Το  βιτριόλι (Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης)

Το  βιτριόλι

Προπολεμικά, φόβος και τρόμος είχε γίνει το βιτριόλι για τους εραστές, που έταζαν γάμο αλλά δεν παντρεύονταν τις αγαπημένες τους. Οι κοπελίτσες την εποχή εκείνη έβλεπαν τον άνδρα σαν στήριγμα, καθώς οι γυναίκες τότε δεν εργάζονταν, έτσι κάθε ερωτική αποτυχία που δεν οδηγούσε στον γάμο τις έφερνε σε απόγνωση. Οι ανίσχυρες εκείνες κοπελίτσες ένα όπλο είχαν: το βιτριόλι. Η φράση «θα σου ρίξω βιτριόλι» ακουγόταν συχνά, από τις ερωτικά απογοητευμένες κοπελίτσες, προς τους άκαρδους εραστές τους. Το φαινόμενο ήταν πανελλαδικό·  κάποτε έφτασε και στη Φλώρινα, και χρησιμοποιήθηκε περισσότερο φραστικά, ως απειλή. Μερικές φορές όμως τα λόγια έγιναν πράξη.

Έρωτες και βιτριόλι είχαν ταυτιστεί στην δεκαετία του 1930, έτσι που κάποιος νεαρός της Φλώρινας βαθιά επηρεασμένος από τις συζητήσεις ερωτικών ιστοριών σε σχέση με το βιτριόλι, πρωτοτύπησε και αυτός με μια ευρεσιτεχνία. Κατασκεύασε ένα πιτσιλιστήρι και το γέμισε βιτριόλι με σκοπό να πιτσιλά τις κοπέλες στον πισινό και καθώς θα έλιωνε το ύφασμα του φουστανιού θα μπορούσε να απολαύσει τον γυμνό πισινό τους. Βγήκε λοιπόν στην βόλτα και ακολούθησε μια κοπελίτσα που πήγαινε στο σπίτι της. Το σύστημα με το πιτσιλιστήρι λειτούργησε άψογα, το ύφασμα έλιωσε, αλλά όταν το βιτριόλι έφτασε στο δέρμα της κοπέλας, αυτή άρχισε να τσιρίζει από το τσούξιμο και τον πόνο. Μαζεύτηκαν οι περαστικοί και μερικοί  την βοήθησαν, ενώ άλλοι κατεδίωξαν τον νεαρό και τον συνέλαβαν. Ο φουκαράς πήγε να κάνει μπανιστήρι με προηγμένα μέσα, αλλά τον συνέλαβαν και δικάστηκε και καταδικάστηκε. Πλήρωσε τα ρούχα της κοπέλας, αλλά και κάθισε τρεις μήνες στη φυλακή, παρόλο που ήταν μόνο δεκαέξι χρονών. Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1930, και ήταν το πρώτο κρούσμα επίθεσης με βιτριόλι στη Φλώρινα.

Μια άλλη επίθεση με βιτριόλι έγινε στα τέλη της δεκαετίας του 1930. Ένας φαντάρος ερωτεύτηκε μια υπηρετριούλα. Και τι δεν τις έταζε για να περνά ευχάριστα τις ώρες που δεν ήταν στον στρατώνα. Τα πίστευε η υπηρετριούλα που ήθελε νωρίς να παντρευτεί και να γλυτώσει από τα ξένα σπίτια. Κάποτε όμως ο φαντάρος την παράτησε. Απογοητευμένη η υπηρετριούλα αγόρασε ένα μπουκάλι βιτριόλι από το μαγαζί του Γιούσκα και έστησε καρτέρι έξω από τον στρατώνα. Και όταν οι εξοδούχοι φαντάροι βγήκαν από το στρατόπεδο, η υπηρετριούλα τον περίμενε με το βιτριόλι κρυμμένο κάτω από την ζακέτα της. Τον πλησίασε και του άδειασε το μπουκάλι στο πρόσωπο του. Ο φαντάρος έπαθε εγκαύματα και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Η υπηρέτρια συνελήφθη. Η αστυνομία κάλεσε όλους του καταστηματάρχες που πουλούσαν βιτριόλι. Ο Γιούσκας παραδέχτηκε ότι αυτός πούλησε το βιτριόλι στην υπηρέτρια, αλλά ρητόρευσε μπροστά στον αστυνόμο για να αποδείξει ότι η πώλησή του ήταν ελεύθερη. Ο Γιούσκας και οι άλλοι καταστηματάρχες αφέθηκαν ελεύθεροι, ενώ η υπηρετριούλα κρατήθηκε για τα περαιτέρω.

