Το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, η αναστολή ίδρυσης των νέων τμημάτων και ο ρόλος της ΑΔΙΠ

ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, Η ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΙΔΡΥΣΗΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΔΙΠ (=Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση)

Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας, Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, πολιτευτής της ΝΔ

Η πρόσφατη απόφαση της Υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως, για την αναστολή ίδρυσης  των 37 τμημάτων, που είχαν αποφασιστεί στο πλαίσιο των συγχωνεύσεων ΑΕΙ-ΤΕΙ, από τον τέως Υπουργό Παιδείας Κ. Γαβρόγλου, προκάλεσε εντάσεις στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών, ενώ δίχασε και τις διοικήσεις των πανεπιστημίων. Ειδικά στην Δυτική Μακεδονία, και δη στην Φλώρινα, οι αντεγκλήσεις μεταξύ των τοπικών βουλευτών αποδεικνύουν, για μια ακόμα φορά, ότι η διαχείριση ενός ζητήματος εθνικής εμβέλειας εκλαμβάνεται τις περισσότερες φορές από τις αντιμαχόμενες πολιτικές παρατάξεις  ως πρόσφορο πεδίο σύγκρουσης. Ακόμα καταδεικνύει ότι η στενή και  στο πλαίσιο του τοπικού σοβινιστικού πατριωτισμού ερμηνεία ζητημάτων εθνικής εμβέλειας, όπως αυτό, έχει ως συνέπεια την αποκόμιση εφήμερων πολιτικών κερδών και ουδόλως και σε καμία περίπτωση την εξεύρεση λύσεων. Ωστόσο οφείλω να επισημάνω ότι, σε αναντιστοιχία με την σοβούσα κομματική αντιπαράθεση, η Σύγκλητος του ιδρύματος επέδειξε την δέουσα σύνεση, αναμένοντας την ωρίμανση της ένθεν κακείθεν σχετικής επιχειρηματολογίας, και επέδειξε, αν μη τι άλλο, καλή πίστη και αυτοσυγκράτηση.

Είναι γεγονός ότι η ιστορία των κυοφορούμενων τμημάτων εμπλέκει, ανάμεσα στα άλλα και προσωπικές, αλλά και ιδεολογικές διαφορές, με σημείο αναφοράς την αντίληψη του ρόλου της ΑΔΙΠ. Σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ. 1. Α, του ν. 4009/2011, η ΑΔΙΠ είναι  υποχρεωμένη να υποβάλει στο Υπουργείο γνωμοδότηση,   για την εθνική στρατηγική σχετικά με την Ανώτατη Εκπαίδευση και επομένως ως ανεξάρτητος φορέας έχει κομβικό ρόλο στην χάραξη της πολιτικής αυτής. Εκκινώντας από όσα διαμείφθηκαν μεταξύ  του τέως Υπουργού και της τέως Προέδρου της ανεξάρτητης αρχής στην Βουλή, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο συγκεκριμένος ρόλος δεν αναγνωρίστηκε στην ΑΔΙΠ την περίοδο της Υπουργείας Γαβρόγλου.

Συγκεκριμένα η δημοσιοποίηση της αρνητικής γνωμάτευσης της τέως Προέδρου της ΑΔΙΠ για το ζήτημα των συγχωνεύσεων, προκάλεσε την επίθεση και την μήνιν του κυρίου Γαβρόγλου. Η αντιπαράθεση που προσέλαβε διαστάσεις στον τύπο, εστιάστηκε στα εξής σημεία: Σύμφωνα με την ΑΔΙΠ, οι προϋποθέσεις για τις σχεδιαζόμενες μεταβολές στον χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης περιλάμβαναν την  εκπόνηση επιστημονικής μελέτης για τις ακαδημαϊκές, οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους που συνδέονταν με τη μεταβολή αυτή. Συγκεκριμένα έπρεπε να διερευνηθούν η αναβάθμιση του Τεχνολογικού Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης, με την ιδιαίτερη φυσιογνωμία και αποστολή του, η αναγκαιότητα επέκτασης του Πανεπιστημιακού Τομέα, ο καθορισμός των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας και των περιφερειών της, η βιωσιμότητα των υφισταμένων προγραμμάτων σπουδών σε φοιτητές, διδακτικό προσωπικό και υποδομές, οι ανάγκες της αγοράς εργασίας και τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων κλπ. Η γνωμάτευση της ανεξάρτητης αρχής κατέληγε πως η ΑΔΙΠ θεωρεί ακατάλληλο τον τρόπο με τον οποίο αποφασίζεται η ένταξη υφιστάμενων προγραμμάτων σπουδών των Ιδρυμάτων του Τεχνολογικού Τομέα, σε Ιδρύματα του Πανεπιστημιακού Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Ο Υπουργός θεώρησε την γνωμάτευση της ανεξάρτητης αρχής ως αιτία πολέμου. Στις 24 Απριλίου ο τέως Υπουργός δήλωνε  Θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι δεν θέλω να ανοίξω αυτόν τον φάκελο, αλλά αυτή τη στιγμή δεν θέλαμε εμπλοκή της ΑΔΙΠ, γιατί η ΑΔΙΠ έχει εμπλακεί με το θέμα της πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών..

