Ημερίδα με θέμα: “Εμφύλιος πόλεμος, 70 χρόνια μετά” (φώτο & βίντεο)

Την Κυριακή 26 Αυγούστου 2018, στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του Δήμου Φλώρινας, πραγματοποιήθηκε η ημερίδα με θέμα: “Εμφύλιος πόλεμος, 70 χρόνια μετά”, με ομιλητές τους: Καλεντερίδη Σάββα – Αξιωματικό  Ε. Α – Συγγραφέα, Μέρτζο Νικόλαο – Δημοσιογράφο – Συγγραφέα, Νικολακόπουλο Ηλία – Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών  – Αναλυτή. Η ηθοποιός Ναταλία Δραγούμη απήγγειλε ποιήματα του Ρίτσου και διάβασε κείμενα του Ίωνα δραγούμη. Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο γιος και η χήρα του μάρτυρα της ΕΙΡΗΝΗΣ Γρηγόρη Λαμπράκη και η κόρη του ήρωα κατά της «Απριλιανών», Σπύρου Μοστακλή.

Ακολούθησαν παρεμβάσεις και συζήτηση με το κοινό.

Γεωπολιτική του Ελληνικού Χώρου, Μέγεθος του Ελληνισμού, Πατριωτισμός και Δημοκρατία

Ομιλία του Σάββα Καλεντερίδη στη Φλώρινα, Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

Η Ελλάδα έχει μια επιπλέον ιδιαιτερότητα, πέραν όλων των άλλων, σε σχέση με τις λοιπές χώρες της Ευρώπης.

Είναι η μόνη που βίωσε έναν αιματηρό και άκρως καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο παράλληλα και μετά την Τριπλή Κατοχή, Γερμανική, Ιταλική και Βουλγαρική και η μόνη που εβδομήντα χρόνια μετά προσπαθεί να επουλώσει τις ανίατες και ανεπούλωτες πληγές, με εκδηλώσεις όπως η σημερινή.

Η σημερινή μου ομιλία θα κινηθεί σε τέσσερις εννοιολογικούς – θεματικούς άξονες: στη Γεωπολιτική του Ελληνικού χώρου, στο Μέγεθος του Ελληνισμού, τον Πατριωτισμό και τη Δημοκρατία.

 

Η γεωπολιτική αξία του Ελληνικού χώρου

Ο Ελληνικός χώρος, συμπεριλαμβάνω σ’ αυτόν και την Κύπρο, υπό της έννοια της διαχρονικότητας, έχει τα εξής μοναδικά χαρακτηριστικά.

Πρώτον, είναι μεικτός, ξηρά και θάλασσα, με το θαλάσσιο χώρο να είναι διάσπαρτος με μεγάλα και μικρά νησιά και βραχονησίδες και μεγαλύτερης έκτασης από τον χερσαίο.

Δεύτερον, δεσπόζει και στην κυριολεξία συνδέει τρεις ηπείρους, την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, με στρατηγική σημασία στο ρόλο αυτό να παίζουν κυρίως η Κρήτη και η Κύπρος.

Τρίτον, ελέγχει στρατηγικής σημασίας θαλάσσιους άξονες, από τον Εύξεινο Πόντο στη Μεσόγειο, από τον Ινδικό Ωκεανό στη Μεσόγειο και από τον Ειρηνικό Ωκεανό, μέσω της Μεσογείου, για της διώρυγας του Γιβραλτάρ στην Ερυθρά Θάλασσα και τον Ινδικό Ωκεανό.

Τέταρτον, αποτελεί θαυμάσια είσοδο, μέσω των λιμανιών και τον οδικών αξόνων, από την Ασία και την Αφρική προς την Ευρώπη και το αντίστροφο.

Ένα στοιχείο που πρέπει να κρατήσουμε, για αξιολόγηση, είναι το γεγονός ότι αυτή η εξέχουσα γεωπολιτική αξία του Ελληνικού χώρου είναι που τον καθιστά εδώ και αιώνες πεδίο σκληρού ανταγωνισμού των εκάστοτε Μεγάλων Δυνάμεων, μια κατάσταση που καλείται να διαχειριστεί ο Ελληνισμός και το ελληνικό αλλά και κυπριακό κράτος, από της ίδρυσής τους μέχρι σήμερα.

 

Το Μέγεθος του Ελληνισμού

Στον χώρο αυτόν, που αποκάλεσα Ελληνικό χώρο, ιδρύθηκε το Ελληνικό και το Κυπριακό κράτος.

Το Ελληνικό κράτος ιδρύθηκε ντε φάκτο το 1827, με την τρίτη Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, οπότε εξελέγη ο κόμης Ιωάννης Καποδίστριας ως Κυβερνήτης της Ελλάδας. Ντε γιούρε αναγνωρίστηκε με την παρέμβαση των τριών «Προστάτιδων Δυνάμεων» (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία), οι οποίες κήρυξαν την Ελλάδα βασίλειο στη Διάσκεψη του Λονδίνου του 1832, με τον Βαυαρό πρίγκιπα Όθωνα των Βίττελσμπαχ ως βασιλιά.

Έκτοτε το Ελληνικό αυτό κράτος επεκτάθηκε με την παραχώρηση των Ιονίων Νήσων, από το Ηνωμ. Βασίλειο το 1863, της Θεσσαλίας με το Συνέδριο του Βερολίνου, το 1878, της Ηπείρου, της Μακεδονίας και των νησιών του Βορείου Αιγαίου, με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, το 1913, μετά τους Βαλκανικούς Πόλεμους, της Δυτικής Θράκης από την Βουλγαρία, το 1920 και των Δωδεκανήσων, από την Ιταλία, το 1947.

