Η ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΙΜΗ ΜΟΥΣΙΟ
Λες και ήταν χθες, που ο Μίμης πρωτοπερπάτησε το μονοπάτι, που θα τον οδηγούσε στην επιβίωση, θα του άνοιγε φωτεινούς ορίζοντες και ιριδίζουσες ανατολές στη δημιουργία, τη δόξα, την επιτυχία, στην αιωνιότητα, γιατί «scripta manent» και μιλούν. Τα λόγια πετούν, χάνονται στον περίγυρο, διαλύονται στην ατμόσφαιρα, τ’ απορροφά το κενό.
Φωτογραφίες, απεικονίσεις, «κλεμμένα στιγμιότυπα» σε αυθόρμητες και σπάνιες εικόνες κι εναγκαλισμούς κι οι δημοσιογράφοι «εν δράσει».
Ο Γιάννης μας, επιφορτισμένος από τον ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΗ και την εφημερίδα του, πιο ενεργός κι έμπειρος απ’ όλους. Ο σβέλτος και προσεκτικός εκδότης, υπεύθυνος της όλης παρουσίασης.
Ο συνθέτης, εκτός από τα άλλα προσόντα, που υμνήθηκαν, διαθέτει πηγαίο χιούμορ. Εισέπραξε ευχαριστία, ευγνωμοσύνη κι αναγνώριση, ένοιωσε πληρότητα, που του προσέφερε εκείνο το κοινό, που του έχει «απομείνει» -όχι και λίγο- ηθική ικανοποίηση κι επιβράβευση της μακρόχρονης θητείας του στο μουσικό στερέωμα της πόλης του και πόλης μας.
Μια βραδιά χαρούμενη, ξεκούραστη, διασκεδαστική για τους παρευρισκομένους, συγκίνηση, περιέργεια, απορία, έκπληξη γι’ αυτόν, που διοργανώθηκε.
Μίλησαν αρκετοί με τον τρόπο και το στόμφο του ο καθένας. Με τη βαρειά τους προφορά και ένταση άλλοι, άλλοι με λεπτότητα, γούστο κι εξειδικευμένη κριτική διάθεση και γνώση άλλος.
Σαν να είμαστε μια παρέα και να συζητούσαμε στο καφενείο ή γραφείο με μεγάλη αμεσότητα και οικειότητα άλλος. Μπορεί, να είχαν «ποιητική» διάθεση ή λέξεις ποιητικές κάποια κείμενα, μα ποίηση δεν ήσαν, αλλά εγκώμια και βιώματα κοινά με το φίλο τους, το δάσκαλο, τον συγκανταδόρο το μαέστρο τους άλλοι. Μη στραγγαλίζουμε κι εμπυούμε τnν Ποίηση… Όμορφα λόγια και νοήματα με τη σειρά βαλμένα, όμως δε στήσανε χορό –μέτρο, ρυθμό, όχι απαραίτητα ρίμα σ’ ολόλευκες σελίδες, ούτε στην ακοή μας, όπως έγραφε κάποιος πρόσφατα, αείμνηστος.
Η ατμόσφαιρα βάρυνε, γιατί μίλησαν πολλοί κι έλεγαν τα ίδια.
Αυτή που έδωσε ζωή, -έσπασε την ανία- και πνοή ήταν η αλέγγρα βιωματική, εκφραστική, παραστατική και λίαν ενδιαφέρουσα, δοσμένη ρεαλιστικά κι έντονα ζωγραφισμένη προσωπική εμπειρία και αφήγηση του κυρίου Κακαβά, που έχουμε κοινή ρίζα κι επιθυμία να νοιώθουμε περισσότερο Φλωρινιώτες και Μακεδόνες από τους ίδιους.
Η έκπληξη, το ενθουσιαστικό σασπένς μια και τιμούσαμε πολύπειρο μουσικό, η τιμητική μας εκδήλωση, η αισθητική απόλαυση ήρθε σα συμπλήρωμα, σαν σιρόπι και κεράσι στην τούρτα, όταν ξεχύθηκε σα σίφουνας με ζωτικό Μωραΐτικο αυθορμητισμό κι αστείρευτη ζωντάνεια, καλλιτεχνικό ίστρο και μπρίο και τόλμησε αυτό, που έλειπε από μια τέτοια μάζεψη. Έδωσε ψυχή, κίνηση, έκφραση, χαρά στο πλήθος κι επιθυμία για συμμετοχή στους ρομαντικούς ήχους νοσταλγημένων τραγουδιών, που όλες οι ηλικίες μπορούσαν να παρακολουθούν, να τραγουδούν, να ξεφαντώνουν, να χορεύουν στο ρυθμό των τριών τετάρτων, αναπολώντας του βαλς το στροβίλισμα, που πετούσαν και μόλις άγγιζαν με τις μύτες των ποδιών τους τη γη. Πλημμύρισε η αίθουσα νότες, μελωδίες, κέφι, ενθουσιασμό, αρμονία, ρυθμό, χρώμα, βελούδινες πενιές κιθάρας, ηρεμιστικό και γλυκά παραπονιάρικο ήχο φλάουτου και συγκερασμό όλων η έμφαση του ακορντεόν.
