ΧΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΡΩΜΑΤΑ

ΧΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΡΩΜΑΤΑ

 

Πότε λαμπρό φωτεινό, άλλοτε λευκό γαλακτερό, σε λευκούς σωρούς από σύννεφα – σωρείτες – κι άλλοτε χρυσό το φως του ήλιου, η λάμψη κι αστραποβολή της χαίτης και ο ήχος της λύρας του Απόλλωνα γεμίζει τα πάντα με το χρώμα, το πιο ακριβό και πολύτιμο, μετά το λευκό της αγνότητας και του ηθικού κόσμου, στον ουρανό. Ανταυγίζει στη φύση, χρυσώνει τη μέρα,  ωριμάζει τα φρούτα, τα πράσινα στάχυα και όλα τα βάφει με μύρια χρώματα.

Μας φωτίζει, μας θερμαίνει, μας ευχαριστεί, μας θαμπώνει, μας μαγεύει, μας καίει…

Μας βοηθεί, τονίζοντας τα χρώματα γύρω, άνω και κάτω, να ξεχωρίζουμε τ’ αντικείμενα, το σχήμα, τον όγκο, τη χρωματική τους ποικιλία και να εισπράττουμε ανάλογα συναισθήματα από τη θέα, την εντύπωση και την ομορφιά του καθενός.

Τα χρώματα διαγράφονται και στο φτέρωμα της καρδερίνας – της γαλιάντρας – του κοκκινολαίμη, του σπίνου, του μελισσοφάγου, του ερωδιού, του κύκνου, του περιστεριού, του καναρινιού – που ζήλεψαν οι κινέζοι αυτοκράτορες και επέβαλλαν την κίτρινη μεγαλοπρέπεια και την ισχύ τους στις βαρύτιμες στολές τους, καθώς και στις όμορφες κρεμεζί (αποχρώσεις του πανέμορφου λοφιοφόρου δρυοκολάπτη).

Το σίγουρο και ζεστό καφέ στου σπουργίτη τις αποχρώσεις, η χρωματική πανδαισία στα φανταχτερά φτερά των παραδείσιων πουλιών, που τα θαυμάζουμε μόνο σε φωτογραφίες ή στον υπολογιστή, επειδή εδώ δεν επιβιώνουν. Προτιμάνε παρθένα δάση, άλλους ορίζοντες, πλούσιες στεριές και παχιές βλαστήσεις.

Εκτός από τον πλουμιστό παπαγάλο, που με περιέργεια κι ενδιαφέρον τον απολαμβάνουμε θαυμαστικά και με οίκτο, φυλακισμένο μέσα σε κλουβιά και  μας παρασύρει η φάλτσα απότομη φωνή του, ελκύοντας την προσοχή μας.

Και να παρατηρείς ένα καλογεράκι κότσυφα κερομύτη, με στιλπνό μαύρο «ράσο», να παίζει κρυφτό, ψάχνοντας τροφή με μικρά κοντινά φτερουγίσματα, ανάμεσα σε θαλερές ολάνθιστες δάφνες κι άλλα πράσινα, καμαρωτά κι ανανεωμένα από την Άνοιξη κλαδιά του δάσους. Πόσο μάλλον πιο θελκτική εικόνα, να τη θαυμάζεις απ’ το μπαλκόνι σου, στον κήπο ή την αυλή σου, αν έχεις αυτή την ευλογία να τα έχεις.

Και οι πεταλούδες αρμονία χρωμάτων στα λεπτά χνουδωτά, «βασιλικά» τους φτερά, ζωντανά λουλούδια επαυξάνουν με τις απαλές παιχνιδιάρικες πτήσεις τους την ομορφιά του κήπου, της αυλής, του λιβαδιού και των εξοχικών δρόμων.

