Άνθρωπος γενόμενος διά φιλανθρωπία….

Γιατί ο Θεός έγινε Άνθρωπος και πως καλείται ο άνθρωπος να το αποδεχτεί, ξεπερνώντας τα όρια της λογικής; Υπάρχουν στιγμές και γεγονότα μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας που οι πράξεις προσδίδουν αξία στους δρώντες καταξιώνοντας τους μέσα στον χρόνο.  Στην Σάρκωση όμως του Χριστού, αξία αποκτά ο άνθρωπος, αυτή η πρόσληψη της ανθρώπινης φύσης μέσα στην Θεότητα θεοποιεί τον άνθρωπο δίνοντας του ξεχωριστή θέση.

Σ’ αυτό το σημείο η λογική ξεπερνάται, όχι αγγίζοντας το παράλαγο, μα βιώνοντας το μυστήριο του υπέρλογου.  Η φιλανθρωπία του Θεού, η μοναδική καταξίωση μας.

Ο  Θεός δεν κατευθύνεται από μια αγάπη, ως γενική και άκρως συναισθηματική έννοια, ούτε αναγκάζεται από τις περιστάσεις, αλλά φιλάνθρωπα με την θέληση Του κατέρχεται στην γη. Όχι για να διορθώσει ένα λάθος, αλλά να ολοκληρώσει να μας θεοποιήσει, αυτό άλλωστε σημαίνει σωτηρία, η ολοκλήρωση της ύπαρξης μας, χαρίζοντας μας το καθ’ ομοίωσιν που πριν ήταν αδύνατο ν’ αποκτήσουμε  από την φύση μας.

Αυτό, το μυστήριο της φιλανθρωπίας του Θεού καλεί η εκκλησία να βιώσουμε, νοηματοδοτώντας το παρόν, προσφέροντας την βεβαιότητα του μέλλοντος. Αφού ήλθε ο Χριστός στον κόσμο το σπουδαίο και μεγάλο έγινε. Άλλωστε τι πιο σοβαρό από την ύπαρξη του θανάτου στην ζωή μας, αλλά και τι πιο μεγάλο από την νίκη του. Με την προοπτική της νίκης του θανάτου η ζωή αποκτά άλλη διάσταση. Ο άνθρωπος και η δημιουργία βιώνονται διαφορετικά μέσα από την εν Χριστώ τελείωση, χριστοποιούνται, μεταμορφώνονται σε παράδεισο και κοινωνία προσώπων. Η απαξιωμένη ζωή, που την διαδέχεται ο θάνατος, Χριστοποιείται μετατρέπεται σε αιωνιότητα από το τώρα, που νικά κι αυτόν τον θάνατο.

Στο Πρόσωπο του Ενανθρωπήσαντος Λόγου καθένας βρίσκει το δικό του πρόσωπο. Ο άνθρωπος γίνεται μοναδικός κι ανεπανάληπτος κι ο άλλος, πρόσωπο που αξίζει ν’ αγαπηθεί, ακριβώς επειδή τιμήθηκε κι αγαπήθηκε πρώτα από τον Ίδιο τον Θεό που δέχτηκε να λάβει την σάρκα του και να φανερωθεί ανάμεσα μας.

Αυτή, η συνειδητοποίηση της αγάπη του Θεού κάνει την ύπαρξη μας να συγκλονίζεται αναλογιζόμενη  πως  Εκείνος που φανερώθηκε στο κόσμο δεν απεστράφει κανέναν σε όποια τραγική κατάσταση κι αν βρισκόνταν, έτσι νιώθει ότι κι αυτή έχει θέση μέσα σ’ αυτήν την φιλανθρωπία Του.  Άλλωστε, ο Χριστός δέχτηκε να συνομιλήσει  και να συμφάγει με πόρνες και τελώνες, μονάχα αυτούς που ένιωθαν σπουδαίοι έχοντας τις ηθικές τους ψευδαισθήσεις , δεν μπόρεσε να τους πλησιάσει στην δική τους τελειότητα. Και είναι σκέτη κόλαση μια ηθική πρόοδος χωρίς Χριστό,  γεμάτη από κόμπλεξ και μικρότητες  προς τους άλλους, έτοιμη στο πέρασμα της να τους κατασπαράξει, καραδοκώντας τους σε κάθε παραστράτημα.

Αυτή η αίσθηση της φιλανθρωπία του Θεού, ως το μοναδικό στοιχείο που μας καταξιώνει, ταπεινώνει την καρδιά, την μαλακώνει κι ανοίγεται σιγά-σιγά. Μετέχοντας στην αγάπη του Θεού, μπορεί κι αγαπά τον άλλον. Κενώνεται, αδειάζει, αλλά συγχρόνως γεμίζει από τον Θεό, εκεί βρίσκει το πρόσωπο της και τον λόγο ύπαρξης της.

Άλλωστε, τι λέγει η ευχή του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων στην Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, σε ελεύθερη απόδοση, «μας έκανε άξιους, εννοώντας τον ιερέα και στο πρόσωπο του όλους εμάς, να στεκόμαστε μπροστά στο θυσιαστήριο Σου, όχι επειδή ήμαστε δίκαιοι, ούτε επειδή κάναμε κάτι καλά, αλλά επειδή μας πλημύρισες μετο έλεος και την φιλανθρωπία Σου, αυτή μας καθαρίζει και μας αξιώνει.

Γι’ αυτό η Θεία Κοινωνία, δεν είναι επιβράβευση, ούτε έπαλθο μιας πολυήμερης νηστείας, αλλά συντελείται ένα μυστήριο θεανθρώπησης του ανθρώπου. Ο κτιστός άνθρωπος κάθε φορά που προσέρχεται στην Θεία Ευχαριστία εννώνεται με τον Άκτιστο Θεό και γίνεται θεός κατά χάρη. Παράλληλα αναζωογονείται από την φθορά της αμαρτίας. Ομολογώντας μ’ αυτήν την πράξη το μέγα μυστήριο της Ενανθρώπησης του Λόγου και συνεπακόλουθα της Ανάστασης Του. Γι’ αυτό και με την μετοχή μας στην Θεία Κοινωνία σε κάθε  Θεία Λειτουργία, εκφράζουμε την αναξιότητα μας για τις επιλογές μας, αισθανόμενοι ως μοναδική καταξίωση την φιλανθρωπία του Θεού, που για χάρη μας έγινε Άνθρωπος.

 

Γεώργιος Τρυφωνόπουλος

Θεολόγος Α.Π.Θ.