Οι Μπέηδες και άλλοι αξιωματούχοι της πόλης της Φλώρινας – Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης

Μετά την κατάληψη της Φλώρινας από τους τούρκους, το μεγαλύτερο τμήμα της γης μοιράστηκε στους αξιωματούχους, και σχηματίστηκε μια στρατιωτική αριστοκρατία γαιοκτημόνων. Αυτοί είχαν τον τίτλο του Μπέη, που ήταν κληρονομικός. Οι οικογένειες που έφεραν τον τίτλο του Μπέη ήταν πανίσχυρες. Οι Μπέηδες απολάμβαναν την εξουσία και κυβερνούσαν αυταρχικά  τους κολίγους,  που είχαν στα κτήματά τους, αλλά και όλους τους ραγιάδες.  Μικρά κτήματα πήραν και οι τούρκοι στρατιώτες που εγκαταστάθηκαν στην πόλη μας. Και αυτοί απολάμβαναν την εξουσία του κατακτητή.

Στα χρόνια όμως του Αλή Πασά το τουρκικό κατεστημένο της παλιά αριστοκρατίας των Μπέηδων άλλαξε, επειδή ο Αλή Πάσας φρόντισε να κάνει νέους Μπέηδες, που ήταν τουρκαλβανοί και τους έδωσε τσιφλίκια στον κάμπο της Φλώρινας. Η δυσαρέσκεια των τούρκων Μπέηδων ήταν μεγάλη, αλλά μπρος στην δύναμη του Αλή Πασά δεν μπόρεσαν να αντισταθούν. Προτίμησαν μόνο να τους ειρωνεύονται και να αποκαλούν «Γιουφτομπέηδες» τους τουρκαλβανούς Μπέηδες, επειδή δεν ανήκαν στην παλιά αριστοκρατία. Με την πάροδο του χρόνου όμως οι παλιοί αριστοκράτες τούρκοι Μπέηδες και οι νέοι Μπέηδες από την Αλβανία συμπεθέριασαν και δημιούργησαν ένα νέο κατεστημένο.

Πριν την κατάλυση του φεουδαλισμού, που είχε ως αφετηρία την απελευθέρωση του 1912, υπήρχαν οι παρακάτω Μπέηδες, που ήταν γαιοκτήμονες πολλών κτημάτων στο κάμπο και στα βουνά.

Ο Τεφίκ Μπέης έμενε σε ένα μεγάλο σπίτι με τεράστια αυλή στην σημερινή οδό Σαρανταπόρου, κοντά στο σημερινό Νέο Πάρκο. Είχε πολλά ακίνητα στην πόλη και κτήματα στον κάμπο. Ήταν και αυτός ισχυρός στην ευρύτερη περιοχή και ένας από τους γαμπρούς του ήταν ο Ιμπραΐμ Μπέης από το Τέτοβο.

Ο Ακίμ Μπέης ήταν τουρκαλβανός και η οικογένεια του είχε τίτλους ευγενείας από τα χρόνια του Αλή Πασά. Έμενε σε ένα νεοκλασικό κτήριο στην σημερινή οδό Ταγματάρχου Σωτηρίου, και όλος ο χώρος, όπου χτίστηκε, το 1924, η Δημοτική Αγορά ήταν ο κήπος του σπιτιού του  και των συγγενών του. Ο Ακίμ Μπέης ήταν πολύ ισχυρός, επειδή ήταν Διευθυντής της εταιρείας του μονοπωλίου του καπνού, που ονομαζόταν «Ρεζί» και είχε στην διάθεσή του ολόκληρο σώμα ενόπλων, τους «Κολτζήδες». Ο Ακίμ Μπέης ήταν δεινός κυνηγός, και μάλιστα μια χρονιά μετά το 1900 περίπου, που τα βουνά της Φλώρινας είχαν γεμίσει αγρίμια, κάλεσε όλους τους κυνηγούς και άλλους που δεν ήταν, για να βγουν στα βουνά και να σκοτώσουν τα αγρίμια. Η μεγάλη συγκέντρωση των κυνηγών έγινε στον κήπο του, όπου σήμερα βρίσκεται η Δημοτική Αγορά και ο Ακίμ Μπέης πάνω στο λαντόνι του έβγαλε λόγο για το κυνήγι και την προσφορά του τελειώνοντας με την φράση «γιουγκούν αμπά». Αυτό ήταν και το σύνθημα και ξεχύθηκαν στο κάμπο και στα βουνά εκατοντάδες κυνηγοί, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, για να σκοτώσουν τα άγρια θηρία. Ήταν η μεγαλύτερη συγκέντρωση κυνηγών, που έγινε ποτέ στην Φλώρινα και οφείλεται στην αγάπη του Ακίμ Μπέη για το κυνήγι.