Το χρώμα δεν υπάρχει πλούσιο και ζωντανό, μόνο στη φύση, ομορφαίνοντας τη ζωή μας και χαρίζοντας της ουσία και ποιότητα, αλλά και στην τέχνη, κυρίως ζωγραφική, Αγιογραφία, στη βιοτεχνία, χειροτεχνία, άργυροχρυσοχοΐα, την πηλοπλαστική, στην αρχιτεκτονική, στη βιομηχανία, στη μόδα, στο κέντημα, στο ψηφιδωτό. Το μαύρο είναι λίγο απωθητικό –θυμίζει πένθος- , αλλά αναγκαίο και σε συνδυασμούς με τα υπόλοιπα, απαραίτητο!

Τα ρούχα μας τα επιλέγουμε τα συνδυάζουμε με τα εξαρτήματα μας. τα θαυμάζουμε και προσέχουμε, ποια μας ταιριάζουν, μας κολακεύουν, μας τονίζουν, μας στολίζουν…

Στο σπίτι τα αναχρηκά, τα έπιπλά μας, οι τοίχοι, τα χαλιά να έχουν χρώματα του γούστου μας.

Η ζωή μας είναι πλήρως εξαρτημένη από τα χρώματα.

Κι όταν ο άνθρωπος εμφανίζεται στη ζωή, χαρακτηρίζουν το γένος με χρώμα!

Γαλάζιο: αγόρια! Ροζ: Κορίτσια!

Ένα χαριτωμένο κατεστημένο – όχι άκρως επιβεβλημένο – , που οι μοντέρνοι, επειδή βιάζονται και επιδιώκουν να καταργήσουν – τα φύλα – καθώς και πολλά άλλα – , όπως τους γεννήτορες, αντικαθιστώντας τους με το σωλήνα της κλωνοποίησης, θα τα ισοπεδώσουν ΟΛΑ. Για να ελαττώσουν – έστω κι έτσι τον πληθυσμό του Πλανήτη – παράγοντας κατά βούλησιν -.

Άλλωστε αυτός είναι ο μεγάλος στόχος τους, που έχει σχεδιασθεί και επιβάλλεται με χίλιες – δύο ενέργειες, τις οποίες πρέπει να αρχίζουμε να ν’ ανακαλύπτουμε, να παρατηρούμε και ν’ αντιδρούμε. Η αμφιβολία ΤΕΛΟΣ!

Πριν επικαλεσθώ το δίσκο του Νεύτωνος για την ανάλυση ή τον διασκεδασμό του φωτός, το φαντάζομαι () θαυμαστικά να περνά μέσα από τις δροσοστάλες, τα κρύσταλλα ιριδίζοντάς και να μας εκστασιάζουν οι λάμψεις του. Το ίδιο γίνεται και με το ουράνιο τόξο, που είναι η καταλυτική αποθέωση της ανάλυσής του.

Περνώντας ανάμεσα από τις γυαλιστερές σταγόνες υγρασίας, που λειτουργούν σαν κρύσταλλοι, αναλύεται στης «καλογριάς το ζουνάρι». Στα εφτά φυσικά χρώματα του ουράνιου τόξου ή χρώματα της θεάς Ίριδας των αρχαίων και μαζί με το γήινο καφέ σ’ όλους τους τόνους γίνονται οκτώ τα φυσικά χρώματα, με προοπτική και διάφορες αναμείξεις, να παραχθούν άπειρα τεχνητά.

Στο Γυμνάσιο (οκτατάξιο) θυμάμαι ο αείμνηστος Καθηγητής μας της Φυσικής στο Βόλο, για να μας αναλύσει και συνθέσει το ηλιακό φως και να μας το επιβεβαιώσει – αποδείξει – έφερε το Δίσκο του Νεύτωνα. Ένας ελλειψοειδής δίσκος με τα εφτά χρώματα, όπως εμφανίζονται τοποθετημένα – τα χρώματα της Ίριδας, που οι αρχαίοι μας θαυμάζοντας το μεγαλείο και το ανεξιχνίαστο ακόμα μυστήριό του – ,που πίστευαν, πως κρύβει – το θεοποίησαν και το βάφτισαν θεά Ίριδα.