Το Κυπριακό κράτος ιδρύθηκε το 1960, με το 38% του εδάφους του να παραμένει υπό τουρκική κατοχή μετά το 1974.

Αν παρατηρήσουμε λοιπόν τις διαδικασίες ίδρυσης και επέκτασης των συνόρων του Ελληνικού κράτους και ίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα διαπιστώσουμε δυο κυρίαρχα στοιχεία.

Το ένα είναι ο αγώνας που έδωσε ο Ελληνισμός και στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης και των Βαλκανικών Πολέμων αλλά και στη διάρκεια του αντιαποικιακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, εναντίον υπέρτερου αντιπάλου, αγώνας που σε στρατιωτικό και επιχειρησιακό επίπεδο σε μεγάλο βαθμό στέφθηκε με επιτυχία.

Το άλλο είναι η σαφής και καθοριστική εμπλοκή μεγάλων δυνάμεων σε όλες της φάσεις της εξελικτικής πορείας των κρατών της Ελλάδας και της Κύπρου, άλλοτε με θετικά και άλλοτε με καταστροφικά αποτελέσματα.

Εδώ λοιπόν καλούμαστε να αναζητήσουμε τις αιτίες της συνεχούς και μόνιμης εμπλοκής των γεωπολιτικού παράγοντα, των μεγάλων δυνάμεων που έχουν συμφέροντα στην περιοχή, στα ελληνικά πράγματα, στην Ελλάδα και την Κύπρο, αποτέλεσμα της οποίας εμπλοκής είναι και ο καταραμένος εμφύλιος πόλεμος, τη λήξη του οποίου εξετάζουμε σήμερα, θέλω να πιστεύω πραγματικά με ιαματικό, επουλωτικό και θεραπευτικό τρόπο.

Δεν είναι μόνο η γεωπολιτική αξία του Ελληνικού χώρου που προκαλεί την συνεχή επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή μας.

Τεράστια γεωπολιτική αξία έχει και το Στενό της Μάγχης ή ο Βερίγγειος Πορθμός, όμως εκεί δεν παρατηρούνται γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί ή διαγκωνισμοί, γιατί τις περιοχές αυτές τις υπερασπίζονται μεγάλες δυνάμεις.

Τι συμβαίνει λοιπόν με τον Ελληνικό χώρο;

Συμβαίνει το εξής:

Οι Έλληνες, όπως και να ορίσει κανείς την έννοια του έθνους, είμαστε ένα μικρό σε πληθυσμό έθνος, που δεν έχει φυλετική συγγένεια με μια ομάδα κρατών ή με μια μεγάλη δύναμη. Τέτοια χαρακτηριστικά στην περιοχή μας έχει μόνο η Αλβανία και οι Αλβανοί και καλό είναι να το αξιολογήσουμε αυτό, γιατί μπορεί να αποτελέσει κοινό παρονομαστή, για μια στρατηγική συμμαχία στην περιοχή, όχι για να στραφούμε εναντίον κάποιου, αλλά για να αυξήσουμε το ειδικό μας βάρος και τη διαπραγματευτική μας ισχύ.

Άρα, το γεγονός ότι είμαστε λίγοι και δεν μπορούμε να «ακουμπήσουμε» με ευνοϊκούς και ασφαλείς όρους σε μια συγγενική μεγάλη δύναμη, καθιστά τον Ελληνικό χώρο διεκδικήσιμο από τις μεγάλες δυνάμεις

Τι σημαίνει αυτό στην πράξη;

Σημαίνει Αγγλικό, Γαλλικό και Ρωσικό Κόμμα, με την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, σημαίνει δυο Ελληνικές κυβερνήσεις και Εθνικό Διχασμό, το 1916, σημαίνει Εμφύλιο πόλεμο, που άρχισε μεσούσης της Κατοχής, όταν οι μεν προσπαθούσαν να εξαλείψουν με κάθε τρόπο τους δε, που επίσης πολεμούσαν εναντίον του κατακτητή και τελείωσε το 1949, σημαίνει Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, το 1959, με τις οποίες ο αγώνας της ΕΟΚΑ, λεηλατήθηκε, αναγνωρίστηκαν Αγγλία και Τουρκία εγγυήτριες δυνάμεις στην Κύπρο, σημαίνει Χούντα, το 1967 στην Ελλάδα και εισβολή και κατοχή στην Κύπρο από το 1974 μέχρι σήμερα.

Άρα, να συνοψίσω αυτόν τον πυλώνα της εισήγησής μου, η τεράστια η γεωπολιτική αξία του Ελληνικού χώρου, και το πληθυσμιακό, οικονομικό και στρατιωτικό μέγεθος του Ελληνισμού, που είναι αδύνατον να τον υπερασπιστεί αυτόνομα, καθιστά αναπόφευκτη την εμπλοκή του ξένου παράγοντα, ο οποίος αναζητεί πάντα ντόπιους συνεργάτες και εκεί αρχίζουν τα μεγάλα προβλήματά μας, τα οποία ενίοτε καταλήγουν σε εθνικούς διχασμούς και εμφυλίους.

Εδώ να συνυπολογίσουμε και το εκρηκτικό του χαρακτήρα του Έλληνα, που πολλές φορές δρα με βάση την καρδιά και όχι το νου.

Όμως αυτό το θέμα θα το δούμε παρακάτω.

 

Πατριωτισμός

Έχουν γραφτεί πολλά για τη συνέχεια του Ελληνισμού στις διάφορες φάσεις της Ιστορίας. Επίσης, έχουν γραφτεί και κενοφανείς θεωρίες, ότι ο Ελληνισμός έχει σβήσει στο ρου της Ιστορίας και ότι το σύγχρονο Ελληνικό έθνος, είναι δημιούργημα που στηρίχτηκε σε κάποιους μύθους και παραδοχές και ότι δεν έχει καμία σχέση με τους αρχαίους Έλληνες.

