Η ορειβασία στην Φλώρινα

Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης

  Ένα πέταλο βουνών περικλείει την πόλη της Φλώρινας. Από τον λόφο του Αγίου Παντελεήμονα και μέχρι το Λούντζερ και την Βίγλα, και στα βόρεια την Τάιμα και τον λόφο 1033. Βουνά που προσφέρονται για πεζοπορία. Βουνά που σου προσφέρουν μοναδικά τοπία. Κορυφές με θέα και καθαρό αέρα. Δάση με οξιές και βελανιδιές. Και ξέφωτα και πλαγιές με φτέρη. Ρεματιές που βουίζουν τα νερά, όταν λιώνουν τα χιόνια και στεγνώνουν το καλοκαίρι. Άγρια φύση με μια ποικιλία αγριμιών που συμπληρώνουν το τοπίο.

 

Αναρρίχηση κοντά στα Μπομπότα Καλύβια, το 1971, πάνω ο Δημήτρης Μεκάσης και κάτω ο Γιώργος Μαραγκός

 

Αυτή η ομορφιά των βουνών δεν άφησε ασυγκίνητους τους κατοίκους της πόλη της Φλώρινας. Όμως στα χρόνια της τουρκοκρατίας δεν πήγαιναν στα ψηλά βουνά οι ελληνορθόδοξοι χριστιανοί. Οι περίπατοί τους περιορίζονταν στους πρόποδες του λόφου του Αγίου Παντελεήμονα. Στα ψηλά πήγαιναν μόνο ο Σαρακατσάνοι με τα κοπάδια τους, οι υλοτόμοι, οι επαναστάτες  και οι ληστές. Για τους μουσουλμάνους (Τούρκους και Αλβανούς) της πόλης δεν ίσχυαν οι περιορισμοί. Αυτοί έκαμναν εκδρομές και στα βουνά νότια της πόλης και στα βόρεια βουνά. Ο Γάλλος Ζαν Ντενί, που πέρασε από την Φλώρινα το 1918 περίπου αναφέρει ότι στα υψώματα βόρεια της πόλης  (Γιαϊλά-Λαρ) πήγαιναν οι μουσουλμάνοι της πόλης. Ομάδες ανδρών και γυναικών, την άνοιξη, κατασκήνωναν και έμεναν στα βουνά πολλές ημέρες, απολαμβάνοντας την φρεσκάδα των βουνών.

Το 1912, με την απελευθέρωση πολλά άλλαξαν. Η ζωή των Ελλήνων  κατοίκων της πόλης βελτιώθηκε. Τα βουνά έγιναν φιλόξενα για όλους. Όμως, ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος (1916 – 1918) σταμάτησε την ροή των δραστηριοτήτων, καθώς τα μέτωπο του πολέμου περνούσε και από την Φλώρινα.  Το 1919, η πόλη βρήκε τον ρυθμό της.

Οι νεολαίοι της πόλης της Φλώρινας άρχισαν να ανεβαίνουν στα βουνά χωρίς φόβο. Πρώτοι οι πρόσκοποι άρχισαν να ανακαλύπτουν τοποθεσίες που πριν μόνο οι βοσκοί και οι ληστές γνώριζαν. Οι πρόσκοποι περπατούσαν μεγάλες αποστάσεις και διανυκτέρευαν στα βουνά. Μαγείρευαν και κοιμόνταν στα αντίσκηνά τους. Μια μαρτυρία του Σωκράτη Λιάκου αναφέρεται σε μια εκδρομή των προσκόπων Πισοδερίου, το 1919, που έφτασαν από τα βουνά στην Καστοριά.

Τα βουνά πια δεν ήταν  άγνωστα.  Με το σύνθημα «Προς την φύση» τα βουνά γέμισαν κόσμο. Άλλοι περιπατητές και άλλοι ορειβάτες, όλοι ήθελαν να γνωρίσουν τις ομορφιές της φλωρινιώτικης Φύσης.