Λέγονται επιστημονικά οι παιχνιδιάρικοι ιριδισμοί του, χρώματα της Ίριδας και είναι επτά. Συμβολικός αριθμός το επτά για όλους τους αρχαίους λαούς.

Αυτά είναι: Κόκκινο,  πορτοκαλί, κίτρινο, πράσινο, γαλάζιο, κυανούν – μπλε – λουλακί – και ιόχρουν, από τα ία – μενεξέδες  – μωβ ή μενεξεδί.

– «Ελάτε να παίξουμε» λέει ο Καθηγητής, «για να κατανοήσετε, γιατί το ηλιακό φως, μας φαίνεται άσπρο». Γυρίζει λοιπόν με μια χειρολαβή τον χρωματιστό δίσκο –, ήταν σε κάθετη θέση – δυνατά και από την ταχύτητα των στροφών φάνηκε ολόασπρος. «Το ίδιο συμβαίνει με το ζωοδότη μας» λέει. «Στη γρήγορη περιστροφή της γης, αυτά τα υπέροχα χρώματα, που ιριδίζουν, μαρμαίρουν, λάμπουν και ερεθίζουν το αισθητήριο της όρασής μας, συνθέτουν ή συγκροτούν το αυτοκρατορικό ηλιακό φως»!!!

Το κάθε χρώμα η πείρα, η φαντασία κι η ευαισθησία του ανθρώπου το χαρακτηρίζει και του προσάπτει, διάφορους συμβολισμούς, εκτός από την υποκλοπή, που έχουν συντελέσει, εφαρμόσει και ενστερνιστεί τα κόμματα, γελοιοποιώντας έτσι το πιο θαυμαστό και ποιητικό φυσικό φαινόμενο. Παίζουν ασύστολα και με ολόκληρο και με τις επικρατέστερες, φανταστικές, γοητευτικές και ζωτικές αποχρώσεις του, που την Άνοιξη είναι απροσμέτρητες και το Καλοκαίρι πιο φωτεινές

Κάθε μήνας και εποχή δικά τους χαρακτηριστικά, προνόμια, διακριτικά, χρωματική ποικιλία. Μα την πρωτιά κατέχει η πολυπρόσμενη και χιλιοτραγουδισμένη Άνοιξη.

Άραγε υπάρχει πιο κατάλληλη εποχή του χρόνου, που θα μπορούσες να μιλήσεις για τα χρώματα, όχι ανακαλώντας τα στη μνήμη σου ή θαυμάζοντας τα φυλακισμένα στις ανθοεκθέσεις, στ’ ανθοπωλεία, τους τέλειους εκφραστές με την αξεπέραστη εργασία της ασυναγώνιστης ζωγράφου φύσης ή και των χημικών και μεταλλακτικών εργαστηρίων των ανθοπωλείων; Εκεί όμορφα, περιποιημένα, μεγαλόπρεπα, αλλά άψυχα. Το άρωμα, η ευωδιά, που είναι η ψυχή – το πνεύμα των λουλουδιών – και το χρώμα – η ομορφιά τους – χάνονται. Μόνο στη φύση, στους ανθισμένους κάμπους και βουνά, όπου καταφορτά δέντρα με ματσάκια λογής – λογής άνθη, τα στολίδια και καμάρια των λιβαδιών, μας παρέχουν και οπτική πανδαισία και οσφρητική έλξη, αισθητική απόλαυση, γοητεία, σαγήνη.

Σε κάθε εποχή άλλη έκθεση πολυχρωμίας, άλλη φαντασμαγορία, άλλη μυρωδική, διαφορετική εικόνα και ήχος.

Ο Δημιουργός τα φιλοτέχνησε, τα ζωγράφισε και τα προίκισε με όγκο, με χρώμα, με σχήμα, με ευωδιές, που είναι τα προσόντα τους, να σκανδαλίζουν να θέλγουν και να προκαλούν τα έντομα – κυρίως τις μέλισσες – σ’ ερωτικό πανηγύρι, για επικονίαση όλων των δέντρων και φυτών, προς διαιώνισή τους.

