Την αυγή της 6ης Απριλίου 1941 η 12η γερμανική Στρατιά υπό τον φον Λίστ επιτίθεται στα Μακεδονικά Οχυρά: ένα Σώμα αεροπλάνων στούκας καθέτου εφορμήσεως, δύο Σώματα στρατού, τεθωρακισμένες και μηχανοκίνητες Μεραρχίες και βαρύς όγκος πυροβολικού. Ανά 100 έως 200 αεροπλάνα βομβαρδίζουν κατά κύματα, τα πυροβόλα σφυροκοπούν ανελέητα, τα τρομερά πάντσερ προωθούνται στην πρώτη γραμμή και ειδικές δυνάμεις ορεινών καταδρομών εξορμούν με λόχους αντιαρματικών. Κόλαση. Αλλά οι φρουροί της Ελλάδος είναι εκεί και είναι οι νικητές. Κατάπληκτοι οι Γερμανοί αναδιπλώνονται, εξαπλώνονται και αποκρούονται πάλι. Οι Έλληνες γράφουν ένα απίστευτο πολεμικό έπος στα Οχυρά. Κάθε Οχυρό και μια ελληνική δόξα. Πυραμιδοειδές, Παλιουριώνες, Ρούπελ, Ουσίτσα, Περιθώρι, Καρατάς, Αρπαλούκι, Ιστίμπεη, Κέλκαγια, Ρουπέκο, Γκολιάμα, Εχίνος, Νυμφαία. Απ’ άκρη σ’ άκρη όλη η Γραμμή Μεταξά μια φωτιά. Λάμπει η παλληκαριά. Γερμανοί αλεξιπτωτιστές και καταδρομείς πέφτουν πάνω στα κελύφη των Οχυρών και, από τα φατνώματα, διοχετεύουν ασφυξιογόνα αέρια, ρίχνουν χειροβομβίδες και νάρκες. Τίποτε! Μια χούφτα Έλληνες, τόσοι δα, χυμούν από το εσωτερικό και με εφ’ όπλου λόγχη τους αποδεκατίζουν. Τα Μακεδονικά Οχυρά είναι καθοριστικό σημείο της ελληνικής πορείας διότι είναι ο Ελληνικός Τρόπος. Εκεί, στα Οχυρά, οι Έλληνες έδειξαν ακόμη μια φορά, μα θαυμαστά, τον τρόπο με τον οποίον εσαεί, αφ’ ότου υπάρχει Ιστορία στην Ευρώπη, αντιλαμβάνονται τον Κόσμον και τα Επέκεινα του Κόσμου τούτου. Είναι μοναδικός. Οι υπερασπιστές τους γνώριζαν ότι στο τέλος οι Μήδοι θα διαβούνε. Και, όταν οι Γερμανοί, διάβηκαν, ο Αδόλφος Χίτλερ διεκήρυξε στο Ράϊχσταγκ την 4η Μαΐου 1941: «Η ιστορική δικαιοσύνη, όμως, με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι, από όλους τους αντιπάλους που αντιμετωπίσαμε, ο ΄Ελλην στρατιώτης ιδίως επολέμησε με ύψιστον ηρωϊσμόν και αυτοθυσίαν».
Οι Γερμανοί πολεμιστές περιγράφουν άμεσα εκείνα τα μοναδικά πολεμικά βιώματά τους στο συλλογικό έργο Durchbruch durch die Metaxas-Linie που το 1942 κυκλοφόρησε η Βέρμαχτ για να τιμήσει τα παλληκάρια. Ιδού μαρτυρίες.