Για τον λόφο του Αγίου Παντελεήμονα γράψαμε σε προηγούμενο άρθρο. Το βουνό αυτό προσφέρεται για περιπάτους. Αντίθετα το βουνό που βρίσκεται βόρεια της πόλης είναι κατάλληλο για ορειβάτες, επειδή οι διαδρομές κρατούν αρκετές ώρες. Και αφού οι ορειβάτες έγιναν πολλοί, ιδρύθηκε και στην Φλώρινα παράρτημα του ΕΟΣ (Ελληνικός Ορειβατικός Σύνδεσμος), το 1933.  Το 1977, διαλύθηκε ο ΕΟΣ και ιδρύθηκε ο Σύλλογος Ελλήνων Ορειβατών Φλώρινας (ΣΕΟ). Ο σύλλογος αυτός κάθε Κυριακή διοργανώνει και μια ορειβατική εκδρομή.

Ο ορειβάτης Γιάννης Τσιώτας, πρώην Πρόεδρος του ΣΕΟ Φλώρινας (2011 – 2021) μας ξενάγησε νοερά στις κορυφές και τα καταφύγια των βουνών βόρεια της Φλώρινας που ανήκουν στον ορεινό όγκο του Βαρνούντα . Υπάρχουν τρία μονοπάτια για να φτάσει κανείς στον Άγιο Αντώνη. Ένα από το Πολιτιστικό Κέντρο, το άλλο από τις τρεις βρύσες στα γυμνάσια και το τρίτο από το εκκλησάκι της Ελεούσας, όπου τα σπίτια Μπόσκου και Παπακοσμά. Η διαδρομή αυτή κρατά περίπου μια ώρα.  Λίγο πιο πάνω είναι το εκκλησάκι και το μνημείο, όπου σκοτώθηκε ο επιληπτικός  Γιώργος Βυζάντης γιος του φυσιολάτρη Ηλία Βυζάντη. Πιο πάνω είναι «Τα Σκαλοπάτια του Τσούλη». Ο Πετράκης Τσούλης ήταν ανεξάρτητος πολιτευτής και διανομέας τοπικών εφημερίδων. Ήταν  κουτσός και στηριζόταν με το μπαστούνι του. Αγαπούσε όμως πολύ την ορειβασία. Το μέρος εκείνο όμως ήταν απότομο και δεν μπορούσε να το περάσει. Έτσι λοιπόν οι άλλοι ορειβάτες έσκαψαν και έφτιαξαν σκαλοπάτια, και ο Πετράκης ανεβοκατέβαινε χωρίς κανένα πρόβλημα.

   Ο Βάσος ο κουρέας (Αγγελίδης ) με την ορειβατική του ομάδα κοντά στο λατομείο του Παρασκευαΐδη, το 1985 περίπου

 