Είναι παράξενο η φανταχτερή στεφάνη και αυτοί οι μικροί σαν τριχούλες στήμονές τους, με τις κίτρινες περισπωμένες για κεφαλάκια – της γύρης – να περιστοιχίζουν και να προστατεύουν το πολύτιμο όργανο δημιουργίας και αναπαραγωγής, τον ύπερο, που η ανεκτίμητη έκκρισή του και εύχυμη βρώση των θεών, το νέκταρ, προσελκύει τις χρυσοκίτρινες μελισσούλες, να τον γευτούν ερωτικά και να τον γονιμοποιήσουν με τη γύρη, που μεταφέρουν με τις μικρές βουρτσίτες των ποδιών και με το κεντρί τους από άλλον ύπερο – φυτικός έρωτας ή επικονίαση – κουβαλώντας τη γλύκα του νέκταρος και τη γύρη στην κυψέλη. Εκεί θα επιδοθούν σε άλλους τρόπους εργασίας: φτιάχνοντας με τη γύρη βασιλικό πολτό και πρόπολη, για την «αρχόντισσα» και με το νέκταρ, να τους ταΐσουν όλους και τα μωρά – το γόνο – στα σπιτάκια από κερί – τα κελιά -, που πάλι οι ίδιες παράγοντας από αδένα του σώματός τους, έχουν χτίσει.

Μια κοινωνία οργανωμένη και έννομη κατοικεί εκεί μέσα. Οι εργάτιδες ακάματες επί παντός καιρού φροντίζουν και με ρίσκο να χαθούν στις μεγάλες διαδρομές τους, θυσιάζονται για την καλή λειτουργία του μελισσιού, ενώ οι φρουροί αγρυπνούν, για την ασφάλεια της οργανωμένης δικής τους λιλιπούτειας κοινωνίας.

Χωρίς μέλισσες δεν θα είχαμε γονιμοποίηση, καρποφορία, πολλαπλασιασμό του φυτικού βασιλείου γενικά: καρπούς, νέα φυτά, πράσινη ζωντάνια, προπάντων τα πολυτιμότερα και ωραιότερα στολίδια της φύσης τα λουλούδια, που μας μαγεύουν, μας ευφραίνουν, μας μεθούν με τα ασύγκριτα και αιθέρια αρώματα τους ενώ μας συνοδεύουν από την εμφάνισή μας στη ζωή, έως τον απόχαιρετισμό της και τα ποικίλα χρώματά τους, τα εύγεστα φρούτα, πολύχρωμα, νόστιμα με δροσερό ζωμό με αμέτρητες τρελές γεύσεις και τέλος το γλυκύτατο, ωφέλιμο κι αναντικατάστατο μέλι.

Τα «άνθια», άλλα μεγάλα, λευκά και χρωματιστά με λεπτή ευωδιά και ξεκούραστο χρώμα, άλλα μικρά σκανταλιάρικά, προκλητικά, που από μακρυά σου στέλνουν τα μύρα τους, με την ανάσα της αύρας  της μεσημεριάτικης ή της απογευματινής κι άλλα μικρά κι αόρατα κρυμμένα σε γωνίες δηλώνουν τη παρουσία τους με μια πικάντικη μυρωδιά το σούρουπο.

Κι εμείς δεν μπορούμε ν’ αποφύγουμε τον πειρασμό, να μη θαυμάσουμε την ντελικάτη φιγούρα τους και να μη γυμνάσουμε λίγο την όσφρηση μας οσφραινόμενοι βαθειά το άρωμά τους.