Ο Ιζέτ Πασάς έμενε σε ένα μεγάλο σπίτι με τεράστια αυλή, το οποίο πούλησε το 1905 στην ελληνική κοινότητα Φλωρίνης και στεγάστηκε σε αυτό το ελληνικό σχολείο. Μαζί με τον αδελφό του Σακήρ Μπέη είχαν πολλά κτήματα στην περιοχή του χωριού Βεύη, και τα γύρω χωριά. Ο τίτλος του Πασά που κατείχε ήταν το στρατιωτικό αξίωμα του στρατηγού και ήταν διοικητής όλων των στρατιωτικών μονάδων του Καζά της Φλώρινας. Παράλληλα όμως ασχολιόταν με τα κτήματα του. Ο Ιζέτ Πασάς  διατηρούσε και γραφείο δημοσίων σχέσεων, που ονομαζόταν «Σελάμλικ» και στεγαζόταν σε ένα μικρότερο οίκημα – το σπίτι αυτό υπάρχει – δίπλα από την κατοικία του. Γραμματέας του γραφείου του ήταν ο Λάζαρος Γούναρης, ο οποίος γνώριζε αρκετές γλώσσες και διευκόλυνε τον Πασά. Ο Ιζέτ Πασάς ήταν φιλέλληνας, όχι μόνο επειδή πούλησε το σπίτι του στην ελληνική κοινότητα, αλλά, όπως φημολογείται, πήγε κρυφά μέχρι τον χωριό Νυμφαίο για να συναντήσει τον Παύλο Μελά.  Μετά το ξεπούλημα της ακίνητης περιουσίας του, ο Ιζέτ Πασάς, μετακόμισε σε άλλη μεγαλύτερη πόλη. Άλλοι έλεγαν ότι μετακόμισε στο Μοναστήρι, όπου έμενε ο αδελφός του, Σακήρ Μπέης, και άλλοι έλεγαν ότι πήγε την Κωνσταντινούπολη, όπου προήχθη σε ανώτερη θέση.

Ο Σεήτ Αλή Μπέης έμενε στο κέντρο της πόλης και όλα τα σπίτια και τα οικόπεδα των σημερινών οδών Μεγαρόβου και Τυρνόβου ήταν δικά του. Ο αδελφός του Ομέρ Μπέης έμενε στην σημερινή οδό Παύλου Μελά και ήταν ιδιοκτήτης πολλών οικημάτων και οικοπέδων στις σημερινές οδούς Σαρανταπόρου, Παύλου Μελά και πλατεία Αρχελάου.

Ο Σουκρή Μπέης και ο αδελφός του Ριζά Μπέης έμεναν στην σημερινή οδό Σαρανταπόρου κοντά στο τζαμί του Μεκτεπέ. Δικά τους ήταν όλα τα ακίνητα κοντά στο τζαμί και προς το ποτάμι.

Υπήρχαν και άλλοι αξιωματούχοι, όπως οι Αγάδες και οι Εφέντηδες, καθώς και οι Καδήδες, που δίκαζαν σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο και οι Μουφτήδες, που ήταν οι θρησκευτικοί ηγέτες των μουσουλμάνων.

Στην γειτονιά των αγγειοπλαστών έμενε ο Οσμάν Αγάς, που οι πρόγονοί του κατάγονταν από το χωριό Κορυφή και κατά άλλους από το χωριό Τρίβουνο της Φλώρινας, και εξισλαμίστηκαν στα χρόνια του Αλή Πασά. Τότε πήραν αξιώματα και κτήματα στον κάμπο της Φλώρινας. Ο Οσμάν Αγάς, που οι χριστιανοί τον αποκαλούσαν Γιούφτσε, από το όνομα Ιωσήφ, ήταν στρατιωτικός. Πάντα κυκλοφορούσε  με την τουρκική στολή Συνταγματάρχη, επειδή ήταν Χιλίαρχος των Γκέγκηδων. Ο Οσμάν Γιούφτσε κατηγορούσε δημόσια το ελληνικό κράτος και προέτρεπε τους χριστιανούς αγγειοπλάστες να στηρίζουν την επανάσταση των Νεοτούρκων και όχι την Ελλάδα. Έκρυψε όμως τον Καπετάν Στέφο και τον γλύτωσε όταν τον καταζητούσε η τουρκική Αστυνομία, και κατά βάθος ήταν φιλέλληνας. Το 1912, την ημέρα που απελευθέρωνε ο ελληνικός στρατός την Φλώρινα, ο Χιλίαρχος Οσμάν Αγάς με του Γκέγκηδες ήταν οχυρωμένοι μεταξύ των χωριών Πέρασμα και Τροπαιούχου. Μετά την παράδοση της πόλης ο Οσμάν Γιούφτσε και οι Γκέγκηδες παραδόθηκαν στον ελληνικό στρατό. Φημολογείται ότι  οι ελληνικές αρχές κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών του πρότειναν να βαπτιστεί χριστιανός και να μείνει στον τόπο του. Αυτός όμως προτίμησε να φύγει στην Τουρκία, επειδή πίστευε ότι ήταν θέλημα του Θεού.

