Τί στην Ζωή είναι Αλήθεια και τί Ψέμα;
Η Ζωή η ίδια είναι η Αλήθεια ή το Ψέμα;
Είναι αυτή η Ζωή που ζούμε η γνήσια, η Αληθινή; Ή είναι η αντανάκλαση μίας άλλης Πραγματικότητας και άρα το ψέμα, η αυταπάτη;
Όταν, λοιπόν αναφύονται αυτά τα ερωτήματα, ποιός μπορεί να ορίσει και να οριοθετήσει το ψεύτικο από το αληθινό και την αλήθεια του καθενός ή το ψέμα του από την Καθολική Αλήθεια; Και εδώ όλα γίνονται πλέον σχετικά.
Οι Υπέρμαχοι της Αλήθειας βεβαίως θα υποστηρίξουν ότι η Αλήθεια πρέπει να λέγεται πάντα με κάθε κόστος ή τίμημα και να μην παραλλάζει ως Χαμαιλέων κατά τα το δοκούν ή κατά τα καλά και τα συμφέροντα. Είναι άραγε η Απόλυτη Αλήθεια εφικτή, δίκαιη ή ανθρώπινη; Πόσες δεν είναι όμως και οι περιπτώσεις όπου η Αλήθεια όταν λέγεται ωμά και υποστηρίζεται φανατικά και απόλυτα τότε μετουσιώνεται σε κάτι σκληρό και βίαιο, πολλές φορές ακόμα και απάνθρωπο.
Δεν είναι λίγες οι φορές που ένα αθώο ψέμα, ένα «λευκό» ψέμα, που λέγεται για να μην πληγώσεις ή για να προστατέψεις αυτούς που αγαπάς αλλά και για να μην θίξεις τους άλλους γύρω σου, ίσως είναι πολύ προτιμότερο και σωτήριο από μία αλήθεια που λέγεται με λάθος τρόπο και σε ακατάλληλο χρόνο.
Ασφαλώς, στην Ζωή χρειάζεται ρεαλισμός και όχι να πετάμε στα σύννεφα ή να ζούμε σε «ροζ φούσκες». Όταν, όμως, ο ρεαλισμός γίνεται ωμότητα, σκληρότητα και απομυθοποιεί τα πάντα, μη αφήνοντας περιθώρια για ομορφιά, αισιοδοξία και ελπίδα τότε η Αλήθεια γίνεται από Θετική Αξία Αρνητική Αξία. Γιατί καθετί που εφαρμόζεται απόλυτα μπορεί με καθ’ υπερβολήν εφαρμογή να μετατραπεί σε κόλαση ή τυραννία.
Για αυτό ακριβώς, χρειάζεται και λίγο παραμύθι στην πεζή ζωή μας, λίγη χρυσόσκονη, λίγη αστερόσκονη για να πασπαλίσομε τα όνειρα και τις ελπίδες μας. Η μεγάλη απομυθοποίηση των πάντων βλάπτει την ύπαρξή μας. Ο ωμός ρεαλισμός καταντά κυνισμός και μηδενισμός.
Τι κακό υπάρχει στο να πούμε σε έναν άνθρωπο μίας ηλικίας, πάντα καλοπροαίρετα και όχι με διάθεση κολακείας, «κρατιέστε πολύ καλά!», ακόμα και αν η κατάστασή του δεν είναι και η ιδανική.
Ποιό είναι το πρόβλημα αν πούμε σε κάποιον ασχημούλη ή κάποιον χοντρούλη «πόσο σου πάει αυτό το ρούχο ή πόσο σε φωτίζει αυτό το χρώμα!», αποσιωπώντας τα άσχημα σημεία του και τονίζοντας μόνο τα όμορφα.
Τι ζημία θα γίνει αν κάποιος πει στο πρόσωπο που αγαπά «πόσο όμορφος ή όμορφη είσαι στα μάτια μου!», εξυψώνοντάς το και κάνοντάς το να νοιώσει όμορφο και ξεχωριστό.
Ή τι θα γινόταν αν λέγαμε σε ένα όχι και τόσο έξυπνο ή όχι και πολύ εργατικό παιδί , αντί να το μαλώσομε για την ανεπάρκεια του και τονώνοντας έτσι το ηθικό του, κάτι πολύ προτιμότερο και ενθαρρυντικότερο όπως «σήμερα τα κατάφερες πολύ καλύτερα από εχθές» «αύριο θα είσαι σίγουρα πολύ καλύτερος αρκεί να το πιστέψεις ο ίδιος».
Τι θα έβγαινε αν δεν λέγαμε στον καθένα το «παραμύθι» που βαθειά μέσα του επιθυμεί να ακούσει, κάνοντας την ζωή του πιο όμορφη, γεμίζοντας την με χρώμα και όνειρο! Τι πιο ωραίο από το να αφαιρείς το γκρί, το μπλέ και το μαύρο και να βάζεις στην θέση τους φωτεινές, ρόδινες, χαρούμενες πινελιές και να βάφεις τον κόσμο με τα πιο όμορφα, χαρούμενα και ζεστά χρώματα που θα φωτίζουν και θα ζεσταίνουν τις καρδιές! Χίλιες φορές προτιμότερο ένα όμορφο και αθώο παραμύθι από μία μίζερη, ζοφερή και ωμή πραγματικότητα.
Άλλωστε, παραφράζοντας το γνωστό ρητό, «την αλήθεια πολλοί εμίσησαν, το παραμύθι ουδείς»
Τι και αν ο νέος λέει το παραμύθι του στην κοπέλα «είσαι η πιο όμορφη στον κόσμο. Τα μάτια σου είναι τα ωραιότερα που έχω δει». Και η κοπέλα στον καλό της «θα σε αγαπώ για πάντα» και μετά από καιρό να βρίσκεται ο καθένας με άλλο ταίρι. Σημασία έχει ότι ο δρόμος τους ήταν στρωμένος με τα άνθη των καλών προθέσεων και των ευγενικών συναισθημάτων. Το σημαντικό είναι ότι τα όμορφα λόγια τους φώτισαν για μία στιγμή τα σκοτάδια του κόσμου και της ψυχής.
Στο κάτω κάτω της γραφής, τίποτα δεν κρατάει για πάντα, όσο αληθινό και αν είναι. Όλα είναι εφήμερα, παροδικά, απατηλά. Όλα έχουν Αρχή, μέση και Τέλος.
Γιατί το μεγαλύτερο και ομορφότερο παραμύθι είναι η ίδια η Ζωή.
Μαργαρίτα Ρώμπαπα