Η πρώτη μέρα της Ανάστασης του Κυρίου, βρίσκει τους μαθητές συγκεντρωμένους εξαιτίας του φόβου των Ιουδαίων. Ο Χριστός εισέρχεται το απόγευμα της ίδιας ημέρας στο μέσον, δείχνει τον Εαυτό Του Αναστάντα, φέροντας τα σημάδια του Σταυρού, τους χαιρετίζει χαρίζοντας τους την ειρήνη Του, όχι ως συναίσθημα, αλλά ως κατάσταση πληρότητας και ολοκλήρωσης της καρδιάς τους με την παρουσία Του. Χορηγώντας τους εν Πνεύματι Αγίω την δυνατότητα, ως προοίμιο της επερχόμενης Πεντηκοστής, με την αρχιερατική τους ιδιότητα, εις τύπον και τόπον αυτού να συγχωρούν και να δεσμεύουν αμαρτίες. (Ιων. 20, 19-23)
Παρά τον φόβο και την αγωνία που διακατέχει τους μαθητές, αλλά και τον παράδοξο τρόπο που εισέρχεται ο Χριστός, όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης, οι ίδιοι χαίρονται μόλις βλέπουν τον Κύριο(Ιωαν. 20,20). Επειδή η εμπειρία της Ανάστασης κουμπώνει τον άνθρωπο και τον ολοκληρώνει. Αρκεί, η θέα του προσώπου του Χριστού για να ηρεμήσει και να τακτοποιηθεί η καρδιά.
Ωστόσο, απουσιάζει από την πρώτη αναστάσιμη συνάντηση ο Απόστολος Θωμάς. Η δίψα να δει κι εκείνος, να γευτεί την Ανάσταση αγγίζοντας τον Χριστό, υψώνεται ως τείχος απέναντι στον ενθουσιασμό των υπολοίπων δέκα, με την φαινομενική απιστία του, όταν αυτοί του αναφέρουν πως είδαν τον Κύριο. (Ιωαν. 20, 24-26).
Γι’ αυτό μετά από οχτώ μέρες ο Διδάσκαλος θ’ ανταποκριθεί στον πόθο του μαθητού, θα εμφανίσει και πάλι, με τον ίδιο τρόπο τον εαυτό Του (Ιωαν. 20,26). Χωρίς να παραβιάσει τις θύρες, περνώντας μέσα από τις αγωνίες, τις αμφιβολίες , μα και την προσμονή του φαινομενικά άπιστου μαθητή.
Καλώντας τον, ν’ αγγίξει την Ανάσταση Του, ψηλαφώντας τα χέρια, τα πόδια και την λογχευμένη πλευρά Του. Αλλά ο απόστολος αρκείται στην παρουσία Του Αναστάντος Ιησού, ομολογώντας Τον ως Θεό και Κύριο (Ιωαν. 20, 27-29).
Κι ο Χριστός μακαρίζει όλους εκείνους (Ιωαν. 20, 29), που θα θελήσουν να ζήσουν σε μεγαλύτερο και πιο συγκλονιστικό βαθμό την εμπειρία του Αποστόλου Θωμά. Να γίνουν κοινωνοί της Ανάστασης, χωρίς να δουν πότε με τα αισθητά μάτια τον Αναστάντα. Φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας και πιο πέρα, έως συντελείας του αιώνος. Η Ανάσταση θα είναι ένα μοναδικό γεγονός και συνάμα επαναλαμβανόμενο κι ο Κύριος Αυτός που θα επιθυμεί διαρκώς να φανερώνει τον Εαυτό Του, με σκοπό να έλθει στην καρδιά καθενός ανθρώπου και ν’ αναστηθεί μέσα Του.
Ωστόσο, είναι στιγμές που παρατηρούμε στην ζωή μας, ότι λείπουμε από το υπερώο, δεν είμαστε παρόντες στην Ανάσταση του Χριστού. Υπάρχουν χίλιοι δυο λόγοι που βρισκόμαστε μακριά, απ’ εκεί όπου μαζεύεται η εκκλησία, γύρω από τον Αναστάντα. Είναι θαρρείς οι αμαρτίες και τα πάθη, οι φόβοι, τα διάφορα προβλήματα που κατακλύζουν την ζωή μας. Κι αναβάλλουν την συνάντηση με τον Κύριο.