Το μονοπάτι από τον Άγιο Αντώνη πηγαίνει προς την Μονή του Αγίου Μάρκου, που βρίσκεται σε υψόμετρο 959 μέτρα. Ο αείμνηστος Θωμάκης Μυλωνάς μου αφηγήθηκε ότι το Μοναστήρι του Αγίου Μάρκου ιδρύθηκε από τους κατοίκους του χωριού Πρώτη, το 1864. Ήταν γυναικείο μοναστήρι και οι τελευταίες καλόγριες ήταν τέσσερις Μικρασιάτισσες που απεβίωσαν μετά το 1950. Οι ορειβάτες δεν άφησαν την Μονή να ερημώσει. Αυτοί ανέλαβαν την συντήρηση των κελιών και του ναού. Γινόταν και πανηγύρι την ημέρα της γιορτής του Πέτρου και Παύλου, στις 29 Ιουνίου.  Συμμετείχαν πολλοί ορειβάτες από την Φλώρινα και χωρικοί από την Πρώτη. Καλό φαγητό, πιοτό και όργανα μέχρι που έγινε Μητροπολίτης ο Αυγουστίνος Καντιώτης. Από το 1981, οργάνωσαν και άλλο πανηγύρι, στις 25 Απριλίου, ημέρα του Ευαγγελιστή Μάρκου. Ο Θωμάς Μυλωνάς και οι φίλοι του Χρήστος Ζιώτας, Δημήτρης Πυθαράς, Αχιλλέας Μυλωνάς και Νικόλαος Μοκίκας πήγαιναν κάθε Κυριακή στον Άγιο Μάρκο και καθάριζαν τους χώρους του ξενώνα και του ναού. Πολλές φορές μαγείρευαν πατσά ή κεφάλι στον φούρνο και σέρβιραν σε όλους τους ορειβάτες που ήταν εκεί. Μαζί τους ήταν και ο Θωμάς Παγίνας, ο Ιωάννης Ταλλίδης, ο Μιχάλης Αντωνίου κ.α. Πολλοί νεαροί βοηθούσαν στην συντήρηση του ναού και του ξενώνα, όπως το βάψιμο και οι ελαιοχρωματισμοί. Ήταν ο Θωμάς Ταλλίδης, ο Παύλος Μπούτζιος, ο Κοσμάς Ρούφας, ο Σωτήρης Σιώμος κ.α. Βοηθούσε και ο Βάσος Αγγελίδης, ο κουρέας, με την ομάδα του, που αποτελείτο από νεαρούς.

Τα τελευταία χρόνια ο Άγιος Μάρκος έγινε ένα πολυτελέστατο γυναικείο Μοναστήρι, που δεν προσελκύει πια τους ορειβάτες, καθώς υπάρχει ασφαλτοστρωμένος δρόμος από τα Κοιμητήρια, αλλά και οι πύλες της μονής είναι κλειστές. Την Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2003 έγινε η ενθρόνιση της πρώτης ηγουμένη  Μαριάμ, κατά κόσμο Μαρία Τάμπα, στο επανιδρυμένο Μοναστήρι του Αγίου Μάρκου.

Από τον Άγιο Αντώνιο παίρνουμε την άλλη κατεύθυνση· το μονοπάτι οδηγεί στο Παλιοχώρι. Εκεί υπήρχε ένα χωριό κατατρεγμένων χριστιανών, που καταστράφηκε στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Στο Παλιοχώρι υπάρχει καταφύγιο του ΦΟΟΦ, σε υψόμετρο 1100 μέτρων, που χτίστηκε πριν 51 χρόνια, το 1971. Κάθε χρόνο κόβουν βασιλόπιτα και προσφέρουν και «ορειβατική φασολάδα».  Το καταφύγιο του Παλαιοχωρίου χτίστηκε από τον ΦΟΟΦ σε οικόπεδο της οικογένειας Δουδούμη. Ο ΦΟΟΦ πληρώνει συμβολικά ένα ελάχιστο ποσό, ως ενοίκιο. Το καταφύγιο χτίστηκε από οικοδόμους, τότε που δεν υπήρχαν αμαξωτοί δρόμοι. Ο Βασίλης Σιάπας θυμόταν έναν αγωγιάτη, τον Πρόκο, που με τα μουλάρια του ανέβασε όλα τα υλικά από τον Νέο Δρόμο ως το Παλιοχώρι, από τα   μονοπάτια.