Μυριάδες χρώματα και τις ευωδιές μας σκανδαλίζουν, μας ζαλίζουν και μας ευχαριστούν. Όπου βρεθείς, όπου σταθείς, ακόμα και σ’ ένα μισογκρεμισμένο τοίχο, κάποια ξεσταχιασμένα αχνοπράσινα χορταράκια, κάποιες αναιμικές ξέθωρες παπαρουνίτσες και σκυλάκια χρωματίζουν και ανασταίνουν τη «νεκρά φύση»…

Πόσο μάλλον ένα ολοκόκκινο «ματωμένο» λιβάδι γεμάτο φλογάτες παπαρούνες, ένα άσπρο με μαργαρίτες, ένα ωχρόλευκο με μεθυστικούς νάρκισσους, ή μια πρασιά τριανταφυλλιές εκατόφυλλες ροζ, που τείνουν να εκκλείψουν, ή βαθυκόκκινες, μικρές γαρυφαλίτσες – πόες -, εν’ αγιόκλημα, γιασεμί, φούλι, Αγγελική! Ακόμα και η λαϊκή αριστοκράτισσα φιλύρα, οι πικροδάφνες με τα φινετσάτα αρώματα και τα λεπτόπνοα χωνάκια μας εκπλήσσουν με εκστατικές συνθέσεις και ζωντανούς πίνακες ζωγραφικής, που μυρίζουν εξευγενισμένη γύρη, ομορφαίνουν την καθημερινότητά μας σ’ έναν ανοιξιάτικο ή καλοκαιρινό περίπατο κι εκδρομή.

Ακόμα και σε μια επίσκεψη σ’ ανθόκηπο, που να μυρίζει βασιλικό και δυόσμο, βιολέτα, μόσχο ή καρυοφύλλι και να συνοδεύει η προσευχή ή μια μπαλάντα των φτερωτών αοιδών μας, που θα συμπληρώνουν με την ευηχία τους την ανοιξιάτικη τελειότητα νοιώθεις παραδείσια αρώματα και θεσπέσια αρμονία.

Η ζαφειρένια πλάκα της θάλασσας, αντανακλά την ατέρμονη απεραντοσύνη του γαλανού ουρανού, ενώ το πράσινο στεφάνι των βουνών με τις κυματιστές κορυφές και η ποικιλότητα της καλλιεργημένης γαλήνης του κεντημένου κάμπου δεν περιγράφονται.

Όργιο πράσινου και χρυσού, σε πλήθος αποχρώσεις τονισμένο.

Το πρωί ροδόχρυσο, το μεσημέρι λαμπερό, εκτυφλωτικό, το δειλινό κροκί, τριανταφυλλί, λιλά.

Η φωτεινότητα και η διαύγεια του καλοκαιρινού ουρανού, καθώς και η μοναδικότητα της θερινής νύχτας, όσο πιο νότια, τόσο πιο δύσκολα να περιγραφεί. Έλξη – πρόκληση – θέα.

Είναι μοναδική και απερίγραπτη (ανέκφραστη) η σαγήνη της θερινής νύχτας του νότου. Ασημοκέντητος απέραντος θόλος με μυριάδες αστέρια, αστερισμούς, νεφελώματα – αστρικά σύννεφα – εκατομμύρια έτη φωτός απέχοντα και ο δικός μας Γαλαξίας ποταμός, που νομίζεις, πως μόλις ξεχείλισε γάλα το στόμα του Ήφαιστου και διαγράφηκε στην εκτίναξη, που δέχτηκε απ’ τον Όλυμπο, χαράσσοντας και διασχίζοντας το μπλάβο ουρανό από ΒΑ προς ΝΔ, ενώ κάπου προς το τέλος διχάζεται.

Όλα μετατρέπουν το αδιαπέραστο σκοτάδι σε γλυκό γκρι σκούρο βελούδινο ημίφως κι είναι ακατόρθωτο, να το αποδώσεις πιο πλέρια.

Ο ουρανός με τα χίλια στολίδια, το γαλάζιο χαρούμενο χρώμα του την ημέρα, στολισμένος με τις δύο μεγαλύτερες φωτεινές πηγές: ήλιο – σελήνη – δίδυμα αδέλφια – αστεράκια, σύννεφα, ανάλυτο βαμβάκι, άσπρο γαλακτερό, σωρείτες, θυσσάνους, μελανίες, σωρειτομελανίες αντανακλά το χρώμα του και τις φιγούρες τους στη θάλασσα, που καλύπτει τα τρία τέταρτα της γήινης σφαίρας, από ανοιχτό θαλασσί, γκρι απαλό, γαλάζιο (γεράνιο) ζουμπουλί, έως γκρίζο μουντό μαβί, στις δόξες του το καλοκαίρι.