Ώσπου έρχεται η στιγμή που πλησιάζουμε ταραγμένοι, μουδιασμένοι από την απογοήτευση και τις δυσκολίες της καθημερινότητας, στην εκκλησία, στο υπερώο όπου εμφανίστηκε ο Ιησούς. Συναντούμε, την Αγία Γραφή, τους αποστόλους, τους αγίους, τους ιερείς μας. Τους αδελφούς μας γεμάτους από χαρά να μας πληροφορούν ότι είδαν τον Κύριο, πως ήρθε και τους ανέστησε. Αλλά εμείς δεν μπορούμε να αισθανθούμε την εμπειρία, να μετάσχουμε στον γεγονός, νιώθουμε ότι μας απομακρύνουν οι επιλογές μας.
Όμως παρά την τραγικότητα των στιγμών, έρχεται να ξεσπάσει και σ’ εμάς αυτός ο πόθος να συναντήσουμε τον Αναστάντα, να γίνουμε μέτοχοι αυτής της εμπειρίας.
Είναι τότε που η καρδιά παύει να βασίζεται στις δικές της δυνάμεις, εξαντλημένη από τους αγώνες, χτυπημένη από την αμαρτία, κυκλωμένη με διαφόρους φόβους. Στρέφεται στον Χριστό, Τον καλεί ν’ εμφανιστεί στο υπερώο της, να Τον αγγίξει, να ψηλαφίσει την Ανάσταση Του.
Κι Εκείνος εμφανίζεται, όπως και στον Απόστολο Θωμά, στα δειλινά της καρδιάς που Τον πόθησε και Τον κάλεσε, ζητώντας να δει την Ανάσταση Του, παρά την απογοήτευση, τα χτυπήματα της αμαρτίας και τους διαφόρους φόβους της.
Στο υπερώο της καρδιάς μας εισβάλλει ο Κύριος φανερώνοντας την Ανάσταση Του, όχι σ’ έναν ιδεατό κόσμο, όμορφα φτιαγμένο, αλλά περνώντας μέσα από τα τείχη που έχουμε δημιουργήσει και ζούμε κλεισμένοι σ’ αυτά, συναντώντας μας στα προβλήματα και τις αγωνίες, στο παρόν της ζωής μας. Μας επισκέπτεται στην τραγικότητα της καρδιάς μας, πάνω στ’ ασήκωτο φορτίων των παθών και των αμαρτιών μας. Και τότε χαιρόμαστε σαν τους μαθητές, μόλις αντικρύσουμε τον Κύριο, ενώνονται πάλι τα ραγισμένα γυαλιά της ύπαρξης μας. Είναι η Ανάσταση που μας ολοκληρώνει, καθώς κανείς και τίποτα δεν παραμένει όπως πριν, μετά την συνάντηση με τον Αναστάντα.
Πραγματοποιείται το αιώνιο και επαναλαμβανόμενο Πάσχα, όπου ο Αναστάς Χριστός μας γεμίζει με την παρουσία Του. Μεταμορφώνοντας την ύπαρξη μας, θεραπεύοντας τα τραύματα μας, ακουμπώντας τα στα δικά Του πληγωμένα χέρια και πόδια από τα καρφιά του Σταυρού, χαρίζοντας μας Ζωή, από την λογχευμένη πλευρά, την συνεχή μετοχή στο Σώμα και το Αίμα Του. Κάνοντας μας ν’ αναφωνήσουμε , ως προσωπική εμπειρία σαν τον Απόστολο Θωμά, ο Κύριος και ο Θεός μου δόξα Σοι.
Είναι η Κυριακή του Αντίπασχα, τα εγκαίνια της Ανάστασης, η διαρκής μετοχή στο γεγονός. Κι ακόμα γίνεται η ψηλάφηση του Αποστόλου Θωμά και δική μας ελπίδα. Μια πραγματικότητα πως ο Κύριος όταν τον αναζητήσουμε με πόθο, θα εμφανιστεί στα υπερώα της καρδιάς μας, για να μας αναστήσει.
Τρυφωνόπουλος Γεώργιος
Θεολόγος Α.Π.Θ.