Άρθρο γνώμης:
του Δρ. Λευτέρη Τοπάλογλου, Διευθυντή ΠΕΔ Δυτικής Μακεδονίας
Για την ανάγκη ενός μακρόπνοου και βιώσιμου εναλλακτικού σχεδίου για τη Δυτική Μακεδονία από το 2023 και μετά, έχουν ήδη ειπωθεί πολλά. Η αλήθεια είναι ότι έχουν γίνει και πολλά τα τελευταία τρία χρόνια, τόσο στο ευρωπαϊκό, όσο και στο εθνικό επίπεδο. Στο ευρωπαϊκό επίπεδο, μπορεί κανείς να αναφέρει ενδεικτικά, τη δημιουργία Πλατφόρμας Άνθρακα, με τη Δυτική Μακεδονία να εντάσσεται στις πιλοτικές περιφέρειες, την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, τη σύσταση Μηχανισμού και Ταμείου και Δίκαιης Μετάβασης κ.α.. Στην Ελλάδα, η αιφνιδιαστική απόφαση για την δραστική απολιγνιτοποίηση έως το 2028, συνοδεύτηκε από τη σύσταση διυπουργικής και συντονιστικής επιτροπής επικουρούμενης από τεχνικές ομάδες στο εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, την ίδρυση εθνικού πράσινου ταμείου κ.α.. Επιπλέον, θα πρέπει να καταγραφεί, η εκπόνηση Master Plan και Εδαφικών Σχεδίων Δίκαιης Μετάβασης τα οποία αναμένεται να ολοκληρωθούν έως τα τέλη του 2020, αφού θα έχει προηγηθεί ένα στάδιο διαβούλευσης. Μια διαπίστωση με την οποία κανείς δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει, είναι ότι η έναρξη υλοποίησης όλων αυτών των πολιτικών, έχουν χρονικό ορίζοντα μετά το 2023 στην καλύτερη περίπτωση!
Δεδομένου ότι όλοι συμφωνούν ότι ο χρόνος είναι ο μεγάλος αντίπαλος για την αντιστροφή των συνεπειών μιας βίαιης απολιγνιτοποίησης, το αμείλικτο ερώτημα που προκύπτει είναι τι κάνουμε σήμερα με τις επιπτώσεις στην αγορά εργασίας που είναι ήδη ορατές; Στους ανθρώπους που ήδη έχουν χάσει τη δουλειά τους ή αναμένεται να τη χάσουν στα επόμενα 2,5 χρόνια ποια απάντηση μπορούμε να δώσουμε; Υπάρχουν τα περιθώρια να δράσουμε άμεσα έτσι ώστε να μετριαστούν οι συνέπειες τόσο στην απασχόληση όσο και στην επιχειρηματικότητα; Μπορούμε να δημιουργήσουμε αναχώματα αποτροπής της τάσης φυγής νέων ανθρώπων και εξειδικευμένων εργαζομένων από την περιοχή;
Είναι θετικό ότι την περίοδο αυτή καταβάλλονται ενδιαφέρουσες προσπάθειες από πολλές πλευρές για την καταγραφή, μελέτη και αξιολόγηση του ανθρώπινου δυναμικού που βρίσκεται σε κίνδυνο λόγω της απολιγνιτοποίησης (π.χ. Master Plan, World Bank, WWF). Η ακριβής εκτίμηση των δεδομένων αυτών, αποτελεί προφανώς ακρογωνιαίο λίθο για την επεξεργασία του οποιουδήποτε αξιόπιστου εναλλακτικού μοντέλου δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και επανακατάρτισης σε νέες δεξιότητες. Τι μπορούμε όμως να κάνουμε μέχρι τότε;
Δεδομένου ότι μέσα στο 2020 όλες οι παραπάνω μελέτες θα έχουν ολοκληρωθεί, αυτό που προτείνεται στο παρόν άρθρο, είναι ο σχεδιασμός ενός εμβληματικού προγράμματος από τον ΟΑΕΔ για τη Δυτική Μακεδονία, η οποία να ενισχύει τόσο την απασχόληση όσο και την επιχειρηματικότητα για τα επόμενα 2 χρόνια τουλάχιστον. Μια τέτοιου είδους ενεργητική και στοχευμένη πολιτική, θα πρέπει να απευθύνεται αποκλειστικά σε εργαζόμενους που άμεσα ή έμμεσα έχουν χάσει την εργασία τους λόγω της απολιγνιτοποίησης. Ο πρώτος άξονας αυτής της πρωτοβουλίας θα μπορεί να περιλαμβάνει γενναία επιχορήγηση επιχειρήσεων για την πρόσληψη εργαζομένων και ο δεύτερος άξονας προώθηση της αυταπασχόλησης μέσω της οικονομικής ενίσχυσης επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.