Δεν θα κάνουμε κυνήγι μαγισσών σήμερα εδώ πέρα, όμως έχω να σας πω ότι οι πρόγονοί μου στον Πόντο, μακριά από τα κέντρα, που σύμφωνα με τους υποστηρικτές της ως άνω θεωρίας, δημιούργησαν το νέο ελληνικό έθνος, μιλούσαν μια γλώσσα που είναι πολύ κοντά στην Ομηρική και την Ιωνική και σε δημοτικά τραγούδια καταγεγραμμένα από τον 11ο αιώνα, μιλούν για τραντέλλενες και ελλενικά παλικάρια.

Όμως είπαμε, να μην παρασυρθούμε σε ένα κυνήγι μαγισσών.

Απλά, θα ήθελα να αναφερθώ στην έννοια του Πατριωτισμού, που κατά την άποψή μου είναι και ένα Ιδεώδες, παραθέτοντας μερικά παραδείγματα:

Η Ξάνθος είναι μια πόλη της Λυκίας, στη ΝΔ Μικρά Ασία, την οποία φέρονται να έχτισαν οι Κρήτες. Η πόλη αυτή βίωσε δυο ιστορικούς σταθμούς, που πρέπει να αποτελούν μέρος του ορισμού του Πατριωτισμού.

Περί το 540 π.Χ., σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο στρατός των Λυκίων αναμετρήθηκε με τον στρατό των Περσών, οι οποίοι, με επικεφαλής τον Άρπαγο, ήθελαν να την κατακτήσουν. Ο στρατός των Λυκίων ηττήθηκε και τα υπολείμματά του υποχώρησαν και οχυρώθηκαν στα τείχη της πόλης. Όταν ο Άρπαγος πολιόρκησε την πόλη και οι Λύκιοι κατάλαβαν ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν να την προστατεύουν, κατέστρεψαν την Ακρόπολη, σκότωσαν τις γυναίκες, τα παιδιά και τους σκλάβους τους και στη συνέχεια πραγματοποίησαν επίθεση αυτοκτονίας ενάντια στις υπέρτερες περσικές δυνάμεις. Πέθαναν μέχρι και ο τελευταίος, ενώ ο Άρπαγος τους πρότεινε συνθηκολόγηση και φόρου υποτέλεια.

Όμως στη διάρκεια της μάχης και της πολιορκίας της Ξάνθου, 80 οικογένειες Ξανθίων απουσίαζαν.

Αυτές οι 80 οικογένειες με τον καιρό επέστρεψαν και ξαναέχτισαν την πόλη τους, η οποία απέκτησε και πάλι ισχύ.

Το εκπληκτικό είναι το ακόλουθο.

Το 43/2 π.Χ. ο Βρούτος την πολιόρκησε κατά τους εμφυλίους ρωμαϊκούς πολέμους που ξέσπασαν μετά τη δολοφονία του Καίσαρα. Αφού ο αγώνας εναντίον του φάνηκε μάταιος, οι Ξάνθιοι κατέφυγαν για άλλη μία φορά στην ύστατη λύση: Μαζική αυτοκτονία, για να παραμείνει καθαρό το αίμα τους, για να διαφυλάξουν τη τιμή τους, για να μην ζήσουν το ζυγό. Ενώ η Ξάνθος ήδη φλέγονταν, ο ίδιος ο Βρούτος, όπως μας λέει ο Πλούταρχος, τους ικέτεψε να παραδοθούν και να αφήσουν τους Ρωμαίους να τους βοηθήσουν να σβήσουν τις φλόγες. Δεν δέχθηκαν. Προτίμησαν την πυρά.

Το θαυμαστό είναι πως με τους ελάχιστους επιζήσαντες, τα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η πόλη αναβίωσε και ανέκτησε την παλαιότερή της αίγλη. Τη βυζαντινή εποχή μάλιστα έγινε επισκοπική έδρα.

Παραδείγματα πατριωτισμού στην ιστορία του Ελληνισμού υπάρχουν πολλά.

Όμως θα αναφερθώ σε ένα των ύστερων χρόνων.

Το 1917 η Βρετανία υπέγραψε με την Υψηλή Πύλη συμφωνία παραχώρησης της Πάργας στον Αλή πασά, εξασφαλίζοντας έγγραφη δέσμευση ότι ο Σουλτάνος δεν θα είχε πλέον οποιαδήποτε αξίωση στα Ιόνια νησιά. Στη συμφωνία υπήρχε όρος για την αποζημίωση του κάθε κατοίκου της Πάργας που θα ήθελε να αποχωρήσει από εκεί μαζί με τους Εγγλέζους.

Οι Παργιανοί αναβιώνοντας την Εκκλησία του Δήμου, έκαναν συνέλευση και αποφάσισαν ομόφωνα να φύγουν όλοι τους από την πόλη. Το 1919, προτού ολοκληρωθεί η κοστολόγηση των περιουσιών, ο Άγγλος Μέτλαντ αποφάσισε αυθαίρετα ότι το συνολικό ποσό της αποζημίωσης ήταν 150.000 λίρες, τις οποίες πήρε από τον Αλή πασά, με την υπόσχεση ότι θα τα έδινε στους δικαιούχους μετά την απομάκρυνσή τους από την Πάργα. Δεν μπόρεσα να βρω στις πηγές στοιχεία, αλλά μάλλον δεν τις έδωσε ποτέ στους δικαιούχους. Κι αυτό είναι ένα συμπέρασμα.

