Ο Μεσοπόλεμος (1920 – 1940) χαρακτηρίζεται ως περίοδος του κομψού κουστουμιού και της ρεπούμπλικας. Μονόπετα και σταυρωτά, ριγέ και μονόχρωμα κουστούμια κυκλοφορούσαν στην βόλτα, όπου γινόταν ένας άτυπος διαγωνισμός του κομψότερου κουστουμιού. Περήφανοι και σοβαροί άνδρες, καλοντυμένοι «στην τρίχα» περπατούσαν στους παραποτάμιους δρόμους και στον Κεντρικό δρόμο.
Την περίοδο του Μεσοπολέμου, οι ράφτες και οι μοδίστρες έραβαν με γούστο μοντέρνα ρούχα. Οι άνδρες φορούσαν παλτό, κοστούμια, γραβάτες και ρεπούμπλικα και τα αγόρια γκολφ παντελόνια και μεσάτα σακάκια. Οι εργαζόμενοι νεαροί έραβαν ένα μπλε και ένα γκρι κουστούμι και έκαμναν συνδυασμούς. Τότε άρχισαν και οι γυναίκες να ασπάζονται την ευρωπαϊκή μόδα. Οι μοδίστρες έραβαν παλτό, μαντό, ταγιέρ, φούστες και φουστάνια. Τότε οι νέες γυναίκες ξέφυγαν από τα μουντά χρώματα και ντύθηκαν με ρούχα που είχαν χαρούμενα και ζωηρά χρώματα. Οι γριές γυναίκες όμως, παρέμειναν στα μαύρα ρούχα και στη μαύρη μαντίλα, από συνήθεια ή από πένθος. Αντίθετα οι νέες μοντέρνες γυναίκες φόρεσαν και καπελάκια και πολλές το βέλο. Αυτή την περίοδο οι γυναίκες άρχισαν να φορούν γούνες, που τις έραβαν Καστοριανοί γουναράδες που είχαν εγκατασταθεί στη Φλώρινα. Οι νέες γυναίκες φορούσαν καφέ γούνες και καπέλα, ενώ οι γεροντότερες μαύρες και την μαντίλα σκέπα στηριγμένη στο κρόταφο με χρυσή καρφίτσα.
Τα εσώρουχα των γυναικών άρχισαν και αυτά να αλλάζουν. Τα γυναικεία βρακιά που ήταν μακριά μέχρι το γόνατο και δενόταν με κορδόνια στη μέση και στα γόνατα, αντικατέστησαν το κορδόνι με λάστιχο. Τα βρακιά αυτά τα προτιμούσαν οι γεροντότερες. Αντίθετα οι νέες γυναίκες και τα κορίτσια άρχισαν να φορούν κιλότες, τις οποίες αγόραζαν στα ψιλικατζίδικα. Ο στηθόδεσμος που ήταν ένα πανί με τιράντες, αντικαταστάθηκε από το σουτιέν, και το λευκό μισοφόρι που έφτιαχναν οι μοδίστρες αντικαταστάθηκε από τα κομπινεζόν που κυκλοφορούσαν σε αρκετά χρώματα στα ψιλικατζίδικα. Τότε κυκλοφόρησαν και οι μεταξωτές κάλτσες που τις φορούσαν με τα καλά τους ρούχα οι νέες γυναίκες. Φορούσαν όμως και λεπτές βαμβακερές ή μάλλινες κάλτσες, που τις συγκρατούσαν πάνω από το γόνατο με την καλτσοδέτα. Αυτή αρχικά ήταν ένα κορδόνι και μετά αντικαταστάθηκε από ελαστική φαρδιά ταινία. Αργότερα, μετά το 1945, έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες νάιλον κάλτσες με την ραφή στο πίσω μέρος που έδιναν στις κοπέλες πιο ελκυστική εμφάνιση. Και για τις νάιλον κάλτσες χρησιμοποιούσαν τις ελαστικές καλτσοδέτες και πολύ αργότερα τις ζαρτιέρες. Στην δεκαετία του 1950 οι νάιλον κάλτσες φοριόνταν από όλες τις νέες γυναίκες σε συνδυασμό με τα καλά τους ρούχα. Στην δεκαετία του 1960 κυκλοφόρησαν και οι νάιλον κάλτσες χωρίς ραφή και τα καλσόν, τα οποία κατήργησαν και τις καλτσοδέτες και τις ζαρτιέρες.
