Γράφει ο Λάζος ο βουνίσιος
Το παραδοσιακό άναμμα των φωτιών αποτελεί το σημαντικότερο έθιμο της Φλώρινας που σηματοδοτεί τον ερχομό των Χριστουγέννων στην ακριτική μας περιοχή.
Οι σπουδαιότερες φωτιές που άναβαν την δεκαετία 1980 σε γειτονιές της πόλης ήταν η φωτιά της πλατείας ηρώων ,του Τσεκούρ Μαχαλά στην ανηφόρα για τα Γυμνάνσια Λύκεια απ το παζάρι και στην μεγάλη αλάνα κάτω απο την Αγία Όλγα ( πρίν χτιστεί το κτήριο της νομαρχίας) , στο ξενοδοχείο King Alexander πάνω απ την διάσημη ντισκοτέκ της εποχής Black Red, στο Βαρόσι στις πέρξ αλάνες απο το σημερινό κτήριο Αριστοτέλης ( τα χρόνια εκείνα χτιζόταν ) , στον σταθμό τρένων (πίσω απ το αρχαιολογικό μουσείο), στην γειτονιά της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, στο Γιάζι περιοχή καταφυγίων βραχοσπηλαίων στο βουνό, στο τσιφλίκι (συνοικισμός νεοφωτίστων ) , στον κύκλο στην είσοδο πόλης στις εργατικές κατοικίες, στην γειτονιά της ταβέρνας Καραγκιόζη, στο κτήριο του Ωδείου και άν θυμάμαι καλά και στην πλατεία επι της οδού Κιουταχειας όπου οργάνωνε μαζί με όλα τα παιδιά της γειτονιάς ενας πολύ καλός παιδικός φίλος μου ο αείμνηστος Τζόνης Μαρκόπουλος .
Προσωπικά συμμετείχα με πολύ χαρά στην διοργάνωση παραδοσιακών φωτιών απο μικρή ηλικία στο Τσεκούρ Μαχαλά όταν ήταν στην μεγάλη αλάνα κάτω απο την Αγία Όλγα με αρχηγό τον Βασίλη Παρασκευαίδη , τον Μιχάλη Σιαφλά Μαχαμούχα και άλλα παιδιά. Μετά συμμετείχα όταν πηγαίναμε Γυμνάσιο στην φωτιά της γειτονιάς Βαροσίου με αρχηγό τον Νίκο Ντόβα και στην γειτονιά Γιάζι με αρχηγό τον Γιώβη Μιχάλη.
Στα αρχαιότερα χρόνια συνέπιπτε με το χειμερινό εορτασμό του Απόλλωνα όπου με ανάλογες εκδηλώσεις οι αρχαίοι έλληνες πρόγονοι μας υποδέχονταν το φώς για να φύγει το σκότος . Να σημειώσουμε ότι δεν ήταν τυχαίο το γεγονός διότι από την 20η Δεκεμβρίου αυξάνονται οι ώρες της ημέρας και μειώνονται οι ώρες της νύχτας. Με τον ερχομό του Χριστιανισμού το έθιμο συνδέθηκε με τις φωτιές που άναβαν κάτι βοσκοί γύρω από την φάτνη όπου εγεννήθη ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Κάπως έτσι το έθιμο αυτό διατηρήθηκε ανα τους αιώνες από τους Φλωρινιώτες από αρχαιοτάτων χρόνων αν και κατηγορήθηκε από τον αείμνηστο επίσκοπο Φλωρίνης Αυγουστίνο Καντιώτη ως ειδωλολατρικό όπως και μας απέτρεπε στα κατηχητικά να συμμετέχουμε στο άναμμα των φωτιών.
Σε μικρή ηλικία μαζευόμασταν ανά γειτονιά και διοργανώναμε εξορμήσεις στα πέριξ βουνά για να μαζέψουμε καύσιμη ύλη κυρίως κορμούς δένδρων ή πουρνάρια θάμνων οι γνωστές στην καθομιλουμένη τοπική διάλεκτο «ζμπρέγκες». Στην καύσιμη ύλη συμπεριλαμβάνονταν μέχρι και καυσόξυλα που μαζεύαμε από αυλές σπιτιών της γειτονιάς μας. Μέχρι που απαγορεύθηκε δια νόμου μαζεύαμε και ελαστικά φορτηγών. Λεωφορείων, τρακτέρ ή ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων από τα βουλκανιζατέρ της πόλης. Τα πουρνάρια ανεβαίναμε στα βουνά και τα κόβαμε με τσεκούρια ή πριόνια, τα δέναμε στην πλάτη και ανά ομάδες κατηφορίζαμε από τα μονοπάτια των πέριξ συνήθως χιονισμένων μας βουνών. Όλα αυτά τα συγκεντρώναμε από τα τέλη Νοεμβρίου μέχρι την παραμονή του ανάμματος της φωτιάς σε αποθήκες ή σε εγκαταλελειμμένα σπίτια της γειτονιάς μας.