Όμως το εκπληκτικό είναι το εξής:

Στις 15 Απριλίου του 1819, Μεγάλη Παρασκευή, οι Παργιανοί ξέθαψαν τους νεκρούς τους, μάζεψαν τα οστά στην κεντρική πλατεία και τα έκαψαν, πήραν μαζί τους τη στάχτη και χώμα από την πατρίδα τους και θέλησαν να παραλάβουν και τα ιερά σκεύη των εκκλησιών. Κάπου εκεί έχασαν την υπομονή τους οι Άγγλοι και τους το απαγόρευσαν, ενώ στην πόλη έμπαιναν ήδη τριακόσιοι στρατιώτες του Αλή πασά κι έπιαναν τα πόστα.

Το δειλινό, 4.000 Παργιανοί, άντρες, γυναίκες, γέροι και παιδιά, αφήνοντας πίσω τους την πολυαγαπημένη τους πατρίδα και προτιμώντας την έστω και κουτσουρεμένη Ελευθερία, μπήκαν κλαίγοντας στα πλοία κι ανοίχτηκαν στο πέλαγος.

Επιτρέψτε μου να αναφέρω πώς περιγράφει το δημοτικό τραγούδι αυτήν την ιστορική στιγμή:

Μαύρο πουλάκι, πόρχεσαι από τ’ αντίκρυ μέρη,

πες μου τί κλάψαις θλιβεραίς, τι μαύρα μοιρολόγια

από την Πάργα βγαίνουνε, που τα βουνά ραγίζουν;

Μήνα την πλάκωσε Τουρκιά και πόλεμος την καίει;

-Δεν την επλάκωσε Τουρκιά, πόλεμος δεν την καίει

-Τους Παργινούς επούλησαν σα γίδια, σα γελάδια,

κι’ όλοι ‘ς την ξενιτειά θα παν να ζήσουν οι καϊμένοι.

Πάρτε, μαννάδες, τα παιδιά, παπάδες τους αγίους.

Άστε, λεβένταις, τάρματα κι’ αφήστε το τουφέκι,

σκάψτε πλατιά, σκάψτε βαθιά, όλα σας τα κιβούρια,

και ταντρειωμένα κόκκαλα ξεθάψτε του γονιού σας

Τούρκους δεν επροσκύνησαν, Τούρκοι μην τα πατήσουν.

Αυτός είναι ο πατριωτισμός και νομίζω ότι αποτελεί την καλύτερη απάντηση στους αναθεωρητές, σ’ εκείνους που θέλουν να μας πείσουν ότι όλα αυτά που διακρίνονται μέσα στους στίχους των παραπάνω τραγουδιών αλλά και στις πραγματικές πράξεις των Παργινών, είναι δημιουργήματα της εθνογεννετικής διαδικασίας ή εθνογονίας, όπως αποκαλούν τη διαδικασία γέννησης του «μακεδονικού έθνους» τα τελευταία 100 χρόνια και όχι η παράδοση που ακολουθεί τις ελληνικές κοινότητες επί αιώνες από γενιά σε γενιά.

Πατριωτισμός λοιπόν, αυτή είναι μια έννοια που τόσο έχει ταλαιπωρηθεί και απαξιωθεί είτε από εκείνους που την λεηλατούν, τους λεγόμενους πατριδοκάπηλους, είτε από εκείνους που την μάχονται, τους εθνομηδενιστές πατριδομάχους.

Ο πατριωτισμός ήταν επί αιώνες η κοινή συνιστώσα στις ελληνικές κοινότητες, ήταν σύστημα αξιών πάνω στο οποίο οικοδομούνταν οι κοινότητες, ήταν η κινητήριος δύναμη του Ελληνισμού που τον οδήγησε στην Επανάσταση του 1821, τότε που μια χούφτα Έλληνας τα έβαλαν με μια από τις τότε πέντε ισχυρότερες χώρες του πλανήτη.

Ο Πατριωτισμός ήταν η δύναμη εκείνη που οδήγησε στις λαμπρές νίκες της Επανάστασης, από το 1821 μέχρι το 1828.

Τότε που οι ξυπόλητοι, πλην όμως πατριώτες αντρειωμένοι, νίκησαν μια Αυτοκρατορία.

Ο Πατριωτισμός ήταν επί αιώνες το στοιχείο Ενότητας του Ελληνισμού.

Ο κοινός τόπος πλουσίων και φτωχών, μορφωμένων και απαίδευτων, εργοδοτών και εργατών, αριστερών, κεντρώων και δεξιών.

Ο Πατριωτισμός ήταν εκείνος που οδήγησε τους Έλληνες όλους μαζί, ενωμένους, στα βουνά της Ηπείρου, το 1940.

Δεν ξέρω αν οι επιστολές Ζαχαριάδη ήταν γνήσιες, εκείνο που ξέρω είναι ότι οι κομμουνιστές, που είχαν διωχθεί από το κράτος για την ιδεολογία τους, ήταν κι αυτοί παρόντες στην Εποποιία του 1940.

Ο Πατριωτισμός ήταν εκείνος που οδήγησε τους Έλληνες στην Αντίσταση, την επόμενη μέρα της εισβολής και κατοχής των Γερμανών στην πατρίδα μας.

Σύσσωμοι οι Έλληνες συμμετείχαν στην Αντίσταση, σύσσωμοι αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους σε τάγματα που θέλησαν να συγκροτήσουν οι Γερμανοί με Έλληνες, για να συμμετέχουν στις επιχειρήσεις του στρατού των ναζί.

Μέχρι που ήλθε ο Εμφύλιος.

Ο εμφύλιος μπορεί να χωριστεί σε δυο φάσεις.