Πάνω από το Παλιοχώρι και μέχρι το 1033 είναι οι Φτερούγες της Νίκης, της νίκης του εθνικού στρατού κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Η κορυφή του 1033 είναι γνωστή από τις μάχες την 12η Φεβρουαρίου του 1949. Από το Παλιοχώρι ανεβαίνουμε την πλαγιά και στην κορυφή έκαμναν κάποτε κάρβουνα. Η περιοχή ονομάζεται  «Τα Κάρβουνα». Πιο κάτω είναι το Οροπέδιο και το καταφύγιο, που χτίστηκε με πέτρες από μια παρέα ορειβατών,  από το 1963 έως το 1966. Οι ορειβάτες αυτοί ήταν: ο Χρήστος Ζιώτος, ο Βασίλη Χατζηπαυλίδης (Βασίλας),  ο Σωτήρης Αγνίδης (Σωτήρτσες), ο Μιχάλης Αγιανίδης, ο Νίκος  Σγουρίδης, ο Γιάννης Ταλλίδης,  ο Λεωνίδας Ιγνατίου, ο Θανάσης Πέτρου, ο Βασίλης Μήτκας,, ο Δημήτριος Κωνσταντίνου (Κρούλης),  ο Παναγής Νασλίδης, ο Νίκος Πυθαράς, ο Θωμάς Παγίνας κ.α. Πολλοί έφηβοι βοήθησαν, όπως ο Στάθης Βογδάνου κ.α..  Έχτισαν το καταφύγιο σε υψόμετρο 1050 μέτρα. Το καταφύγιο του Οροπεδίου μετονομάστηκε, το 2016, από το ΣΕΟ Φλώρινας, σε «Καταφύγιο Χρήστου Φάτση», στην μνήμη του ακούραστου ορειβάτη Χρήστου Φάτση. Κάθε χρόνο κόβουν βασιλόπιτα και τρώνε ορειβατική φασολάδα. Αν οι καιρικές συνθήκες δεν επιτρέπουν την ανάβαση, ο ΣΕΟ κόβει την βασιλόπιτα στα βαγόνια του Νέου Δρόμου.

Ο Χρήστος Φάτσης ήταν ορειβάτης πανταχού παρών. Είχε και την ορειβατική του παρέα, που ήταν ο Χρήστος Παπακοσμάς, ο  Τάκης Στεργιάδης (Έρις), ο Ανέστης Λαμπρινός, Θωμάς Καράς, Γιάννης Γαβριηλίδης, Στάθης Βογδάνου, Αβραμίδης Στέλιος, Δάφνη Μπαλιάκα  κ.α.

Λίγο πιο πέρα από το καταφύγιο του Οροπεδίου, είναι η Κρύα Βρύση. Μια βρύση με καθαρό τρεχούμενο νερό που ξεδιψάει κάθε ορειβάτη. Τα τελευταία χρόνια ο Χαράλαμπος Μυρωνίδης κατασκεύασε στην Κρύα Βρύση ένα μικρό καταφύγιο.   Η πορεία προς τα δεξιά οδηγεί στο Βράχο της Αρκούδας, τα Μπομπότα Καλύβια και την Βλάχικη Πλάκα. Ο τόπος είναι γεμάτος με άγριες μηλιές, αχλαδιές και  κομπουλιές. Την περιοχή, όπου είναι οι βρύσες την ονόμασαν «Πάρκο ΕΟΣ».  Εκεί πήγαιναν τα καλοκαίρια οι Σαρακατσάνοι με τα πρόβατά τους. Στα Μπομπότα Καλύβια η Διεύθυνση Δασών Φλώρινας τοποθέτησε ένα μικρό ξύλινο καταφύγιο, που χρησιμοποιείται μόνο σε περίπτωση ανάγκης. Πιο πέρα είναι το Τριφιλίτσι και τα Μαύρα Βράχια. Από την Κρύα Βρύση και ευθεία πάνω στην πλαγιά που είναι γεμάτη φτέρη, τερματίζει στην κορυφή Τάιμα, που παλιά οι βοσκοί την έλεγαν «Σελίτσιτο». Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο ονομάστηκε και «Παππούς», προς τιμή του Στρατηγού Νικόλαου Παπαδόπουλου, τον νικητή στην μάχη της Φλωρίνης, το 1949. Η Τάιμα έχει υψόμετρο 1654 μέτρα και θέα μοναδική.