Αλλά και οι κάλτσες των ανδρών άλλαξαν και γινόταν από συνθετικές ίνες και σε ποικίλα ανεξίτηλα χρώματα. Και τα εσώρουχα των ανδρών άλλαξαν. Οι άνδρες φορούσαν λευκά σώβρακα και τα παιδιά άσπρα βρακιά. Μικροί και μεγάλοι τότε φορούσαν την λεπτή μάλλινη φανέλα από άβαφο μαλλί. Μετά το 1950 οι περισσότεροι δεν φορούσαν μάλλινη φανέλα, αλλά μακό βαμβακερά λευκά φανελάκια και οι πιο νέοι κασκορσέ. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 κυκλοφόρησαν τα σλιπάκια που τότε τα έλεγαν σλιπ. Στην αρχή φορέθηκαν από τους έφηβους, αργότερα όμως από όλους, εκτός τους γέρους που προτιμούσαν τα παλιά σώβρακα.
Οι Φλωρινιώτες παλιά φορούσαν νυχτικιές και με αυτές κοιμόταν. Οι γυναίκες και τα κορίτσια φορούσαν τις γυναικείες ανοιχτόχρωμες νυχτικιές, ενώ οι άνδρες και τα αγόρια φορούσαν παρόμοιες νυχτικιές που τις ονόμαζαν ρόμπες. Συνήθιζαν μάλιστα, όταν επέστρεφαν στο σπίτι από την εργασία τους να πλένουν τα χέρια, το πρόσωπο και τα πόδια τους και να φορούν τις ρόμπες, που έμοιαζαν με τα αντερί που φορούσαν εκτός σπιτιού. Το ύφασμα της ρόμπας και της νυχτικιάς ήταν βαμβακερό υφαντό και το ονόμαζαν φανέλα – μπασμά. Αυτό το ύφαιναν οι γυναίκες στο σπίτι και οι ίδιες έραβαν τις νυχτικιές και τις ρόμπες για όλα τα μέλη της οικογένειας. Στη δεκαετία του 1920 που ήρθαν οι πρόσφυγες από την ανατολική Θράκη, έφεραν νέα σχέδια ρόμπας και νυχτικιάς. Οι Θρακιώτισσες ασχολήθηκαν επαγγελματικά με την ύφανση ενός λεπτού βαμβακερού υφάσματος, με το οποίο έκαμναν πολύ εμφανίσιμες και άνετες καλοκαιρινές ρόμπες και νυχτικιές, με διάφορα κεντητά διακοσμητικά σχέδια. Αυτές τις νυχτικιές και τις ρόμπες τις προτιμούσαν και τις φορούσαν οι Φλωρινιώτες το καλοκαίρι. Μετά το 1940 εμφανίστηκαν οι πιζάμες στα ψιλικατζίδικα. Τότε φόρεσαν οι άνδρες για πρώτη φορά πιζάμες και οι γυναίκες λεπτές και σε πολλά χρώματα νυχτικιές. Οι παλιές ρόμπες και νυχτικιές είχαν περάσει στο παρελθόν. Πολλοί Φλωρινιώτες που είχαν συγγενείς ξενιτεμένους στην Αμερική, λάμβαναν δέματα με πιζάμες και νυχτικιές. Κάποιος νεαρός μάλιστα, λίγο μετά την Κατοχή, έλαβε μια πιζάμα από την Αμερική, την οποία φόρεσε με πουκάμισο και γραβάτα και βγήκε στην βόλτα. Νόμισε ότι η πιζάμα ήταν λεπτό καλοκαιρινό κουστούμι.
Μετά τον πόλεμο και σε όλη την δεκαετία του 1950 η παρδεσού, έτσι έλεγαν τότε τις καμπαρτίνες, ήταν το πιο μοντέρνο ντύσιμο των ανδρών. Τις φορούσαν με μονόπετα και σταυρωτά σακάκια στις αρχές του χειμώνα και της άνοιξης. Το παλτό όμως παρέμενε ως χειμωνιάτικο ένδυμα. Τότε εμφανίστηκε και το φουρό που φορούσαν οι νέες γυναίκες κάτω από το φουστάνι τους και γινόταν πιο φουσκωτό, σε αντίθεση με την λεπτή μέση τους. Το φουρό έδινε περισσότερη θηλυκότητα στις κοπέλες και θαυμάστηκε και τραγουδήθηκε από τους άνδρες της δεκαετίας του 1950.