Η πρώτη φάση εκδηλώθηκε μεσούσης της Κατοχής και είναι οι προσπάθειες εκείνες του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ να εξουδετερώσει τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις ανά την Ελλάδα.

Η δεύτερη φάση είναι η περίοδος 1946-1949, τότε που ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας έκανε ένοπλο αγώνα εναντίον των δυνάμεων του Ελληνικού κράτους.

Πριν αναζητήσουμε τα αίτια που προκάλεσαν τον εμφύλιο στην πρώτη φάση, χρήσιμο είναι να δούμε τις αιτιολογίες που επικαλούνται οι δυο πλευρές.

Ο μεν ΕΑΜ/ΕΛΑΣ έβλεπε με καχυποψία κάθε άλλη οργάνωση και ήθελε τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης, οι δε της άλλης πλευράς έβλεπαν στην επιδίωξη του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ να κυριαρχήσει και να μονοπωλήσει την Αντίσταση, το βαθύτερο στόχο της αρπαγής της εξουσίας την επόμενη μέρα, όταν θα αποχωρούσαν οι δυνάμεις κατοχής από την Ελλάδα.

Πάντως, στη φάση αυτή, αν θέλουμε να αναζητήσουμε το ρόλο του ξένου παράγοντα, ο Αγγλικός παράγοντας είναι αυτός που βοηθάει την Ελληνική κυβέρνηση να μεταβεί στην Κρήτη και μετά στην Αίγυπτο, απορρίπτοντας πρόταση της Ελληνικής κυβέρνησης μετά την Κρήτη να μεταβεί στην ελεύθερη Κύπρο. Επίσης, ο αγγλικός παράγοντας βλέπει με θετικό μάτι τις εκτός ΕΑΜ/ΕΛΑΣ αντιστασιακές οργανώσεις.

Όσον αφορά τον Ρωσικό/Σοβιετικό παράγοντα, αυτός εκ των πραγμάτων εμπλέκεται στα του ΕΜΑ/ΕΛΑΣ, έχοντας ως στρατηγικό στόχο την επέκταση της σοβιετικής επιρροής στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο, όνειρο δεκαετιών και αιώνων της Μόσχας.

Να έλθουμε τώρα στη δεύτερη φάση του Εμφυλίου που είναι και η πιο αιματηρή.

Εκεί, κατά την άποψή μου, αν αναζητήσουμε το ρόλο του εξωτερικού παράγοντα, με δεδομένο ότι στη Γιάλτα είχε αποφασιστεί το περίφημο 90/10, δηλαδή στην Ελλάδα θα ασκεί επιρροή 90% η Αγγλία και 10% η Ρωσία, πρέπει να στραφούμε κυρίως στην Αγγλία.

Γιατί το λέω αυτό.

Είπα πριν από λίγο ότι η Ελληνική κυβέρνηση, μετά την Κρήτη ζήτησε να εγκατασταθεί στην Κύπρο.

Τι πιο λογικό;

Κι όμως, η Αγγλία την έστειλε στην Αίγυπτο.

Εδώ κρύβεται και ο ρόλος της Αγγλίας στον Εμφύλιο.

Η Ελλάδα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν μια ηθική υπερδύναμη και θα μπορούσε να ζητήσει αυτοδικαίως την Κύπρο, ως αντάλλαγμα της τεράστιας συνεισφοράς της στον μεγάλο πόλεμο.

Η Κύπρος είναι για την Αγγλία, μαζί με το Γιβραλτάρ, τα δυο σημεία από τα οποία δεν πρόκειται να αποχωρήσει ποτέ, για στρατηγικούς λόγους.

Όσο και αν δεν υπάρχουν ντοκουμέντα για να στηρίξω αυτήν την άποψη, το επαναλαμβάνω, η Αγγλία ήταν εκείνη που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον μεγάλο Εμφύλιο, επ’ ευκαιρία της λήξης του οποίου γίνεται και η σημερινή εκδήλωση.

Αν αναζητήσουμε ευθύνες ανάμεσα στους Έλληνες, νομίζω ότι θα κάνουμε λάθος.

Διάβασα αυτές τις μέρες όλες τις απόψεις σε βιβλία και δεκάδες άρθρα.

Είναι συγκλονιστικό.

Σαν να μην τέλειωσε ο Εμφύλιος ποτέ.

Στο σημείο αυτό θέλω να αναφερθώ στην προσωπική μου στάση στο ζήτημα αυτό.

Από το 1981 υπηρέτησα στον Ελληνικό Στρατό ως αξιωματικός και διετέλεσα διοικητής υπομονάδες πολλά χρόνια.

Πέρασαν από τα χέρια μου χιλιάδες Ελληνόπουλα.

Ποτέ δεν έλαβα υπ’ όψιν μου την καταγωγή, την οικονομική κατάσταση, την ιδεολογία και την κομματική ταυτότητα των στρατιωτών που διοικούσα.

Αυτό επέβαλε η ευθύνη απέναντι στην Πατρίδα και την Ελληνική Κοινωνία.

Νομίζω λοιπόν ότι τον Εμφύλιο πρέπει να τον τελειώσουμε όλοι μας με τη στάση ζωής που κρατάμε και όχι επιρρίπτοντας ευθύνες ο ένας στον άλλον.

Στον Εμφύλιο δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, είμαστε όλοι ηττημένοι, γιατί πέσαμε στην παγίδα που προανέφερα και δεν κατορθώσαμε να δούμε μακριά, για να μην καταστρέψουμε μόνοι μας την Πατρίδα μας, για να μην γκρεμίσουμε μόνοι μας, με τα ίδια μας τα χέρια ό,τι απέμεινε όρθιο από την ναζιστική-φασιστική-βουλγαρική λαίλαπα σ’ αυτόν τον τόπο.