Οι βρύσες είναι αρκετές σε αυτά τα βουνά. Λίγο πιο κάτω από τον Άγιο Αντώνη έχουν στήσει στην μνήμη του Τέλη Μοτεσνίτσαλη ένα κιόσκι, δίπλα σε μια νέα βρύση. Πιο πάνω στο καταφύγιο του Παλιοχωρίου υπάρχει μια βρύση, που την συντηρεί ο ΦΟΟΦ. Στον παλιό Μοναστήρι του Αγίου Μάρκου υπήρχε βρύση. Στο καταφύγιο του Οροπεδίου υπάρχει μια βρύση και πιο πέρα άλλη μια βρύση, η Κρύα Βρύση. Στο Τριφιλίτσι υπάρχει μια βρύση με δροσερό νερό, και άλλες δυο βρύσες στα Μπομπότα Καλύβια.

Το βουνό από την κορυφή Τάιμα και μέχρι το 1033 είναι το αγαπημένο των ορειβατών της Φλώρινας. Στα καταφύγια που υπάρχουν εκεί πολλοί διανυκτέρευαν και διανυκτερεύουν τα Σαββατοκύριακα απολαμβάνοντας τις χαρές του βουνού και τα ψητά κρέατα και το κρασί, αλλά και το τσίπουρο και τους μεζέδες.

Ένας άξιος ορειβάτης ήταν ο Βασίλης ή Βάσος Αγγελίδης, ο κουρέας, ο οποίος είχε κάνει δική του ομάδα, κυρίως νεαρών και κάθε Κυριακή το πρωί συγκεντρώνονταν στου Μπόλη στον Νέο Δρόμο και ξεκινούσαν για το βουνό. Τα μέρη που θα επισκέπτονταν ανακοινώνονταν σε πίνακα ανακοινώσεων στην πλατεία και έξω από την Εθνική Τράπεζα, αλλά και στο κουρείο του. Η ομάδα ξεκινούσε το πρωί και το απόγευμα γύριζε πίσω στην πόλη. Μεγάλη η προσφορά του Βάσου, επειδή από τον κουρέα μάθαμε όλοι τα βουνά της Φλώρινας. Η ομάδα κατά την παραμονή της στο βουνό, εκτός του περπάτημα και την ξεκούραση, καθάριζαν και κανέναν μονοπάτι, τοποθετούσαν μεταλλικούς δείκτες, όπου αναγράφονταν οι τοποθεσίες και περιποιόντουσαν τα εκκλησάκια.

Ένα μεγάλο τμήμα αυτού του βουνού που περιγράψαμε ανήκει στην οικογένεια Δουδούμη. Από τον Άγιο Αντώνη και μέχρι την Τάιμα. Από το Ένατο χιλιόμετρο και τον δρόμο της Βίγλας προς τα πάνω είναι ιδιοκτησία της οικογένειας Δουδούμη. Η Τάιμα χωρίζεται στα τρία. Το ένα τρίτο του Δουδούμη. Το άλλα τρίτο στην Διεύθυνση Δασών Φλώρινας, και ένα τρίτο στην κοινότητα Πρώτης.

Οι ορειβάτες της Φλώρινας επισκέπτονται και το βουνό Καϊμκτσαλάν, που στα τούρκικα η λέξη αυτή έχει σχέση με το καϊμάκι, επειδή η κορυφή του έχει πολλούς μήνες χιόνι. Οι Σέρβοι το ονομάζουν Νίτζε και στα ελληνικά ονομάζεται Βόρας. Από το χωριό Σκοπός έφταναν στο Ρουμάνικο σχολείο. Το μονοπάτι οδηγεί στις Πόρτες και μετά από πέντε ώρες πορείας  φτάνει κανείς στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία. Το εκκλησάκι είναι στην κορυφή και ακριβώς στα σύνορα. Η σκεπή του είναι φτιαγμένη από κάλυκες οβίδων. Το έφτιαξαν οι Σέρβοι μετά το Α΄ παγκόσμιο πόλεμο στην μνήμη των νεκρών στρατιωτών. Πιο  κάτω είναι το οστεοφυλάκιο των χιλιάδων Σέρβων στρατιωτών.