Το έθιμο κάποιες χρονιές ήταν απαγορευμένο Είχαμε βιώσει την εποχή εκείνη κωμικοτραγικές περιπέτειες. Μάλιστα θυμάμαι αστυνομικούς που «μας έβγαζαν φωτογραφία με τα κλοπιμαία ανά χείρας» λες και διαπράτταμε σοβαρότατον παράβασιν των νόμων!!! Τους θυμάμαι από την απέναντι όχθη του ποταμού στο ύψος της πλατείας σχολείων είχαν ανάψει τα φώτα και τις σειρήνες του περιπολικού και ναι μας τραβουσαν φωτογραφίες για να μας συλλάβουν !!!!! . Πετούσαμε ρόδες, ξύλα στο ποτάμι για να μην προλάβουν να μας συλλάβουν επ αυτοφώρω. Από τον τρόμο και πανικό πηδούσαμε φράχτες μονοκατοικιών, γκρεμοτσακιζόμασταν στην κυριολεξία. Σε μία νυχτερινή επιδρομή όταν ήμουν στην προετοιμασία της φωτιάς στο Βαρόσι πήγαμε στο σπίτι του «Βασίλη του αρχηγού» της γειτονιάς Τσεκουρ Μαχαλά όταν ήταν επι της οδού Πέλλης ο οποίος μόλις μας αντιλήφτηκε μας κυνηγούσε στην μισή πόλη με τσεκούρι ανά χείρας. Ένας άλλος στην πλατεία Χρυσοστόμου Σμύρνης μας κυνήγησε με ένα ..σπαθί ξιφομαχίας! Έναν της γειτονιάς μου (Βαρόσι) τον συνέλαβε ιδιοκτήτης φορτηγού γεμάτου μεταχειρισμένα ελαστικά φορτηγών που είχε παρκαρισμένο δίπλα απ τα Γυμνάσια και τον..έδεσε σε κορμό δένδρου με τριχιά μέχρι να έρθει το περιπολικό της αστυνομίας πόλεως. Αξέχαστα χρόνια και αξέχαστες κωμικοτραγικές εμπειρίες ζήσαμε εμείς τα παιδιά της δεκαετίας εκείνης
Παραμονές Χριστουγέννων σε κάποια αλάνα ανοιχτό χωρίς κτίρια χώρο στην γειτονιά στήναμε ένα πρόχειρο παράπηγμα κάτι μεταξύ σκοπιάς-φυλακίου ή ξύλινης παράγκας. Στην ευρύτερη περίμετρο κατασκευάζαμε μία πρόχειρη παράγκα από δοκάρια ενδεδυμένα με νάιλον, μουσαμάδες ή λινάτσες τσουβαλιών και ένα τραπέζι με φιάλες κρασιού για την υποδοχή των επισκεπτών.Ανάβαμε να ζεσταθούμε μία μικρή φωτιά όταν φυλούσαμε τα ξύλα και τα ελαστικά στην παράγκα Το ξενύχτι της σκοπιάς (κυρίως Σάββατο-Κύριακα) συνεχιζόταν μέχρι τις πρώτες πρωϊνές ώρες μετά τα μεσάνυχτα.
Παραμονή του ανάμματος στήναμε την φωτιά με τελετουργική διαδικασία. Στο κέντρο σκάβαμε μία μεγάλη τρύπα όπου στερεώναμε τον μεγαλύτερο και χονδρότερο κορμό δένδρου ενώ γύρω από αυτόν τοποθετούσαμε ξύλα, ελαστικά αυτοκινήτων, σανίδα πουρνάρια κλπ. Περιμετρικά σαν σε κύκλο τοποθετούσαμε του μικρότερους κορμούς, δοκάρια και τα ακουμπούσαμε στον κεντρικό κορμό. Από μακριά φάνταζε υπέροχα σαν ..ινδιάνικη καλύβα ύψους 7 με 10 μέτρα.
