Παρατηρήσεις επί της εισηγήσεως του βουλευτή Κ. Σέλτσα προς την Βουλή των Ελλήνων για την συμφωνία των Πρεσπών
Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Καταρχήν ομολογώ πως αδυνατώ να εννοήσω το προοίμιο της εισήγησης Σέλτσα , αφού δηλώνει ότι στη βουλή συζητιέται σήμερα ένα θέμα που χαρακτηρισμένο (πότε στο παρελθόν ή σήμερα;) ως εθνικό, συνοδευόταν στο παρελθόν (;) από λογοκρισία. Φρονώ πως η συγκεκριμένη διατύπωση υπαινίσσεται τις καταχρήσεις της «δημόσιας ιστορίας», οι οποίες όμως δεν αφορούν στην παρούσα πολιτική συγκυρία.
Στη συνέχεια επαναλαμβάνει αυτολεξεί την εκδοχή της κυβέρνησης περί ονοματοδοσίας «σύμφωνης με την εθνική γραμμή», περί σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό erga omnes, περί ιθαγένειας και γλώσσας δίνοντας έμφαση, από τη μια στην αποσύνδεση του ιστορικού παρελθόντος της FYROM από την ελληνική αρχαιότητα, χωρίς καμία αναφορά στις συγκρούσεις του 19ου και του 20ου αιώνα και από την άλλη στην «παχυλή» επένδυση στις ελπίδες και στις προσδοκίες για ειρηνική συνύπαρξη των λαών των δύο γειτονικών χωρών. Διανθίζει μάλιστα το κείμενο με αναφορά στον στόχο της νέας συνοριακής σύνδεσης των δύο χωρών μέσω Πρεσπών και της δημιουργίας τουρισμού, Βαλκανικού πάρκου και προοπτικών μεγάλου πλούτου και ευημερίας στην περιοχή μας, λόγοι για τους οποίους κατά Σέλτσα η πλειοψηφία των κατοίκων του νομού είναι θετικά διακείμενη απέναντι στη συμφωνία.
Πραγματικά θα πρέπει να χαιρετίσουμε τη συγκεκριμένη τροχοδρόμηση του λόγου του κ. Σέλτσα στην «εθνική γραμμή», όπως και αν αυτή προσλαμβάνεται από τον ίδιο. Επιπλέον οι εικόνες της Πρεσπιώτικης ευημερίας που καταγράφονται, αν και ουτοπικές μέσα στις εικόνες κρίσης που βιώνουμε καθημερινά, μπορούν να θεωρηθούν «αναφορές ενός πολιτικού με όραμα». Το ίδιο ενδεικτικές της αναθεωρημένης οπτικής του θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν οι παραθέσεις ονομάτων «ανανηψάντων» προερχόμενων από την συντηρητική παράταξη ή από τον ευρύτερο αστικό πυρήνα του κοινοβουλίου , οι οποίοι είδαν να τους δικαιώνει ο κ. Σέλτσας ή η ιστορία. Αυτή που κατά τον ίδιο «πόρρω απέχει από τις αφομοιωτικές τάσεις της εθνικής ιδεολογίας» που οδηγούσαν σε ασυνείδητη πλύση εγκεφάλου, χρόνια τώρα, τους καλοπροαίρετους και απονήρευτους μεν, χειρουργήσιμους δε ψηφοφόρους του.
Η καταλείδα της τοποθέτησής του μάλιστα εμπεριέχει δυο συνθήματα και μια συγχαρητήρια επίκληση. Το πρώτο σύνθημα καλεί όλους τους πολίτες να αρθούν πάνω από τις συμβάσεις των μύθων της ιστορίας και να συγκροτήσουν μια αγαπημένη συμφιλιωμένη ομάδα με τους κατοίκους της γείτονος, τέτοια που θα επουλώσει τα τραύματα του παρελθόντος. Το δεύτερο προσκαλεί στην αναθεώρηση του «πατριωτισμού», έτσι ώστε να συγκλίνει με τον «διεθνισμό».
Το σημαντικότερο όμως σημείο για το οποίο, κατά τη γνώμη μας, γράφτηκε όλο το κείμενο, είναι η έκφραση συγχαρητηρίων στον Πρωθυπουργό, όχι γιατί συνέβαλε όπως ο κ. Σέλτσας ισχυριζόταν ως τώρα στην σύναψη της καλύτερης συμφωνίας που επιλύει τα προβλήματα του παρελθόντος, αλλά επειδή έκανε αναφορά στους « Μακεδόνες (;) πολιτικούς πρόσφυγες που δεν τους δόθηκε το δικαίωμα επαναπατρισμού το 1983 με τον ρατσιστικό νόμο Σκουλαρίκη-Γεννηματά (;).» Και αυτή η κατακλείδα καθιστά σίγουρα άχρηστη την προηγούμενη επιχειρηματολογία, το σύνολο σχεδόν του κειμένου της ομιλίας, με τον όψιμο εθνικό προσανατολισμό της, φωτίζοντας ταυτόχρονα το πολιτικό τοπίο στην Φλώρινα μετά την συμφωνία: το ξύπνημα των διεκδικήσεων με φόντο το Ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και την δρομολόγηση πληθώρας μετακινήσεων-μετεγκαταστάσεων γόνων προσφύγων της περιόδου του εμφυλίου, προς την ελληνική Μακεδονία και την συνακόλουθη έγερση από μέρους τους διεκδικήσεων των δεσμευθέντων στο παρελθόν από το ελληνικό κράτος περιουσιακών στοιχείων.
Είναι άραγε ο κ. Σέλτσας αντικειμενικός όταν λέει πως η πλειοψηφία των κατοίκων του νομού της Φλώρινας είναι θετική απέναντι στη συμφωνία των Πρεσπών;