Ο Ομέρ Αγάς ήταν πλούσιος, απόγονος εξισλαμισμένης οικογένειας Φλωρινιωτών. Τα ακίνητα της σημερινής οδού Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ήταν δικά του. Δικό του ήταν και το αρχαίο λουτρό της αγοράς. Κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών, κάποιοι γνώριζαν ότι μετέφερε πλούτη και τον λήστεψαν στο τρένο. Ο Ομέρ Αγάς από τον καημό του πέθανε και για άλλους αυτοκτόνησε, αφού τα είχε χάσει όλα. Ο Ομέρ Αγάς πίστευε ότι θα γυρίσουν κάποτε στην Φλώρινα. Γι αυτόν τον λόγο είχε κρύψει ένα κιούπι με χρυσά νομίσματα στον βόθρο του σπιτιού του. Κάποιος Φλωρινιώτης όμως βρήκε το κιούπι και έγινε πλούσιος.

Ο Αβδη Γιουσούφ Έφεντη ήταν πλούσιος έμπορος  και έμενε στην σημερινή οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το σπίτι του ήταν το σημερινό Δημαρχείο.

Ο Χουλασή Έφεντη ήταν ο τελευταίος Μουφτής της Φλώρινας. Ήταν ένας από τους αξιωματούχους που παρέδωσε την Φλώρινα στον ελληνικό στρατό, το 1912. Έμενε στην σημερινή οδό Θράκης, όπου ήταν και ο πύργος του (κουλάς). Η οικογένεια αυτή είχε κτήματα κοντά στο Τσιφλίκι. Ήταν αλβανικής καταγωγής και φιλέλληνες.

Ο Μεχμέτ Αγάς ήταν ο τσιφλικάς του Κάτω Τσιφλικίου.

Ήταν και άλλοι πολλοί για τους οποίους όμως δεν υπάρχουν πληροφορίες. Αφήσαμε για το τέλος τον πιο σημαντικό Μπέη, το Ριζά Μπέη.

Ο Ριζά Μπέης, ο τελευταίος τούρκος Δήμαρχος, έμενε σε ένα μεγάλο σπίτι απέναντι από το σημερινό Δημαρχείο, στην άλλη μεριά του ποταμού,  και από το όνομά του όλη η γειτονιά ονομαζόταν «γειτονιά του Ριζά».  Η οικογένεια αυτή ήταν πανίσχυρη, με εξουσία και κτήματα. Ιδιοκτησία τους ήταν πολλά κτήματα στον κάμπο και πολλά στρέμματα του βουνού Καϊμακτσαλάν. Τα συμπεθεριά τους με τους άλλους Μπέηδες, όπως με τον Κενάν Μπέη της Βίγλιστας της Αλβανίας και άλλους τους καθιστούσε πανίσχυρους. Η οικογένεια του Ριζά Μπέη ήταν η πιο παλιά τουρκική οικογένεια, που οι πρόγονοί της, ως αξιωματούχοι κατέλαβαν την Φλώρινα. Ο Ριζά Μπέης είχε μεγάλο σπίτι και εικοσιτέσσερις γυναίκες στο χαρέμι του και άλλες τόσες υπηρέτριες. Είχε σωματοφύλακες, και εξοχικές κατοικίες. Μια εξοχική κατοικία ήταν απέναντι από τα Καβάκια και μια άλλη στο χωριό Αμμοχώρι, όπου ξεκουράζονταν οι χανούμισσες τους θερινούς μήνες. Ήταν ένας γνήσιος αριστοκράτης και γαιοκτήμονας, χαρακτηριστικό παράδειγμα του οθωμανικού φεουδαλικού συστήματος.