 

Δημοκρατία

Πριν κλείσω την ομιλία μου να συνοψίσω.

Η Ελλάδα και η Κύπρος, ο Ελληνικός χώρος είναι αξεπέραστης γεωπολιτικής αξίας.

Οι Έλληνες, που κατοικούμε και υπερασπιζόμαστε αυτόν τον τόπο, έχουμε αναπτύξει το ιδεώδες του Πατριωτισμού, που διαπερνά ή μάλλον διαπερνούσε μέχρι τον εμφύλιο, το σύνολο της Ελληνικής κοινωνίας.

Επίσης, είπα ότι ο Ελληνισμός, ως μέγεθος, δεν είναι πληθυσμιακή, οικονομική και στρατιωτική υπερδύναμη, για να μπορέσει να ελέγξει μόνος του τον Ελληνικό χώρο.

Αυτό σημαίνει ότι ο Ελληνικός χώρος είναι διαχρονικά πεδίο αντιπαράθεσης και ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες θέλουν, η κάθε μια για λογαριασμό της, να τον ελέγχει.

Για να γίνει αυτό, οι μεγάλες δυνάμεις ψάχνουν και βρίσκουν, και αν δεν βρουν κατασκευάζουν, πολιτικούς ηγέτες που εξυπηρετούν τους δικούς τους σχεδιασμούς.

Είπα παραπάνω ότι όπως πίσω από κάθε εθνική τραγωδία έτσι πίσω από τον εμφύλιο, κρύβονται ξένες μεγάλες δυνάμεις, εν προκειμένω, στην πρώτη φάση η Σοβιετική Ένωση και στη δεύτερη φάση του εμφυλίου η Αγγλία. Που σημαίνει, αυτές οι δυνάμεις επηρέασαν τις πολιτικές ηγεσίες για να οδηγηθούμε στον εμφύλιο.

Γι’ αυτό θεωρώ ότι καλό είναι να βλέπουμε τη γενεσιουργό αιτία και όχι τα συμπτώματα.

Και ότι αν αρχίσουμε να αναζητούμε ευθύνες ανάμεσα στους Έλληνες, στην ουσία παίζουμε το παιχνίδι εκείνων που άρχισαν τον εμφύλιο. Γι’ αυτό λέω να σταματήσουμε αυτό το παιχνίδι σε επίπεδο κοινωνίας και πολιτικής. Ας το αφήσουμε μόνο στους ιστορικούς. Μέχρι εκεί.

Κλείνοντας, θα ήθελα να κάνω και την πρότασή μου, δηλαδή, πώς θα πρέπει να διαχειριστούμε την αξία του Ελληνικού χώρου, το μέγεθος του Ελληνισμού και τον διεθνή παράγοντα, που πάντα θέλει να έχει λόγο στα ελληνικά πράγματα.

Πρώτον, πρέπει να επανακαθορίσουμε την έννοια του Πατριωτισμού και να ξαναγίνει ο κοινός τόπος όλων των Ελλήνων, που θα στέκεται πάντα πάνω από τις ιδεολογίες και τα κόμματα. Γιατί ακριβώς αυτό είναι ο πατριωτισμός, εκφράζει την αγάπη στην πατρίδα και το έθνος και τα εθνικά συμφέροντα πρέπει πάντα να είναι πάνω από τα κομματικά ή τα ιδιοτελή συμφέροντα του καθενός από μας.

Δεύτερο και τελευταίο, είναι η Δημοκρατία.

Το καθεστώς που έχουμε σήμερα, κυρίες και κύριοι, δεν είναι δημοκρατικό.

Το γεγονός ότι ψηφίζουμε, δεν καθιστά το καθεστώς δημοκρατικό.

Γιατί πολύ απλά, μια μικρή ομάδα που κάθεται στο Μαξίμου, κάθε φορά, σε όλες τις κυβερνήσεις, αποφασίζει για μεγάλα θέμα, όπως αποφάσισαν για τις συνθήκες Ζυρίχης και Λονδίνου, που κατέστρεψαν την Κύπρο, όπως αποφάσισαν για τα τρία μνημόνια, όπως αποφάσισαν για την συμφωνία των Πρεσπών, που θα αποβεί χειρότερη και καταστροφικότερη εκείνων που κατέστρεψαν την Κύπρο.

Η λύση λοιπόν είναι η δημοκρατία.

Οι πολίτες πρέπει να απαιτήσουμε την εγκαθίδρυση της πραγματικής δημοκρατίας στην Ελλάδα, που είναι μητέρα της Δημοκρατίας.

Αν γίνει αυτό, όποιος κυβερνά την Ελλάδα, δεν θα έχει δικαίωμα να παίρνει αποφάσεις, ερήμην των πολιτών.

Οι αποφάσεις για τα μεγάλα θέματα, θα τίθενται στην αίρεση των πολιτών, αυτοί θα αποφασίζουν και οι πολιτικοί θα ψηφίζουν και θα εφαρμόζουν τις αποφάσεις των πολιτών.

Αν οι μεγάλες δυνάμεις μπορούν να εκφοβίσουν, να εκβιάσουν, να εξαγοράσουν 5-10 πολιτικούς, για να πάρουν τις αποφάσεις που εκείνοι θέλουν, όπως αυτές που προανέφερα, δεν μπορούν να εκβιάσουν δώδεκα εκατομμύρια Έλληνες.

Δεν πετυχαίνουμε τίποτα αλλάζοντας κάθε φορά τον μηχανοδηγό, γιατί οι ράγιες οδηγούν κατευθείαν στον γκρεμό, στην καταστροφή της Ελλάδας και της Κύπρου.