Μια άλλη αγαπητή διαδρομή είναι αυτή από την οδό Ιωαννίνων στην Σούπουρκα, που είναι μια τοποθεσία εξαιρετική. Υπάρχει και βρύση, όπου γίνονται εκδρομές και όποιος θέλει μπορεί να ψήσει. Πιο πάνω είναι το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου και μετά ο ναός της Παναγίας, που γιορτάζει τον Δεκαπενταύγουστο, όπου γίνεται μεγάλο πανηγύρι. Παλιά το πανηγύρι γινόταν τον Σεπτέμβριο, στο Γενέθλιο της Θεοτόκου (Μικρή Παναγιά). Εκεί κάποτε ήταν το χωριό Παναγίτσα  Καλογερίτσα, που σφαγιάστηκε από τους Τούρκους και έμεινε μόνο η εκκλησία της Παναγίας και η βρύση του χωριού. Οι Τριβουνιώτες αγόρασαν όλη την περιοχή από τον Μπέη, το 1836. Εκεί πήγαιναν τα κοπάδια τους, και έκαναν τις καλύβες τους. Ο οικισμός ονομάστηκε Καλύβια Καλογερίτσας. Δρόμος προς την Καλογερίτσα υπάρχει και από το ύψος του Νέου Χωριού.

ΟΙ ορειβάτες κάνουν πορείες και στο Δερβένι και στο Λούντζερ, στην Μπελαβόντα και στην Βίγλα. Οι αείμνηστοι Νικόλαος Κωνσταντινίδης, ιατρός και ο Ιωάννης Μπούτζιος, έμπορος, θα μείνουν αξέχαστοι για τις μεγάλες πορείες που έκαμναν μέχρι τα γεράματά τους.

Τα τελευταία 20 με 25 χρόνια η νέα γενιά των ορειβατών της Φλώρινας  συμμετείχε σε αποστολές και ορειβασίες  στο εξωτερικό. Περπάτησαν σε βουνά της Ευρώπης, της Αφρικής και της Ασίας. Ακόμη και στην Ανταρκτική. Ενδεικτικά αναφέρονται:  ο Γιάννης Τσιώτας στο Κιλιμάντζαρο, στις Άλπεις και σε πολλά βουνά των χωρών των Βαλκανίων, ο Θεόδωρος Φάτσης στην Ανταρκτική, στο Κιλιμάντζαρο, τις Άλπεις, τα Ιμαλάια και στον Καύκασο. Ο Κώστας Παπακοσμάς στις Άλπεις, στο Κιλιμάντζαρο και στα Ιμαλάια. Η Βηθλεέμ Παπακοσμά στις Άλπεις και ο Γιάννης Ιωαννόπουλος επίσης στις Άλπεις. Μια ακόμη αποστολή στις Άλπεις συμμετείχαν ο Θεόδωρος  Φάτσης, ο Κώστας Παπακοσμάς, ο Αλέξης  Σιδηρόπουλος, ο Γιώργος Μπαλάκας, ο Κώστας Τσούλος, η Φανή Κουσιπέτκου και ο Γιάννης Χρήστου.

Από τα ταπεινά και βατά βουνά μας οι νέοι ορειβάτες της Φλώρινας περπάτησαν στα πιο ψηλά βουνά της γης. Όλα άλλαξαν σε έναν αιώνα και οι ορειβάτες έχτισαν καταφύγια, καθάρισαν μονοπάτια, έχτισαν εκκλησάκια και περιποιήθηκαν τις βρύσες των βουνών. Όλα άλλαξαν σε λίγα χρόνια, καθώς η ελευθερία διέλυσε την ανασφάλεια και τους περιορισμούς της Οθωμανικής εξουσίας και πρόσφερε στους Φλωρινιώτες έναν άλλο τρόπο ζωής. Τα βουνά έγιναν χώροι αναψυχής και ψυχαγωγίας, αλλά και σωματικής άσκησης και σκληραγωγίας.

 

Δημήτρης Μεκάσης