελθόντος. Οι λαοί που θέλουν όχι απλώς να επιβιώσουν στο περιθώριο της ιστορίας, αλλά φιλοδοξούν να τεθούν στην παγκόσμια πρωτοπορία έχουν ιερή υποχρέωση να είναι θεματοφύλακες ιδανικών, όπως η Δημοκρατία, η Ελευθερία και η εθνική αξιοπρέπεια. Η θυσία για τέτοια ιδανικά συνήθως επιφέρει τον βιολογικό θάνατο, αλλά εξασφαλίζει τον αγέραστο έπαινο και εντυπώνεται στην εθνική ταυτότητα.
Κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης ο ελληνικός λαός σε αγαστή σύμπνοια και με παροιμιώδη ομοψυχία αποφάσισε αφ’ εαυτού και όχι απ’ του αυτομάτου ή τυχαία, να δώσει έναν αγώνα άνισο κατά τριών φασιστών επιδρομέων οι οποίοι απείλησαν την εδαφική του ακεραιότητα και τη βιολογική του ύπαρξη.
Η αρχή έγινε στα αλβανικά βουνά· εκεί, ενωμένος λαός και στρατός παραμέρισαν τις εσωτερικές διαιρέσεις του εθνικού διχασμού και του Μεσοπολέμου, και εκμηδένισαν την αριθμητική υπεροχή του πεφυσιωμένου Μουσολίνι· αργότερα δε δείλιασαν ούτε στη φήμη του αήττητου Γερμανικού στρατού. Ο αείμνηστος Γεώργιος Βλάχος, βασισμένος ίσως σε ανάλογα ιστορικά περιστατικά, ίσως και ενστιγματικά είχε προδικάσει τη στάση του ελληνικού έθνους στη γνωστή επιστολή του προς τον Χίτλερ:
«Ὁ ὀλίγος ἢ πολὺς στρατὸς τῶν Ἑλλήνων ποὺ εἶναι ἐλεύθερος, ὅπως ἐστάθη εἰς τὴν Ἤπειρον, θὰ σταθῆ, ἂν κληθῆ, εἰς τὴν Θράκην. Καὶ τί νὰ κάμη; [ …] Θὰ πολεμήση. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θὰ ἀγωνισθῆ. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θ᾿ ἀποθάνη. Καὶ ἐκεῖ.»
Πράγματι, ο αγώνας του ελληνικού λαού και στρατού συνεχίστηκε στην Κρήτη, όπου αφανίστηκε το άνθος του γερμανικού στρατού, και ώθησε τον στρατάρχη του Σοβιετικού Στρατού Ζούκωφ, να δηλώσει: «η γιγαντομαχία της Κρήτης υπήρξε το κορύφωμα της Ελληνικής προσφοράς». Όσα τμήματα του ελληνικού στρατού ανασυγκροτήθηκαν, πολέμησαν και εκτός Ελλάδας τους Γερμανούς στο πλευρό των Άγγλων · στις ερήμους της Αφρικής, ο Ιερός Λόχος στο Έλ-Αλαμέιν και η Ορεινή Ταξιαρχία στο Ρίμινι έγραψαν μια νέα χρυσή πολεμική σελίδα
Η αντίσταση κατά των κατακτητών και στο εσωτερικό της χώρας υπήρξε παλλαϊκή και σύσσωμη. Ο ελληνικός λαός, αφοσιώθηκε από την πρώτη στιγμή και με κάθε τρόπο, στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Σύμφωνα με τον Μανώλη Γλέζο, τον άνθρωπο που κατέβασε τη σβάστικα από τον Ιερό βράχο της Ακρόπολης, όταν αναφερόμαστε στην Εθνική Αντίσταση, οφείλουμε να
«Συμπεριλαμβάνουμε όλους όσοι αντιστέκονταν, με οποιονδήποτε τρόπο στον κατακτητή. Όλους εκείνους οι οποίοι με την ανυπακοή τους να πειθαρχήσουν στις εντολές του κατακτητή […], δεν υπέκυπταν, αλλά αγωνίζονταν. Αντίσταση έκανε και ο μαχητής και εκείνος που δεν πίστευε σε όσα του κανοναρχούσε ο κατακτητής. Αντίσταση έκανε κι όποιος έδινε μια μπουκιά ψωμί στον πεινασμένο και μια κούπα νερό στον διψασμένο να ξεδιψάσει…»
Ωστόσο, η επίδειξη αλτρουϊσμού σε συνθήκες κυριαρχίας του φασισμού είναι κατάρα, σύμφωνα με τον Καμπανέλη στο γνωστό ποίημα του «Μαουτχάουζεν» και η απάντηση των κατακτητών ήρθε με βαναυσότητα: τα γυναικόπαιδα υπέφεραν, ο πλούτος τη χώρας λεηλατήθηκε, χιλιάδες συμπατριώτες μας στάλθηκαν στα κρεματόρια των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, οι αγωνιστές φυλακίστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στο Χαϊδάρι και στο Επταπύργιο, απ΄ όπου οι κατακτητές τυφλά άρδευαν θύματα ως αντίποινα για τις αντιστασιακές ενέργειες των Ελλήνων, παθητικές και ενεργητικές.
Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημάνουμε ότι η δράση των Βούλγαρων κατακτητών, κυρίως στην Ανατολική Μακεδονία, εκτραχηλίστηκε. Οι κάτοικοι του χωριού Δοξάτο στη Δράμα υπέστησαν τα επίχειρα για την αντίστασή τους στις βουλγαρικές επιχειρήσεις αφελληνισμού της περιοχής. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1941 οι Βούλγαροι σκότωσαν 2.140 ανθρώπους · επρόκειτο για την πρώτη εξέγερση στην κατοχική Ελλάδα.
Στη Δυτική Μακεδονία ο απεσταλμένος της βουλγαρικής κυβέρνησης, Άντον Κάλτσεφ έδρασε με σκοπό την προσάρτηση της περιοχής στη Βουλγαρία.
Η στυγνή αντίδραση των δυνάμεων κατοχής έφερε τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα γι’ αυτούς αποτελέσματα και, αντί να κάμψει το φρόνημα των Ελλήνων, χαλύβδωσε την αποφασιστικότητά τους και γιγάντωσε το οργανωμένο αντιστασιακό κίνημα στο εσωτερικό της χώρας. Τον Σεπτέμβριο του 1941 άρχισε να εκκολάπτεται το μαζικότερο αντιστασιακό κίνημα, που γνώρισε η Ευρώπη στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με την ίδρυση τριών οργανώσεων, με καταγεγραμμένο άμεσο στόχο τους την απελευθέρωση της χώρας και μακροπρόθεσμους μεταπολεμικούς στόχους την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας, καθώς και την κοινωνική και πολιτική μεταρρύθμιση. Σε όλη δε τη διάρκεια της Κατοχής υπολογίζεται ότι έδρασαν τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο δεκάδες ένοπλες ομάδες.
Αμέσως ήρθαν σε δυναμική αντιπαράθεση με τους στρατούς Κατοχής, προκαλώντας βαρύτατες απώλειες και υποχρεώνοντας τα στρατιωτικά επιτελεία να διατηρούν ισχυρές μεραρχίες στην Ελλάδα. Επί πλέον, προκαλούσαν δολιοφθορές σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις και σε μεταφορικά μέσα.
Το γεγονός, όμως, που αποτέλεσε το παράδειγμα ανυστερόβουλης συνεργασίας των ελληνικών αντιστασιακών ομάδων, ήταν η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, μια μέρα σαν τη σημερινή πριν από 74 χρόνια, από 120 άντρες του ΕΛΑΣ, 65 των ΕΟΕΑ και 12 Άγγλους κάτω από την προσωπική καθοδήγηση του Άρη Βελουχιώτη και του Ναπολέοντα Ζέρβα. Σύμφωνα με τον Βρετανό πρωθυπουργό Ουίστον Τσώρτσιλ, ήταν το μεγαλύτερο σαμποτάζ της Ευρώπης, επειδή αχρήστευσε για εβδομάδες τον σιδηροδρομικό άξονα, χρήσιμο για την τροφοδοσία των γερμανικών στρατευμάτων που μάχονταν στην Αφρική. Η ανατίναξη διέδωσε τότε το μήνυμα της αντίστασης σε κάθε χωριό, σε κάθε τόπο της σκλαβωμένης χώρας. Για τους σημερινούς Έλληνες, σε συμβολικό επίπεδο, υποδεικνύει το δρόμο της συνεργασίας για την υπέρβαση των δυσκολιών, καθώς και του παραμερισμού των ιδεολογικών αντιθέσεων, όταν πρόκειται να ωφεληθεί η πατρίδα.
Δυστυχώς, η συνδυασμένη δράση στον Γοργοπόταμο δεν είχε συνέχεια. Η συνεργασία σύντομα παραχώρησε τη θέση της στη διχόνοια, οι Έλληνες διχάστηκαν και πολέμησαν μεταξύ τους.
Για όποιον αποδέχεται την εγκυρότητα της Σολωμικής ρήσης ότι «το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές», καλό είναι να παραδειγματίζεται τόσο από τα υψιπετή φανερώματα αρετής στη διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης όσο και από τα τραγικά λάθη που ακολούθησαν. Η σφαιρική και απροκατάληπτη προσέγγιση του παρελθόντος οδηγεί στην εθνική αυτογνωσία. Σε διαφορετική περίπτωση, για να θυμηθούμε και τον Σεφέρη, «σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνεις και ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον».
«Οι θυσιασθέντες, δολοφονηθέντες και καέντες υπό των κατακτητών», όπως δηλώνονται σε αναθηματικές πλάκες, οι «πρωτοπανηγυριώτες στα ξάγναντα», όπως τους συλλαμβάνει η ποιητική φαντασία του Άγγελου Σικελιανού, δεν είναι μόνο οι δικοί μας νεκροί· ενσωματώνονται με τη θυσία τους στην οικουμενική ιστορία θυμίζοντας, σε όσους το λησμονούν, ότι πρωταρχικό χρέος του ανθρώπου είναι η αντίσταση στον φασισμό, σε συνδυασμό με την υπεράσπιση της πατρίδας και των ανθρωπιστικών αξιών.