Ο υπολοχαγός Όφερχιουζ με λόχο αντιαρματικών επετέθη στο Οχυρό Ουσίτσα. Αναφέρει: «Μια μάχη άνευ προηγουμένου ξεκινά τώρα. Το τεθωρακισμένο στρίβει κατά μέτωπο προς τα πολυβολεία. Η πρώτη βολή φεύγει από την κάννη του. Διάολε! Οι τύποι έχουν εξαπολύσει πραγματική κόλαση εναντίον μας. Μα αυτά δεν είναι μόνο πολυβόλα! Από κάπου ρίχνει και ένα αντιαρματικό! Θεέ μου, πού διάολο βρίσκεται κρυμμένο; Αυτά έγιναν στην Ουσίτσα την 6η Απριλίου 1941.Το βράδυ εκείνο επέστρεψαν από τη διμοιρία μου τέσσερις άνδρες, από τους είκοσι που είχαν λάβει μέρος στην επίθεση».
Ο δεκανέας Σνάϊντερ από το χάραμα της 6ης Απριλίου επιτίθεται στο ύψωμα 322 αλλά, παρά την συντριπτική υπεροχή πυρός καθηλώνεται μέχρι το σούρουπο. Καταθέτει: «Η ώρα είναι ήδη 18:20. Τα Στούκας εμφανίζονται, ακριβώς όπως είχε προγραμματιστεί. Οι βόμβες τους πέφτουν στο πεδίο, που βρίσκονται τα πολυβολεία. Μια βροχή από πέτρες και χώματα πέφτει πάνω μας. Τώρα προωθούνται τα τεθωρακισμένα και βάλλουν κατά των πολυβολείων. Την επόμενη στιγμή, ακριβώς μόλις είμαστε έτοιμοι να επιτεθούμε ακούγεται μια κραυγή: «Τα παλιόσκυλα μας ρίχνουν από αριστερά!». Μας γαζώνουν πριν καλά-καλά ξεκινήσουμε. Τότε άρχισαν τα φονικά πυρά του εχθρικού πυροβολικού. Βολή τη βολή μας αποδεκατίζουν. Ούτε η 3η, ούτε η 4η, 5η και 6η προσπάθεια των Στούκας φέρνουν κάποιο αποτέλεσμα. Ούτε ένα πολυβολείο δεν έχει σιωπήσει, ούτε καν οι υπερυψωμένες σκοπιές και το καμουφλάζ τους δεν έχουν πληγεί. Καθώς πλησιάζω στο χαντάκι είναι ακόμη η επίθεση των Στούκας εν πλήρει εξελίξει. Στήνω τα πολυβόλα που θα μας καλύπτουν. Αυτά πρέπει να βάλλουν κατά της θυρίδας του πολυβολείου. Αμέσως μόλις έπεσαν οι τελευταίες βόμβες εφορμούμε. Χωρίς εχθρικά πυρά προωθούμαστε μέχρι το φρύδι της πλαγιάς. Μας χωρίζουν ακόμη 100 ως 150 μέτρα από τα πολυβολεία. Στα δεξιά μας προωθούνται λίγο περισσότερο δύο άλλες ομάδες από τη δεύτερη διμοιρία. Τα πολυβόλα ρίχνουν εναντίον μας λυσσασμένα από τα πολυβολεία. Όταν θα εφορμήσουμε αυτά θα μας σπείρουν σε κάθε στιγμή το θάνατο και την καταστροφή. Η συνέχιση της επίθεσης θα σήμαινε συνέχιση της παράνοιας. Να σκάψουμε ορύγματα τόσο κοντά στα πολυβολεία, αδύνατον. Μοναδική επιλογή λοιπόν η υποχώρηση. Μόλις σκοτείνιασε οδήγησα τα απομεινάρια της 1ης και 2ης διμοιρίας πίσω στο δάσος».