Ρέμβη και νοσταλγία νανούρισε τις μνήμες μας, τις ξενάγησε στ’ ανέμελα χρόνια της νιότης, στα επιμελώς ατημέλητα «μαλλάκια», που τα σάλευαν οι αύρες, τα μπέρδευε ο ζηλιάρης άνεμος ή τα έψαυαν, τα χάιδευαν και τ’ ανακάτευαν αγαπημένα χέρια…
Όλα τα ζήσαμε σαν πανάκριβο κατευναστικό δώρο του Νικήτα, μέσα σε λίγες θαυμαστές στιγμές, «λες και ήταν … χτες». Ταλαντούχος, ζωντανός, ρομαντικός, ευαίσθητος, απρόβλεπτος, ο γιατρός, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη και το σεβασμό του, μ’ αυτόν τον διασκεδαστικό τρόπο στο δάσκαλο, που τον μύησε στα μυστήρια της Μουσικής. Επίσης, συμπλήρωσε παρορμητικά κι ενθουσιασμένος αυτό, που έλειπε και με ένα πρωτότυπα εμπνευσμένο τρόπο, παροτρύνοντας το κοινό στο απαλό λίκνισμα και το αθάνατο κι αλησμόνητο ελαφρό τραγούδι και τη μαγεία του.
Λάμπρυνε την παρουσίαση και τίμησε το μαέστρο του, που γι’ αυτόν οργανώθηκε όλη αυτή η ευχαριστήρια κι αποχαιρετιστήρια γιορτή αποθέωση, καθώς απογείωση και πληρέστερη ενημέρωση του κοινού, για το τιμώμενο πρόσωπο.
Ήταν μια μεγάλη πετριά στ’ ακύμαντα νερά της λιμνάζουσας καθημερινότητας μας, που ήδη είχε αρχίσει να ταράζεται, αφ’ ότου ανακοινώθηκε και έγινε γνωστή η τιμή και η έκπληξη, που ετοίμαζε ο ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΗΣ και το αξιότιμο Συμβούλιό του, σα δώρο, εκτός από τις αναμνηστικές πλακέτες, τις εκφράσεις ευχαριστίας και αγάπης, για την πολυετή μουσική και πολιτιστική προσπάθειά του, που έκανε τη Φλωρινιώτικη φωνή γνωστή και ο κ. Λιάνης την Πρέσπα και τα Πρέσπεια σ’ όλη την Υφήλιο.
Χαιρετισμοί, αποχαιρετισμοί, «μνημόσυνα», σοφά εκφράστηκε κάποιος ομιλητής, για έναν Καλλιτέχνη, που παραδίνει τα «όπλα», αποσύρεται από την ενεργό Υπηρεσία, μεστός δόξας κι εμπειριών, αλλά… θα συνεχίσει να ζει και να διδάσκει.
Μπορεί να τον εγκαταλείπουν σιγά-σιγά σωματικές δυνάμεις και ευρωστία, όμως το ψυχικό σθένος και η φωνή ζωντανή, δυνατή, αναλλοίωτη, «πολύχρωμη» αντιστέκεται και ακόμη διδάσκει. Εύγε, μαέστρο!
Εκεί επί τέλους γνώρισα εκ του σύνεγγυς –κάλλιο αργά, παρά ποτέ- και τιμή μου, το «παιδί θαύμα», την αξιολογότατη κυρία Χριστίνα Βακάλη, που ενώ είχα σχέσεις με την περισσότερη οικογένεια από παλιά, υπηρέτησα και στο χωριό τους δυο χρόνια, αυτή, καθ’ ότι μικρούλα κι εγώ μακριά χρόνια, δε συναντηθήκαμε ποτέ, παρά στις στήλες των τοπικών εφημερίδων, που έκαναν κάποια μνεία για το χάρισμά της και τη μοναδικότητά της.
Μια υπεράξια Ελληνίδα Μακεδονοπούλα, αυτόχθων, που τα προσόντα, οι κατακτήσεις και οι διακρίσεις της, πνευματικές και πολιτιστικές, αν ανήκαν αλλού, θα εψάλλοντο διθύραμβοι και θα εσηματοδοτούντο με βαρύγδουπους τίτλους το ταλέντο και οι επιτυχίες της κι όχι με μικρές ενημερωτικές αναφορές.
Πνευματική κόρη του αείμνηστου βετεράνου και πιανίστα Λιώτση, συνοδός πιανίστας του Μίμη, που ξεπέρασε το δάσκαλο.
Συγχαρητήρια κι εύγε!!!
Να μνημονεύσω και το δικό μου μουσικό δάσκαλο, τον αείμνηστο Παντελή Τριανταφύλλου, μεγάλου διαμετρήματος, επίσης καλλιτέχνη. Κρεμόμουν απ’ τα χείλη του κι ενώ η φωνή δεν με βοηθούσε, μουσικές γνώσεις έχω αρκετές, γιατί φρόντιζα ν’ αναπληρώνω το μεγάλο μειονέκτημα, με όσα –πάμπολλα- έμαθα θεωρητικά από τη μεστή διδασκαλία του και κατανοώ αφάνταστα τους δικούς σας μαθητευόμενους και ολοκληρωμένους μουσικούς, χορωδούς και οργανοπαίχτες, όλους παιδιά του Φιλεκπαιδευτικού Πατριωτικού και Πολιτιστικού, μετεριζιού, που σας λατρεύουν. Είστε το σώμα τους και είναι τα μέλη σας και τα κύτταρά σας.
Τ’ απολαύσατε στις επάλξεις, τώρα θαυμάστε τα και στην αποστρατεία αρκετά, στη συνέχεια και στη δημιουργία κάποια. Να διαιωνίσουν εσάς και τη Μελπομένη! που ο Σούμπερτ τη χαρακτηρίζει μαγική και θεία:
Στης λύρας σου τους μαγεμένους τόνους,
ξεχνιούνται οι λογισμοί μας οι κακοί.
Προβάλλουν νέοι κόσμοι δίχως πόνους.
Σ’ ευχαριστούμ’ ω θεία Μουσική!
Γι’ αυτό πολλοί λένε, πως με τη Μουσική ξεπερνούν
τα πικρά και τα δύσκολα.
Ελένη Ζώλη