Η πρόταση αυτή από μόνη της, δεν ‘κομίζει γλαύκας εις Αθήνας’ για την καινοτομία της. Ο ΟΑΕΔ ήδη υλοποιεί αντίστοιχα προγράμματα επανένταξης στην αγορά εργασίας, δεύτερης επιχειρηματικής ευκαιρίας η ακόμη και πιλοτικά προγράμματα (π.χ. Πρόγραμμα Ελευσίνας, Attica Publishing κ.α.). Ωστόσο, αυτό που θα μπορούσε να κάνει πραγματικά τη διαφορά, είναι τέσσερα κρίσιμα στοιχεία: (1) Συν-διαμόρφωση, (2) Κρίσιμο Μέγεθος, (3) Συμμετοχή της Αυτοδιοίκησης, (4) Ολοκληρωμένη Προσέγγιση. Ας τα δούμε σύντομα ένα-ένα.
Συν-διαμόρφωση: Το σχέδιο θα πρέπει να είναι το αποτέλεσμα ενός οργανωμένου διαλόγου και μιας δομημένης διαβούλευσης μεταξύ του ΟΑΕΔ, του Υπουργείου Εργασίας, της διυπουργικής και συντονιστικής επιτροπής, της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και των Δήμων της ΠΔΜ, πρωτίστως των ενεργειακών. Η παρούσα συγκυρία ευνοεί άριστα τη συν-διαμόρφωση μιας κοινής στρατηγικής η οποία δεν θα σχεδιάζεται απλά από πάνω προς τα κάτω με μια οριζόντια λογική, αλλά θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις στο τοπικό επίπεδο να αναλάβει την ‘ιδιοκτησία’ αυτής της στρατηγικής.
Κρίσιμο μέγεθος: Καμία παρέμβαση όσο καλά σχεδιασμένη και αν είναι, δεν θα μπορεί να φέρει ορατά αποτελέσματα, εάν το ύψος της ενίσχυσης και της στήριξης δεν συμβαδίζει με το ‘ύψος’ του προβλήματος. Αυτό σημαίνει συγκέντρωση ‘δύναμης πυρός’ από πολλές πηγές και αξιοποίηση όλων των ευρωπαϊκών και εθνικών χρηματοδοτικών ταμείων. Στην ίδια κατεύθυνση, θα ήταν χρήσιμο να εξεταστεί η διαφοροποίηση προς τα πάνω του ποσοστού της επιχορήγησης του εργατικού κόστους προς τις επιχειρήσεις, αποσκοπώντας στην απορρόφηση του οικονομικού σοκ των 2 πρώτων ετών και την άμεση τόνωση των τοπικών επιχειρήσεων.
Συμμετοχή της Αυτοδιοίκησης: Οι Δήμοι διαθέτουν σε όλες τις Δημοτικές Κοινότητες ένα σημαντικό κτιριακό απόθεμα, το οποίο τις περισσότερες φορές παραμένει αναξιοποίητο. Στον άξονα της πρωτοβουλίας που αφορά ενίσχυση της αυταπασχόλησης, τα κτίρια αυτά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως εν δυνάμει θερμοκοιτίδες, παρέχοντας στους δυνητικούς επιχειρηματίες δωρεάν φιλοξενία και υπηρεσίες για ένα διάστημα 2 ετών. Οι υπηρεσίες αυτές θα μπορούσαν να καταστήσουν τους Δήμους σημαντικούς και ενεργητικούς παίκτες ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας στο τοπικό επίπεδο.
Ολοκληρωμένη προσέγγιση: Η εμπειρία δείχνει ότι οι προσπάθειες ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας οι οποίες εξαντλούνται απλά στην καταβολή μιας επιχορήγησης, δεν επαρκούν. Απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση η οποία να περιλαμβάνει επιπλέον, την επανακατάρτιση του επιχειρηματία σε δεξιότητες που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς και την συστηματική καθοδήγηση (mentoring / coaching) και συμβουλευτική υποστήριξη (consulting) για ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της επιχείρησής του. Τα μοντέλα μέσα από την διεθνή και ελληνική εμπειρία υπάρχουν και είναι διαθέσιμα. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε ξανά τον τροχό. Απλά θα πρέπει να προσαρμοστούν στις τοπικές ιδιαιτερότητες προκειμένου να είναι αποτελεσματικά.
Η απάντηση λοιπόν στους ανθρώπους που ήδη έχασαν ή κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους λόγω της απολιγνιτοποίησης, δεν μπορεί να είναι άλλη από πρωτοβουλίες και δράσεις άμεσης και μετρήσιμης απόδοσης έως το 2023. Η διαμόρφωση μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής μετασχηματισμού του περιφερειακού μοντέλου για μετά το 2023, προφανώς και έχει μεγάλη σημασία. Αυτό όμως δεν ακυρώνει ούτε κατ’ ελάχιστον την ανάγκη για επαρκείς απαντήσεις όσον αφορά στις επιπτώσεις που θα έχει η απολιγνιτοποίηση μέχρι το 2023 στην αγορά εργασίας. Άλλωστε δεν μπορούμε να μιλάμε για ‘οικονομική ευημερία’ των ανθρώπων μετά το 2023, εάν δεν έχουμε διασφαλίσει την ‘οικονομική επιβίωση’ των ανθρώπων μέχρι το 2023.
Κοζάνη, Αύγουστος 2020.