Ούτω πως η συγχώνευση ΤΕΙ-ΑΕΙ δεν συμπεριέλαβε την προϋπόθεση της γνωμάτευσης της ΑΔΙΠ και  υλοποιήθηκε με Υπουργικές αποφάσεις. Ειδικά για τα 37 νέα τμήματα, των οποίων η διασπορά ανά την ελληνική επικράτεια ουδόλως αφορά στην Δυτική Μακεδονία κατά αποκλειστικότητα, έγινε χωρίς συγκεκριμένα ακαδημαϊκά κριτήρια, χωρίς να έχουν προηγηθεί οι απαιτούμενες μελέτες σκοπιμότητας και βιωσιμότητας, χωρίς συνεκτικό σχεδιασμό, χωρίς καν την προηγούμενη γνώμη της ΑΔΙΠ,  σε αντίθεση με τις προϋποθέσεις του νόμου. Πολλές φορές  μάλιστα σε μια έξαρση λαϊκισμού και ψηφοθηρίας, όπως δηλώνει η νυν ηγεσία του Υπουργείου, η ίδρυση των τμημάτων υλοποιήθηκε  με βουλευτικές τροπολογίες της τελευταίας στιγμής.

 

Η νυν ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, υλοποιώντας την εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη, εξήγγειλε το αυτονόητο: την αναστολή ίδρυσης των εξαγγελθέντων ανά την ελληνική επικράτεια τμημάτων, για το έτος 1920-1921, με την προοπτική της επανεξέτασης από την ΑΔΙΠ των προϋποθέσεων που η ανεξάρτητη αρχή είχε θέσει στην δημοσιοποιημένη κριτική της, για τις συγχωνεύσεις ΑΕΙ-ΤΕΙ.

Για να μπορέσει μάλιστα η ΑΔΙΠ να ανταποκριθεί σε όλα αυτά, το Υπουργείο εξήγγειλε την ενίσχυσή της, μέσα από την ενδυνάμωση και  τον  μετασχηματισμό της σε σημαντικό εταίρο, στο πεδίο διαμόρφωσης της πολιτικής για την ανώτατη εκπαίδευση, με απώτερο στόχο την χάραξη μιας μακροχρόνιας στρατηγικής για την παιδεία.

 

Επομένως, οι νέες πρυτανικές αρχές του πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, θα κληθούν σύντομα να καταθέσουν τις εκθέσεις και τις μελέτες βιωσιμότητας, να διερευνήσουν τα επαγγελματικά δικαιώματα των δυνάμει αποφοίτων των νέων σχολών και εν γένει να διεκδικήσουν τα νέα Τμήματα για το πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας γενικά και για την Φλώρινα ειδικά. Και είναι σίγουρο ότι διαθέτουν την σχετική κατάρτιση και τεχνογνωσία, για να πετύχουν τους στόχους τους. Και ως γνωστόν τα ΑΕΙ έχουν το προνόμιο της αυτοδιοίκησης

 

Άρα οι αντεγκλήσεις και οι  αντιπαραθέσεις των τοπικών βουλευτών, πολιτευτών κλπ,  όπως και οι ακτιβιστικές πολικές των  αντιπολιτευόμενων φορέων, που περιλαμβάνουν μια ευρεία γκάμα αντιδράσεων, από διαμαρτυρίες, μέχρι στάσεις, εξεγέρσεις, κλπ,  δεν συμβάλλουν στην επίλυση των προβλημάτων του πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Πολλώ δε μάλλον των προβλημάτων της Φλώρινας.