Ο κόσμος λάμπει: Αιθέρας, θάλασσα, βουνά και κάμποι.

Λαμπερό, χαρούμενο, γλαυκό ξεκούραστο, λουλακί με ξαστεριά. Κροκί, κοραλιά ή μενεξεδιά  τα στιγμιότυπα των μεταβολών του δειλινού και του ηλιοβασιλέματος.

Η Γη στην περιστροφή της, αλλού αφήνει τόπους με μισοσφαλισμένα βλέφαρα, να λαγοκοιμούνται, κάπου με σφιχτά σφαλιστά βαρειοκοιμούνται και κάπου, σιγά σιγά- τα μισανοίγουν με την ανεπαίσθητη υποχώρηση του σκότους και τη βραδύρρυθμη εμφάνιση του γλυκοξημερώματος – γλυκοχάραμα – , ώσπου οι πρώτες ροδόχρυσες λάμψεις από αραιές ηλιαχτίδες ξυπνάνε τη δροσάτη, αυγή όλα τα έμβια, νανουρίζουν τα νυκτόβια και με το εγερτήριο σάλπισμά τους – φως – αρχίζει η κίνηση και η ζωή.

Τοξεύει η λαμπερή ροδοδάχτυλη, αναζωογονεί, ξυπνά, μαγεύει, είναι θεία – θεά – όπως θείες και αρμονικές είναι οι ψαλμωδίες των κρυμμένων φτερωτών στα ραντισμένα με διαμάντια πρωινής δροσιάς ανθισμένα και πράσινα κλώνια δέντρων και φυτών.

Όσο ανεβαίνει ο ήλιος χρυσίζει και λάμπει η ημέρα, βάφει με χρώματα τη φύση διαφορετικά σε κάθε ώρα και τόπο.

Μα το πράσινο ιδιαίτερα την Άνοιξη και το Καλοκαίρι υπερισχύει, επιβάλλεται, ζωγραφίζει και ζωντανεύει την Ελπίδα.

Το χρώμα της Πατρίδας, της Δόξας, της Ευφροσύνης. Το κυανό – σκούρο γαλάζιο πολλάκις της θάλασσας, σα χρώμα συμβολίζει το καλλιεργημένο πνεύμα και την ευφυΐα.

Το φλογερό κόκκινο αντίθετα είναι χρώμα της χαράς, της ζωής, της καρδιάς, της αγάπης, του αίματος, της θυσίας, της έντασης, της προσπάθειας και της αδρεναλίνης.

Το πορτοκαλί είναι το χρώμα της ζωντάνιας, της λάμψης και της αισιοδοξίας.

 

Το χρώμα της γης εκφράζει τη σιγουριά, τη σταθερότητα. Γη οργωμένη με ιδρώτα ποτισμένη, γη βρεγμένη  με δροσιές του Μάη, φυτεμένη, γη παραγωγός και τροφός εκφράζεται από όλο το φάσμα των αποχρώσεων του καφέ. Γη μεγάλο χωνευτήρι!

Τα τέσσερα πρώτα βασικά και κυρίαρχα χρώματα του περίγυρού μας γίνονται πιο όμορφα και λαμπερά, κάτω από τη μοναδική διαφάνεια και πρώτη στον κόσμο ηλιοφάνεια – Δήλος – του διαυγέστατου στερεώματός μας, όπως κι όλα τα υπάρχοντα επί της γης της Ελληνίδος.