Την δεύτερη ημέρα, 7 Απριλίου, ισχυρές δυνάμεις εξαπολύουν νέο κύμα επιθέσεων στο Οχυρό Παλιουριώνες. Ο αρχιλοχίας Diebel περιγράφει: «Δεν προλαβαίνω να μπω πάλι στο όρυγμά μου, όταν δεχόμαστε εκ νέου πυρά. Πάλι έκρηξη, θραύσματα και κραυγές από κάποιον τραυματία. Τώρα συμβαίνει κάτι που δεν το είχα φανταστεί ποτέ. Κάποιοι πηδούν από τα ορύγματα, τραβούν κι άλλους μαζί τους και ξαφνικά κατεβαίνει όλος ο λόχος τρέχοντας την πλαγιά πίσω από το δάσος. Επικρατεί πανικός. Πριν φτάσω μέχρι εδώ είχε έρθει από το τάγμα η διαταγή να υποχωρήσουμε στο λιβάδι. Πρέπει να κοιτάξουμε πως θα φύγουμε από εδώ αμέσως πριν έχουμε και άλλες απώλειες».
Τα Μακεδονικά Οχυρά δεν παραδίδονται. Παραδίδεται, όμως, η Γιουγκοσλαβία. Στις 6 και 7 Απριλίου τεθωρακισμένες Μεραρχίες της Βέρμαχτ και η επίλεκτη τεθωρακισμένη Μεραρχία «Αδόλφος Χίτλερ» των Βάφεν Ες-Ες διέρχονται αμαχητί τα γιουγκοσλαβικά σύνορα και ξεχύνονται στην ελληνική Μακεδονία μέσω των κοιλάδων των ποταμών Εριγώνος, Αξιού και Στρυμόνος. Ορισμένα Οχυρά αναγκάζονται να παραδοθούν. Αλλά όχι όλα. Οι υπερασπιστές τους έχουν εξαντλήσει όλα τα πυρομαχικά τους και πέφτουν λιπόθυμοι μέσα στα πυκνά ασφυξιογόνα αέρια.
Στις 7 Απριλίου 1941 το Γενικό Στρατηγείο αναφέρει στο 164ο πολεμικό ανακοινωθέν του: «Εις την κοιλάδα του Στρυμόνος τα οχυρά Ιστίμπεη και Κέλκαγια, αγωνισθέντα μέχρις εσχάτων και καταστραφέντα, κατελήφθησαν υπό του εχθρού. Εις την Δυτικήν Θράκην, εκκενωθείσαν εγκαίρως και κανονικώς, διά λόγους επιχειρήσεων, τα Οχυρά Εχίνος και Νυμφαία ανθίστανται εις τας εχθρικάς προσβολάς απαγορεύοντα την διέλευσιν των βαρέων υλικών του εχθρού».
Στις 9 Απριλίου πρωί οι Γερμανοί εισέρχονται στη Θεσσαλονίκη και ο Ελληνικός Στρατός της Μακεδονίας συνθηκολογεί. Από τις Σέρρες ο Μέραρχος Διοικητής των Οχυρών τηλεφωνεί στο Οχυρό Περιθώρι. Αναφέρει την δραματική εξέλιξη και διατάσσει την παράδοσή του διότι κάθε άμυνα είναι πλέον άσκοπη. Ο επί κεφαλής των υστάτων υπερασπιστών του απαντά: Το Οχυρόν Περιθώρι δεν παραδίδεται, στρατηγέ. Και πράγματι συνεχίζει να αντιστέκεται όλη μέρα. Έτσι, για την Τιμή.
Ο Γερμανός αρχιλοχίας Diebel είναι καθηλωμένος μπροστά στο Οχυρό Παλιουριώνες και αναφέρει: «9.4.1941. Στις 18:00 έρχεται προφορική εντολή από το σύνταγμα να μεταβεί στο ύψωμα 307.5 ως αντιπρόσωπος ο υπολοχαγός Ρίχσταϊν, προκειμένου να διεξάγει διαπραγματεύσεις για την παράδοσή του. Σιγά-σιγά γίνεται γνωστή η γενικότερη εξέλιξη της κατάστασης. Οι μονάδες τεθωρακισμένων, που επιτέθηκαν στην Ελλάδα από τη Γιουγκοσλαβία έχουν ήδη καταλάβει τη Θεσσαλονίκη και έχουν αποκόψει τη Μακεδονία από την υπόλοιπη Ελλάδα. Ο ανώτατος διοικητής του Μακεδονικού Μετώπου έχει συνθηκολογήσει».