Οι μαθητές του γυμνασίου ήταν υποχρεωμένοι να κουρεύονται γουλί και να φορούν σακάκι, παντελόνι και πηλίκιο στο κεφάλι που είχε σαν εθνόσημο την χρυσοκεντημένη κουκουβάγια, σύμβολο της σοφίας, και δίπλα μερικούς χάλκινους αριθμούς που ήταν το νούμερο του μαθητή. Οι μαθήτριες φορούσαν μπλε ή γαλάζια ποδιά και στο μέρος της καρδιάς το σήμα του γυμνασίου. Τα μαλλιά παλιά τα έκαμναν κοτσίδες και αργότερα τα έπιαναν με μια λευκή κορδέλα, σαν στεφάνι γύρω από το κεφάλι. Κανένα άλλο ένδυμα δεν επιτρεπόταν να φορούν σε όλη την διάρκεια της σχολικής χρονιάς, εκτός τα παλτό τους, όταν έκαμνε κρύο. Μόνο στις διακοπές φορούσαν άλλα ρούχα. Το μαθητικό πηλίκιο καταργήθηκε το 1964 και η σχολική ποδιά το 1982.
Από τα σχολεία και από τις ποδοσφαιρικές ομάδες ξεκίνησε η αθλητική περιβολή, που για τους μαθητές ήταν το μπλε σκούρο σορτσάκι, κάτι σαν σώβρακο, και το λευκό κασκορσέ. Οι μαθητές του γυμνασίου, όταν ο καιρός το επέτρεπε, έκαμναν το μάθημα της γυμναστικής με σορτσάκι, κασκορσέ και λευκά πάνινα παπούτσια. Με την ίδια περιβολή γινόταν και οι γυμναστικές επιδείξεις. Το 1968 όμως όλοι οι μαθητές των γυμνασίων υποχρεωτικά προμηθεύτηκαν ομοιόμορφες φόρμες γυμναστικής, που είχαν μπλε χρώμα. Οι φόρμες είχαν κυκλοφορήσει λίγο νωρίτερα και οι πρώτοι που προμηθεύτηκαν ήταν οι ποδοσφαιριστές. Εξάλλου αυτοί, από την εμφάνιση του ποδοσφαίρου στη Φλώρινα, φορούσαν φανέλες με τα χρώματα της ομάδας τους, ευρύχωρο λευκό σορτσάκι και κάλτσες μέχρι το γόνατο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 εμφανίστηκαν τα μπουφάν τα οποία πρωτοφορέθηκαν από τα παιδιά. Το μπουφάν δεν επιτρεπόταν στους μαθητές των γυμνασίων. Επίσης τότε εμφανίστηκαν τα παντελόνια μπλουτζίν που με την εμφάνισή τους απαγορεύτηκαν να τα φορούν οι μαθητές. Η μεγάλη αλλαγή όμως άρχισε από τα μέσα αυτής της δεκαετίας. Τότε εμφανίστηκαν τα παντελόνια καμπάνα, τα μεσάτα υποκάμισα με τους μεγάλους γιακάδες και οι μίνι φούστες. Το Πάσχα του 1968 θα μείνει αξέχαστο, επειδή όλες οι φοιτήτριες και οι μαθήτριες της Φλώρινας κυκλοφορούσαν με μίνι φούστες. Το θέαμα ήταν τελείως διαφορετικό και δήλωνε την υποχώρηση της συντηρητικής νοοτροπίας στη Φλώρινα. Άγνωστο πως, οι αυστηροί γονείς δέχτηκαν να φορέσουν οι κόρες τους μίνι φούστα. Το ύψος της φούστας έφτανε λίγα εκατοστά πάνω από το γόνατο. Το Πάσχα εκείνο όλοι οι νεαροί φορούσαν κουστούμια που τα σακάκια ήταν μεσάτα, τα παντελόνια καμπάνα και οι γραβάτες πολύχρωμες. Ίσως να ήταν από τις τελευταίες πασχαλιές που οι Φλωρινιώτες ήταν τόσο καλά ντυμένοι, σαν μοντέλα, σύμφωνα με την παράδοση της πόλης. Μετά η μόδα άλλαξε και μαζί της χάθηκε και το σινιέ ντύσιμο των Φλωρινιωτών στις ημέρες του Πάσχα. Στο τέλος αυτής της δεκαετίας κυκλοφόρησαν και τα κοτλέ παντελόνια που στην αρχή τα έλεγαν βελούδινα.