Βιτριόλι παλιά έβρισκε κανείς στα Βαφεία της Φλώρινας. Τα Βαφεία όμως δεν πουλούσαν βιτριόλι. Το είχαν για δική τους χρήση, καθώς το βιτριόλι ήταν στερεωτικό των χρωμάτων για τα μάλλινα. Μέσα στο καζάνι που έβαφαν τα μάλλινα, αραίωναν το χρώμα με το βιτριόλι στο νερό και μετά βουτούσαν τα νήματα. Έτσι τα βαφεία είχαν σε μεγάλα γυάλινα δοχεία μεγάλες ποσότητες βιτριολιού.

Βιτριόλι μπορούσε κανείς να προμηθευθεί από το μαγαζί του Γιούσκα, ο οποίος πουλούσε διάφορα ματζούνια και χημικές ουσίες για κάθε χρήση. Οι νοικοκυρές από τον Γιούσκα προμηθεύονταν το βιτριόλι και το χρησιμοποιούσαν ως απολυμαντικό στις τουαλέτες. Η χρήση αυτή άρχισε στην δεκαετία του 1920, όταν οι περισσότεροι έφτιαχναν αποχωρητήρια στα σπίτια τους, για να ξεφύγουν από την δυσοσμία του βόθρου. Τότε τοποθετήθηκαν οι λεκάνες από μωσαϊκό, που συνήθιζαν να τις ονομάζουν τούρκικες. Το μωσαϊκό όμως βρόμιζε και το νερό δεν μπορούσε να το καθαρίσει. Γι αυτόν το λόγο, οι νοικοκυρές έριχναν βιτριόλι στις τουαλέτες. Το βιτριόλι ήταν ισχυρό απολυμαντικό και η τουαλέτα από μωσαϊκό γινόταν πεντακάθαρη. Η απολύμανση της τουαλέτας με βιτριόλι γινόταν μερικές φορές τον χρόνο.

Αλλά και τα συνεργεία αυτοκινήτων χρησιμοποιούσαν βιτριόλι, καθώς οι παλιές μπαταρίες αποκτούσαν περισσότερο χρόνο ζωής με ένα διάλυμα βιτριολιού. Ακόμη και αυτοί που αγόραζαν τα λίπη των ζώων από τα σφαγεία χρησιμοποιούσαν βιτριόλι για τον καθαρισμό τους.

Η χρήση του βιτριολιού είναι πιο παλιά. Υπήρχε από τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Τότε το ονόμαζαν γκεζάπι. Πριν από τους βαφείς, το χρησιμοποίησαν οι χαλκωματάδες  και οι γανωτήδες. Με γκεζάπι καθάριζαν τον χαλκό και έφτιαχναν οι οικιακά σκεύη οι χαλκωματάδες, τότε που υπήρχαν μόνο χάλκινα και πήλινα σκεύη. Τα χάλκινα σκεύη όμως χρειάζονταν επικασσιτέρωση, το γνωστό γάνωμα, μια φορά τον χρόνο. Έτσι οι γανωτήδες από την άνοιξη και μέχρι το φθινόπωρο γάνωναν τα οικιακά σκεύη, αφού προηγουμένως τα καθάριζαν με γκεζάπι. Οι γανωτήδες αγόραζαν γκεζάπι από μερικά μπακάλικα, και κυρίως από το μπακάλικο του Σπύρου Μίχτη. Όμως γκεζάπι ονόμαζαν και το άκουα-φόρτε ή υδροχλωρικό οξύ, που ήταν παρόμοιο με το βιτριόλι, αλλά ήταν πιο αδύναμο. Γκεζάπι άκουα  – φόρτε πουλούσαν τα μπακάλικα και όχι βιτριόλι. Επομένως στη Φλώρινα με την λέξη γκεζάπι εννοούσαν και το βιτριόλι (θειικό οξύ) και το άκουα – φόρτε (υδροχλωρικό οξύ).

Περασμένα ξεχασμένα, και το βιτριόλι ξεχάστηκε στη Φλώρινα. Δεν ακούς πια την φράση «Θα σου ρίξω βιτριόλι» από τις κοπέλες, αφού η ζωή έχει αλλάξει και η γυναίκα έχει όλες τις ευκαιρίες που έχει ένας άνδρας. Αλλά ούτε βαφεία υπάρχουν, ούτε τα εργαστήρια χαλκού. Μόνο κανέναν πλανόδιο γανωτή συναντά κανείς, που θυμίζει άλλες εποχές. Το γκεζάπι έγινε άγνωστη λέξη. Ενώ την λέξη βιτριόλι την συναντούν οι μαθητές, ως θειικό οξύ, μόνο στο μάθημα της χημείας και όχι στην καθημερινή ζωή.

 

Δημήτρης Μεκάσης