Ο Ριζά Μπέης ήταν ο τελευταίος τούρκος Δήμαρχος, ενώ ο Τέγος Σαπουντζής ήταν ο πρώτος έλληνας Δήμαρχος, που στις 8 Νοεμβρίου του 1912 ανέλαβε τα καθήκοντά του.   Ο Τέγος (Στέργιος) Σαπουντζής καταγόταν από το χωριό Κέλλη, και οι γονείς του ήρθαν στην Φλώρινα για να σωθούν από τους βούλγαρους κομιτατζήδες. Η οικογένεια Σαπουντζή στην πόλη  προόδευσε, επειδή το εμπόριο σιτηρών και  αλεύρων, καθώς και ο υπερσύγχρονος μύλος τους, τους έφεραν  σε καλύτερη οικονομική κατάσταση, από αυτήν που είχαν στον χωριό. Ο Τέγος σπούδασε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Μοναστηρίου και  ήταν από τα πιο δραστήρια μέλη της ελληνικής οργάνωσης Φλώρινας, μέχρι την απελευθέρωση. Η δραστηριότητά του αυτή για την ελληνική ιδέα, αλλά και η μόρφωσή του και η εκτίμηση  από τους συμπολίτες του, έκανε τις ελληνικές αρχές να τον διορίσουν Δήμαρχο, τον πρώτο έλληνα Δήμαρχο της Φλώρινας.

Ο Ριζά Μπέης και Τέγος Σαπουντζής ήταν επιστήθιοι φίλοι. Οι δυο τους περνούσαν πολλές ώρες παίζοντας χαρτιά και συζητώντας στο καφενείο «Μητρόπολις». Ο ένας αριστοκράτης και ο άλλος αστός. Ο πρώτος ήταν εκπρόσωπος ενός κοινωνικού και οικονομικού συστήματος που έφθινε από τους απελευθερωτικούς αγώνες των λαών των Βαλκανίων, ενώ ο άλλος ήταν εκπρόσωπος του αστισμού, της μεσαίας τάξης, που ο αγώνας της στα Βαλκάνια δεν ήταν μόνο εθνικοαπελευθερωτικός, αλλά και κοινωνικός.

Αυτή η φιλία των δυο ανδρών, που βοήθησε στην απελευθέρωση της πόλης, έχει μέσα της έναν συμβολισμό. Είναι ο συνδετικός κρίκος δυο συστημάτων, που διέφεραν εθνικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά, και στις 8 Νοεμβρίου του 1912 ο άρχοντας του φεουδαλισμού  παρέδωσε την εξουσία της πόλης στον άρχοντα του φιλελευθερισμού.

Τέλος, άξιον αναφοράς είναι το γεγονός, ότι όλες αυτές οι μεγάλες περιουσίες, σε σπίτια, οικόπεδα, χωράφια, λιβάδια, βοσκότοπους και δάση, καθώς και οι πιο μικρές περιουσίες, όλων των μουσουλμάνων, με την Ανταλλαγή των πληθυσμών πέρασαν στην Κτηματική Υπηρεσία της Εθνικής Τραπέζης. Μερικοί μουσουλμάνοι έφυγαν στην Αλβανία και στην Σερβία και κατάφεραν – άγνωστο με ποιόν νόμο – να κρατήσουν μέρος της ακίνητης περιουσίας τους. Από τις μουσουλμανικές περιουσίες ένα μέρος δόθηκε στους πρόσφυγες, από τον Πόντο, Μικρά Ασία και Ανατολική Θράκη. Οι εντόπιοι πληθυσμοί δεν πήραν τίποτε από αυτήν την μοιρασιά. Μεγάλη αδικία και μεγάλο σφάλμα των ελληνικών Κυβερνήσεων. Αντίθετα η Κτηματική Υπηρεσία πούλησε πολλά ακίνητα στους ενδιαφερόμενους μετά την Ανταλλαγή των πληθυσμών. Από αυτήν την υπηρεσία αγόρασαν οι εντόπιοι χωράφια, αμπέλια και σπίτια και αύξησαν ή απέκτησαν ακίνητη περιουσία. Τα χρήματα των εντοπίων ήταν κυρίως δολάρια. Ήταν οι κόποι τους στην Αμερική, στα χρόνια της μετανάστευσης.

Όλα άλλαξαν μέσα σε λίγα χρόνια. Η φεουδαρχία και η οθωμανική αριστοκρατία πέρασε στο παρελθόν. Η άνοδος της μεσαίας τάξης και οι ελληνικές δημοκρατίες άλλαξαν την Φλώρινα και από μια μουσουλμανική κωμόπολη του 19ου αιώνα, έγινε μια πόλη με αστικό πληθυσμό και ευρωπαϊκό προσανατολισμό, μέσα στον 20ο αιώνα.

 

Δημήτριος Μεκάσης