Από το 1970 και μετά, τα παντελόνια, το σύμβολο του ανδρισμού, άρχισαν να φοριούνται και από τις κοπέλες. Λίγα χρόνια πριν, ελάχιστες φορούσαν εκείνα τα χαρακτηριστικά γυναικεία παντελόνια που ήταν ελαστικά με λωρίδες που περνούσαν κάτω από το πέλμα για να το συγκρατούν τεντωμένο. Μετά το 1970 τα γυναικεία και τα ανδρικά παντελόνια δεν διέφεραν πολύ, και η καμπάνα κάθε χρόνο γινόταν και μεγαλύτερη. Το ίδιο συνέβαινε και με τις μίνι φούστες που κάθε καλοκαίρι γινόταν και κοντύτερες. Και καθώς το μίνι ανέβαινε προς τα πάνω, αλλά και όλο περισσότερες κοπέλες και γυναίκες φορούσαν παντελόνια, οι επιθέσεις του Μητροπολίτη Αυγουστίνου Καντιώτη από τον άμβωνα γινόταν πιο συχνές. Αλλά ούτε τα κηρύγματα ούτε οι εγκύκλιοι απέτρεψαν τα κορίτσια να φορούν μίνι και τις γυναίκες παντελόνια, επειδή από την μια μεριά η μόδα και από την άλλη το ψύχος έκαμαν τις γυναίκες να τα προτιμούν.
Τα εφηβικά ρούχα γίνονταν όλο και πιο unisex, δηλαδή δεν διέφεραν ως προς το φύλο, όπως παλιά. Ακόμη και οι νεαροί κυκλοφορούσαν με μακριά μαλλιά και είχαν ξεπεράσει τον παραδοσιακό τρόπο εμφάνισης. Οι αλλαγές αυτές στην εμφάνιση επηρέασαν και τους άνδρες, οι οποίοι μετά την Μεταπολίτευση του 1974 άρχισαν να αλλάζουν εμφάνιση. Τα μαλλιά τους μάκραιναν λίγο περισσότερο, άφησαν φαβορίτες και τα μουστάκια έγιναν παχιά και προς τα κάτω. Πολλοί άφησαν και τα γένια τους για να αλλάξουν ακόμη πιο πολύ την εμφάνισή τους μια και η μόδα τους το επέτρεπε. Έτσι το μούσι δεν ήταν πλέον σύμβολο των καλλιτεχνών. Οι δημόσιοι υπάλληλοι που ήταν υποχρεωμένοι να φορούν κουστούμι και γραβάτα και να έχουν τα μάγουλα και το σβέρκο τους ξυρισμένο, φόρεσαν μπουφάν και καμπάνα παντελόνι, αλλά άφησαν και λίγο το μαλλί τους και μάκραιναν τις φαβορίτες τους. Το ίδιο και οι καταστηματάρχες. Το κουστούμι που εμφανίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα άρχισε να υποχωρεί στο τέλος της δεκαετίας του 1970 και μετά. Στη δεκαετία του 1980 παραμερίστηκε η γραβάτα εξ αιτίας των πολιτικών ιδεολογιών και φοριόταν μόνο από τους γαμπρούς. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ξεπεράστηκε το παντελόνι καμπάνα και αντικαταστάθηκε από άλλα παντελόνια που ήταν φαρδιά πάνω και στενά κάτω. Στη δεκαετία του 1990 υπήρχαν όλα τα ρεύματα της μόδας και ο καθένας έκαμνε την επιλογή του.
Αυτή ήταν η εξέλιξη των ευρωπαϊκών ρούχων στη Φλώρινα, από την εμφάνισή τους μέχρι το 2000 περίπου.
Δημήτρης Μεκάσης