Μόνο αν αλλάξουμε την κατεύθυνση που έχουν ράγες, τότε το τρένο που λέγεται Ελλάδα θα οδηγηθεί στον προορισμό που ορίσαμε εμείς οι Έλληνες.

Να σώσουμε την Ελλάδα λοιπόν.

Την εκδήλωση χαιρέτησε η Όλγα Μούσιου Μυλωνά, Αντιδήμαρχος Δήμου Φλώρινας η οποία είπε:

Αγαπητοί διοργανωτές, αξιότιμοι προσκεκλημένοι ομιλητές, εκλεκτές κυρίες και αγαπητοί κύριοι

Εκπροσωπώντας τον Δήμαρχο Φλώρινας, κ. Ιωάννη Βοσκόπουλο, σας εκφράζω προσδοκίες κι ευχές για τη διοργάνωση της σημερινής Ημερίδας με τη θεματική του Εμφυλίου στο πλαίσιο των φετινών εκδηλώσεων «Πρέσπες 2018». Εκδηλώσεις που θεωρώ πως υπερβαίνουν κάθε προηγούμενη διοργάνωση, όχι μόνο στο καλλιτεχνικό τους μέρος, αλλά και στο κομμάτι της συνεισφοράς μιας κοινωνικής ενδοσκόπησης με την πραγματοποίηση ενός δημόσιου διαλόγου για ένα θέμα που 70 χρόνια μετά έχει αφήσει ισχυρό το αποτύπωμά του στη συνείδηση, αλλά και στη συλλογική μας μνήμη.

Καλωσορίσω στη Φλώρινα ιδιαιτέρως τους διακεκριμένους ομιλητές της Ημερίδας, τον κ. Σάββα Καλεντερίδη, απόστρατο Αξιωματικό και Συγγραφέα, τον κ. Νικόλαο Μέρτζο, Δημοσιογράφο και Συγγραφέα, και τον κ. Ηλία Νικολακόπουλο, Καθηγητή Πανεπιστημίου και Αναλυτή, καθώς και τον Συντονιστή Δημοσιογράφο, κ. Σάββα Σαββίδη.

Η σπουδαιότητα της ημερίδας έγκειται στο ότι η περιοχή μας ήταν το θέατρο του παραλόγου όπου διαδραματίστηκε η μεγάλη τραγωδία του εμφυλίου που ακολούθησε τη γερμανική κατοχή. Μετά από έναν εμφύλιο πόλεμο… ακολουθεί ο πόλεμος της μνήμης… Έτσι, για σαράντα περίπου χρόνια ως το 1990 δεν υπήρχε θέση για τον εμφύλιο στον δημόσιο λόγο και διάλογο, και παρότι επισκιάστηκε από την αφήγηση της «εθνικής αντίστασης», ο Εμφύλιος δεν έπαψε να αποτελεί ένα παροντικό παρελθόν, ως μια διαγενεακή οδύνη, που στην ελληνική δημόσια σφαίρα αντιμετωπίστηκε αρχικά με την «λήθη» και την αποσιώπηση, περνώντας στη φάση της «εθνικής συμφιλίωσης» και στη συνέχεια σήμερα στην «αναστοχαστική επεξεργασία» του εμφύλιου παρελθόντος μας.

Μάλιστα, από τη δεκαετία του ’90 πρωταγωνιστές, πολιτικά κόμματα, κυβερνήσεις, διανοούμενοι, ιστορικοί και κοινωνικοί επιστήμονες, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι,… έχουν ανασύρει τον Εμφύλιο από την αφάνεια, κι  επιχειρηματολογούν εναντιωματικά με πολλαπλές εγγραφές γύρω από το πώς και το γιατί, μετατρέποντας έτσι τη συλλογική διαγενεακή οδύνη σε «πολιτισμικό τραύμα» που στάζει αίμα κάποιες φορές.

Από την εποχή του Κάιν και του Άβελ, οι Αδερφοφάδες προβαίνουν από καιρό σε καιρό σε αιματηρά ξεκαθαρίσματα των λογαριασμών τους, επιβεβαιώνοντας τις ποιητικές ρήσεις για το αλυσιτελές ενός εμφύλιου πολέμου, που φαίνεται να είναι εγγεγραμμένος στην ενδοψυχική πραγματικότητα της  κοινωνίας. Ο Εμφύλιος δεν είναι ένα οποιοδήποτε διχαστικό βίωμα. Δεν είναι απλώς μια αμφιθυμική προσέγγιση της πραγματικότητας, εμπεριέχει την ολοκληρωτική εξάλειψη του άλλου, την πλήρη απο-ανθρωποποίηση του αδερφού.

Οι σύγχρονες κοινωνιολογικές και ψυχαναλυτικές προσεγγίσεις αναφέρονται στη θεωρία του «πολιτισμικού τραύματος» του εμφυλίου, υποστηρίζοντας πως ένα πυρηνικό σημείο της κοινωνικής μας ταυτότητας μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά με λανθάνουσες, αλλά πολύ ισχυρές εγγραφές, και εκδηλώνεται όταν οι κοινωνικές συνθήκες το ευνοούν. Κι έτσι, η ιστορία μάς επηρεάζει ακόμη κι όταν δεν τη γνωρίζουμε, κι ίσως μας επηρεάζει περισσότερο όταν δεν τη γνωρίζουμε μέσα από τις υπόρρητες εγραφές της, μιας και «η παράδοση δεν μας παραδίδεται… αλλά της παραδιδόμαστε». Και για τον λόγο αυτόν είναι διπλά σημαντικός ο ιστορικός διάλογος για τις νεότερες γενιές, που δεν γνωρίζουν άμεσα, αλλά ούτε αρέσκονται ιδιαίτερα στη μελέτη του παρελθόντος.