Αυτός ο ουρανός πάλι κάνει τ’ αστέρια και τους αστερισμούς να στίλβουν με τ’ ασήμια τους τις ξάστερες βραδιές, χωρίς φεγγάρι και τη χλωμή κυρία να θριαμβεύει, αρχόντισσα του απέραντου θόλου τις νύχτες της παρουσίας της και σε κάθε πανσέληνο. Κι αν κάπου προβάλλουν κάποια συννεφάκια, νύχτα ή μέρα, ο Μεγάλος ζωγράφος δοκιμάζει τα πινέλα του σκιάζοντας κι επηρεάζοντας την προοπτική και την τελειότητα της εικόνας, κυρίως το φθινόπωρο με χρώματα μελιχρά, γεμάτα σωρειτομελανίες και αλλού μπουκέτα με θυσσάνους. Όμως από κάποια τους ξεχασμένη χαραμάδα, μια ατίθαση δέσμη ηλιακών αχτίνων τρυπάει το φράγμα και σπάζουν τη μελαγχολία. Τα βράδια ασημένιες λάμψεις και φωτεινές γραμμές εκτοξεύει το φυλακισμένο φεγγάρι, που δεν αντέχει την απομόνωση και χαράζοντας το μολυβένιο θόλο. Κι αν την κρύβουν σύννεφα και θολούρα την «Άρτεμη» μας, ντροπαλή και φοβισμένη, φοράει βέλο, ντύνεται χανούμισα, όμως νοιώθει ασφυξία σ’ ένα τέτοιο στενάχωρο ορίζοντα, θλιμμένη και στα μαύρα ντυμένη.

Οι εικόνες του Φθινοπώρου της Φλώρινας έχουν κλέψει τόση χρωματική ποικιλία και μοναδικότητα.

Χρώματα φυσικά του ουράνιου τόξου, χρώματα σύνθετα, που η μαγεύτρα φύση σε συνεργασία με τον ήλιο, τις συννεφιές, τις βροχούλες, τις μπόρες, τις δροσιές και την πάχνη, τα βάφουν άλλοτε κίτρινα, λεμονί, καναρινί, πορτοκαλί, βυσσινί, καφέ, καστανά, έως χρυσά.

Στα καλλωπιστικά των δρόμων οι πανέμορφες φλαμουριές χλώμιασαν, από την αλλαγή του καιρού και της εποχής.

Κάποια μικρά δεντράκια ξεκινούν τη μετάλλαξη – μεταμόρφωση – ενώ από την Άνοιξη, ως το φθινόπωρο ήσαν βαθειά βυσσινί, τώρα κρατώντας περισσότερο τη χροιά του βεραμάν – ξέθωρου πράσινου – βαδίζουν ανεπαίσθητα στο βερυκκοκί, ώσπου να γίνουν όλα σάπια, στρωσίδια του δρόμου, τελειώνοντας άδοξα τη σύντομη, αλλά πλούσια ιστορία τους, για να λιπάνουν τα δέντρα, να συνεχίσουν το μελλοντικό κύκλο της ανάνηψης την Άνοιξη.

Το χειμώνα «ξερά» και γυμνά δέονται στον Ύψιστο. Μα ξανανιώνουν με τα τρυφερά φυλλοβόλα και ανθοφόρα ματάκια τους ανάλογα, από Φλεβάρη και ύστερα…

Ορισμένα δεν παραδίδονται ακόμα. Κρατούν θαλλερή, πράσινη τη φορεσιά τους κι όσο αντέξουν. Συναγωνίζονται τα αειθαλή, που τώρα ποτισμένα, δροσισμένα, καθαρά λάμπουν και γυαλίζουν καμαρωτά, καταπράσινα και γενναία, ακόμη και στην παγωνιά.

Μα στολισμένα στο χιονιά, ιριδίζουν κι αστραφτοκοπούν στην καθάρια χειμωνιάτικη μέρα και τις βολές του ήλιου.

Αν τέτοιο χρωματικό πλούτο το φθινόπωρο θέλεις ν’ απολαύσεις, έλα στη Φλώρινα λίγες μέρες να περάσεις κι εκ του φυσικού να τον θαυμάσεις.