Μόνοι, κατάμονοι, αυτοί και την Ιστορία, οι τελευταίοι υπερασπιστές εξακολουθούν να πολεμούν όταν όλα πια όλα έχουν χαθεί. Όχι όλα. Μένει η Τιμή της Πατρίδας. Ο Ελληνικός Στρατός εκκενώνει τη Θράκη αλλά στα βουνά τα Οχυρά Εχίνος και Νυμφαία δεν παραδίδονται. Στο θρυλικό μοναχικό πολυβολείο Π8 εξαντλούνται όλα τα πυρομαχικά του και οι στρατιώτες του. Μπροστά του η Ομορφοπλαγιά του Μπέλες είναι γεμάτη νεκρούς Γερμανούς. Φτάνουν νέες δυνάμεις και το μήνυμα της συνθηκολόγησης. Μόνον τότε οι τελευταίοι υπερασπιστές του εξέρχονται και παραδίδονται. Όλοι κι όλοι τρεις: δυό στρατιώτες και ένας λοχίας. Οι Γερμανοί χαιρετούν στρατιωτικά τους γενναίους. «Ποιός είναι ο αξιωματικός διοικητής;», ρωτάει ο επί κεφαλής. «Εγώ, έφεδρος λοχίας Δημήτριος ΄Ιτσιος». «Συγχαρητήρια. Πολεμήσατε ως Έλληνες», του λέει έκπληκτος μα βλοσυρός ο Γερμανός αξιωματικός. «Βλέπεις, όμως, μού θερίσατε τόσους άνδρες μου». Χαιρετάει ξανά, τραβάει το πιστόλι και δολοφονεί εν ψυχρώ τον λοχία. Ήταν Βλάχος από τα Άνω Πορρόϊα. Με τον γιό του Σούλη, που μεγάλωσε ορφανός, είμαστε φίλοι μια ζωή.
Στο Οχυρό Γκολιάμα οι νόμοι του πολέμου έχουν αντιστραφεί. Οι αμυνόμενοι επιτίθενται και οι επιτιθέμενοι Γερμανοί αμύνονται! Το μεσημέρι της 9ης Απριλίου καταφθάνει ένα ολόκληρο Σύνταγμα της Βέρμαχτ αλλά οι Έλληνες ετοιμάζονται να του επιτεθούν. Κουρελιάζουν τους αριθμούς. Και μόνον τότε σημαίνει η ανακωχή.
Το Οχυρό Ρούπελ αμύνεται όλο το 24ωρο της 9ης Απριλίου. Την επομένη παρουσιάζονται με λευκή σημαία Γερμανοί αξιωματικοί. Βγαίνει ο Διοικητής του Δαράτος και του εξηγούν ότι από χθες είχε επέλθει η συνθηκολόγηση. Απαντά ξερά: «Τα Οχυρά δεν παραδίδονται. Καταλαμβάνονται». Και επιστρέφει. Εξηγεί στους άνδρες του και στους αξιωματικούς του την δραματική τροπή των μαχών και ρωτάει:
«Τι πράττομεν;» Απαντούν όλοι μαζί: «Πίπτομεν μέχρις ενός». Χρειάσθηκε να επέμβει ο γιατρός τους για να τους συνεφέρει. ΄Ησαν αλλοπαρμένοι. Τους πήρε στην αγκαλιά της η Ιστορία. Χρέος μας να τους μνημονεύουμε. Η μνήμη τους αγιοκέρι.
Τα Έθνη είναι κοινότητες κοινής μνήμης. Και, άμα την χάσουν, τα Έθνη χάνονται.
Ν. Ι. Μέρτζος