Γιατί το βίωμα και το τραύμα του Εμφυλίου, όπως έχουν λειτουργήσει διαγενεακά, συνεχίζουν να προκαλούν ρήξεις στην ίδια την οντότητα του κοινωνικού μας δεσμού, στην ταυτότητά μας και στην ταυτότητα των  κοινωνικών ομάδων που επικαλούνται τη μια ή την άλλη εκδοχή της εμφύλιας σύρραξης.

Έχουμε πλέον υπερβεί την εκδοχή της μιας και μοναδικής ιστορίας, της μιας και μοναδικής αλήθειας, που συνήθως είναι η εκδοχή του νικητή, αλλά κατανοούμε την πολλαπλότητα των ιστορικών οπτικών μέσα από διαφορετικά ιστορικά, κοινωνικά, πολιτισμικά πλαίσια, που καταγράφουν όψεις της αλήθειας και καταλήγουν σε συμπεράσματα μέσα από τη διυποκειμενική επικοινωνία. Η ιστορία πλέον εστιάζει στις προσωπικές ιστορίες των ανθρώπων, που μέσα στο δράμα τους αποτυπώνεται η μέγιστη αλήθεια… ο ανθρώπινος πόνος.

Ο Horkheimer αναφέρει πως το περιεχόμενο της κριτικής συνείδησης δεν βρίσκεται στη γνώση των νόμων της ιστορίας, αλλά στη βίωση και την εμπειρία της οδύνης του απομονωμένου ατόμου που δεν προστατεύεται από καμία δύναμη, συμβολική ή πραγματική. Η συνάντηση με την απομονωμένη κι απροστάτευτη οδύνη μόνο επιφέρει την «καθολικοποίηση της αντίστασης» (Balibar), κι ενεργοποιεί την προοπτική για μια νέα εξανθρωπιστική καθολικότητα.

Και ασφαλώς όλες οι συζητήσεις για το θέμα οφείλουν να έχουν ως στόχευση την υπέρβαση του πολιτισμικού και κοινωνικού μας ελλείμματος προκειμένου να επιβιώσουμε στο περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης με όρους βελτιωμένης συναινετικής κοινωνικής λειτουργίας. Κι αυτό θα γίνει μέσα από μια νέα νοηματοδότηση  κι έναν κριτικό αναστοχασμό. Εφόσον δεν μπορούμε να αλλάξουμε το παρελθόν, μπορούμε να αλλάξουμε το νόημα που έχει για εμάς. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε την ιστορία, αλλά μπορούμε να αντλήσουμε από αυτήν όσα μας βοηθούν να αναπτύξουμε την αλληλεγγύη και τη συνοχή μας, προτάσσοντας μια λογική αλήθειας και συμφιλίωσης κι αντιμετωπίζοντας με ανοιχτό πνεύμα το μέλλον.

Οφείλουμε να δημιουργήσουμε ένα νέο κοινωνικό δίχτυ, ένα πλέγμα ικανό να συγκρατεί, να επεξεργάζεται και να μετασχηματίζει αυτό που μεταφέρεται μέχρι τώρα και στη νέα γενιά ως ακατέργαστο διαγενεακό τραύμα και έναν διάλογο με ουσιαστική αυτοκριτική που ξεκινά από τις βιογραφίες των ανθρώπων κι εξελίσσεται μακριά από την πόλωση και την  πατριδοκαπηλία.

Να «μιλήσουμε για τελευταία σαλπίσματα…» ως αναστοχασμό μνήμης συναισθήματος και ταυτότητας. Η συγγνώμη και η συγχώρεση μπορούν να λειτουργήσουν λυτρωτικά για την επούλωση του συλλογικού μας τραύματος. Και ο προνομιακός τόπος για τη λύτρωση αυτή είναι ο διάλογος, αλλά και η τέχνη. Από τη «Βασιλική» του Σερντάρη  ως την «Ψυχή βαθιά» του Βούλγαρη, την «Ελένη» του Γκατζογιάννη και τη «Νίκη» του Χωμενίδη… κι από την «Ορθοκωστά» του Βαλτινού ως «Τα δάκρυα των αγγέλων» του Παπαθεοδώρου και τη «Γυναίκα που πέθανε δυο φορές» του Ελευθερίου, έχουμε μια πλούσια καλλιτεχνική παραγωγή για τον εμφύλιο που μας βοηθά να προχωρήσουμε στην αμοιβαία κατανόηση και  την ενσυναίσθηση, στην αποδοχή της διαφορετικότητας, της γλωσσικής πολυμορφίας και της ποικιλότητας… να φτάσουμε στην αδελφοσύνη… να περάσουμε «από τον εμφύλιο πόλεμο στον εμφύλιο έρωτα».

Κυρίες και κύριοι,

Η ψυχαναλυτική προσέγγιση της επιλεκτικής κατασκευής  της μνήμης (J. Hassoun)  μας υπογραμμίζει πως «Η μνήμη ξεχνά για να θυμάται και θυμάται για να ξεχνά». Είναι μία αέναη σύνθετη διαδικασία απώθησης, απόρριψης και λησμοσύνης, και συγχρόνως παρακράτησης και επεξεργασίας στοιχείων του παρελθόντος, στο πλαίσιο της ζωντανής κουλτούρας του παρόντος. Ξεχνώ, λοιπόν για να θυμάμαι… και θυμάμαι για να ξεχνώ…

Γιατί όπως λέει η Αντιγόνη Σοφοκλή, «Οὒτοι συνέχθειν, ἀλλά συμφιλεῖν ἔφυν», «Δεν γεννήθηκα για να μισώ. Γεννήθηκα για να αγαπώ…»

Σας ευχαριστώ!