Τα χρώματα του χειμώνα είναι μουντά, μονότονα, φτωχά, χωρίς να λείπουν και κάποιες καφέ, καστανές ή χρυσαφιές εκπλήξεις.

Το χιόνι των βουνών, ο αφρός της εξαρτημένης χρωματικά θάλασσας και η γλαυκή απεραντοσύνη συγκροτούν και συνθέτουν το εθνικό μας σύμβολο που κοσμεί την κορυφή του και το ευλογεί χρυσός Σταυρός της θεότητας και σκιρτά  η ψυχή του έθνους στη θωριά του.

Η φύση φωτίζεται κι ασπρολογά, όταν προβάλλει και τα σκεπάζει όλα ανάλαφρα πάλλευκο χιόνι. Τότε θυμίζουν «Χιόνια στο καμπαναριό…» και χιονισμένα έλατα.

Μα στις ξάστερες ημέρες, θα στέλνει κρύα χαμόγελα ο ήλιος, την παγωμένη διαύγεια του θα σκορπίζει ο αιθέρας ενώ τη νύχτα την ψυχρή «προστασία του». Άλλοτε την επιθετική φοβέρα του ο βαριάς και κάποτε τα δακρυσμένα παράπονά του ο Νότος.

Βαρετός ο Χειμώνας και στη Φλώρινα, πάλι γεμάτος ομορφιές, τοπία αλπικά, εικόνες ολάσπρες, αφράτες, αλησμόνητες, χωρίς βέβαια την παγερή λεπίδα του – 30ο .

Η Φλώρινα απλώνει πάντα φιλικά και φιλόξενα το χέρι και όλους τους καλεί, ανοίγοντας την αγκαλιά της διάπλατα, θερμά να τους δεχτεί όλες τις εποχές, μα προπάντων στις φωτιές!!! 23 Δεκεμβρίου κάθε χρόνο, στη φλογερή Παράδοσή της και το πύρινό της πανηγύρι.

Τα χρώματα ομορφαίνουν τη ζωή, ζωντανεύουν τον περίγυρο, στολίζουν το χώρο, χαρακτηρίζουν το χρόνο, τις εποχές, τους μήνες, τις ώρες και τη φύση, ξημέρωμα, λυκαυγές, μεσημέρι, απόγευμα, δειλινό, λυκόφως, σούρουπο, νύχτα και όλα ποικίλοντας ανάλογα με ό,τι δώρα έχει ορίσει ο πλάστης.

Ξεκουράζουν τα μάτια, τα φύλλα, τα γεμίζουν εντυπώσεις, εικόνες, ευφραίνουν την ψυχή και τα λουλούδια ερεθίζουν ηδονικά την όσφρηση με τα αιθέρια έλαια τους, και την όραση με τα χρώματα τους, οδηγώντας σε ευχαριστία σ’ Αυτόν, που τα δημιούργησε.

Έχουν συμβολισμούς ξεχωριστούς το καθένα. Μας χαρίζουν απλόχερα χίλια χρώματα, εκτός από τα χρώματα του ουρανού, θάλασσας, γης, και δασών, τα άνθη και τα φυτά έχουν  μοναδικό διακριτικό, το  χρώμα, το σχήμα, και την ευωδιά του καθενός.

Είναι η ψυχή και η ύπαρξη του φυτικού βασιλείου, γιατί από τ’ άνθη με ερέθισμα το χρώμα και τη μυρωδιά προκαλούν τα έντομα, για την επικονίαση και πολλαπλασιάζονται από τον καρπό ή το σπέρμα, που θα προκύψει.

Το χρώμα είναι ο εμπνευστής, ο ρυθμιστής και κυρίαρχος της ζωής, η απόλαυση της όρασης, η ποικιλία, η αρμονία και η ομορφιά της δημιουργίας κι η ευχαριστία στον Δημιουργό. Τα μύρα, οι ευωδιές και οι μοσχοβολιές είναι η πνοή, η ανάσα κι η ευχαριστία της γης και αντάμα με το φως η ευλογία του ουρανού.

Ελένη Ζώλη