Τα μεσάνυχτα της 23ης με 24ης Δεκεμβρίου αφού είχε συγκεντρωθεί πλήθος κόσμου εμείς με τενεκέδες πετρελαίου ή μαζούτ ανα χείρας λούζαμε τα ξύλα και τις ζμπρένγκες ( πουρνάρια θάμνους) και ο αρχηγός της φωτιάς με ένα παλούκι στην άκρη του οποίου υπήρχε ένα αναμμένο στουπί άναβε την φωτιά. Σύννεφο καπνού στην αρχή και ένα ξέσπασμα φωτός από την φωτιά άστραφτε σαν ηφαίστειο στο νυχτερινό ουρανό όπου μύριζε ο τόπος καμένα πουρνάρια ξύλα και ελαστικά αυτοκινήτων. Μερικοί βάζαν κυφά μέσα στα ξύλα και αεροζόλ συσκευασίες με σκοπό να προκαλέσουν έντονο κρότο και λάμψη Μέχρι να χαμηλώσει η φωτιά πίναμε κανα ποτηράκι κρασί, τραγουδάγαμε, ακούγαμε ροκ μουσική από φορητά ραδιοκασσετόφωνα ή ράδιο από τρανζιστοράκια που φέρναμε από το σπίτι. Όταν η ώρα πλησίαζε 2 μετά τα μεσάνυχτα στριφογυρνούσαμε στις άλλες γειτονιές για να συγκρίνουμε πόσο μεγάλες ήταν. Οι μεγαλύτεροι κατέληγαν μεθυσμένοι στις ντισκοτέξ της πόλης για διασκέδαση και χορό (disco black red- angel- popay ) ή στα μπουζούκια της εποχής (Μηλιές κάτω από το νοσοκομείο) Εμείς οι μικρότεροι ξαναεπιστρέφαμε στην φωτιά μας όπου γύρω από αυτήν καμαρώναμε λέγοντας ότι ήταν η καλύτερη που είδαμε, εξιστορούσαμε τις περιπέτειες κατορθώματα κατά την προετοιμασία της φωτιάς. Πάντα καμαρώναμε την δική μας φωτιά στο Βαρόσι η στο Γιάζι. Από το ξενύχτι, την κούραση το ελαφρό μεθύσι της φωτιάς κοιμόμασταν στην παράγκα που είχαμε κατασκευάσει μέχρι να μας ξυπνήσουν οι νιφάδες της χιονόπτωσης της επομένης ημέρας για να σηκωθούμε να φάμε κανέναν πατσά ή κουλούρι αλλά και την κατσάδα στο σπίτι από τους γονείς μας.
. Αν θυμάμαι καλά μία χρονιά η γειτονιά μας στο Βαρόσι βραβεύθηκε ως καλύτερη στην πόλη χαρίζοντας μας ο τότε Δήμαρχος Νικόλαος Χάσος ως «έπαθλον φωτιάς» ένα βαρέλι κρασί.
Η φωτιά έσβηνε πολλές ώρες μετά την επομένη ημέρα όπου σχηματιζόταν ένα μικρό βουναλάκι από κάρβουνα που μισοκαίγανε. Το σκηνικό του εθίμου τελείωνε από γριούλες ή νοικοκυρές που με ένα φαράσι ή τενεκεδάκι έπαιρναν κάρβουνα για την θερμάστρα του σπιτιού τους «για το καλό της χρονιάς που έρχεται». Συχνά μας δίναν τα συγχαρητήρια τους χαρίζοντας χαρά στα μουντζουρωμένα από την στάχτη της φωτιάς εφηβικά μας πρόσωπα.
Κάπως έτσι ξετυλίγονται στο νου εικόνες του παρελθόντος από το παραδοσιακό άναμμα των φωτιών όπου βιώσαμε τότε τα παιδιά του ιστορικού κέντρου της πόλης της Φλώρινας (αρχές προς μέσα της δεκαετίας του 1980).
Υ.Γ Φέτος λόγω Lock Dawn αναπολούμε τις αναμνήσεις μας οι οποίες μας συντροφεύουν και μας ζεσταίνουν γλυκά όλους μέσα στο σπίτι….