Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες, ο κλάδος του Φαρμάκου είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παγκοσμίως μετά τις χρηματοδοτικές εταιρείες και το ηλεκτρονικό εμπόριο. Τα συνολικά έσοδα των φαρμακευτικών εταιρειών υπολογίζεται ότι θα «κλείσουν» στα 1,24 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2020 και η αξία του κλάδου αποτιμάται σε 6,65 τρισεκατομμύρια δολάρια, τριπλάσια σε σχέση με το 2003. Ανάμεσα στους τρεις τομείς με τη μεγαλύτερη και πιο κερδοφόρα ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια είναι αυτός των εμβολίων.
Και μόνο τα στοιχεία αυτά είναι αρκετά για να ξεσκεπάσουν την υποκρισία όλων εκείνων που με αφορμή τις καθυστερήσεις στην προμήθεια του εμβολίου για τον κορονοϊό ανακάλυψαν ξαφνικά την «ασυδοσία των πολυεθνικών του Φαρμάκου», που «βάζουν τα κέρδη τους πάνω από την υγεία του λαού», ενώ το Φάρμακο «θα έπρεπε να είναι κοινωνικό αγαθό».
Βέβαια, αν δεν υπήρχαν οι καθυστερήσεις και αν η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν από τους ευνοημένους στη διανομή των εμβολίων, μια τέτοια συζήτηση θα ήταν εκτός τόπου και χρόνου. Αντίθετα, θα συνεχίζαμε να μιλάμε για τα «θαύματα της φαρμακοβιομηχανίας», για την «πρόοδο που φέρνει η επιχειρηματικότητα», που «σε συνεργασία με τα κράτη και τις κυβερνήσεις» καταφέρνει να παρασκευάσει και να διοχετεύσει έγκαιρα στην αγορά το σωτήριο εμβόλιο.
Πώς φτάσαμε όμως σ’ αυτήν τη γιγάντωση της φαρμακοβιομηχανίας και των κερδών της, με εταιρείες που ο τζίρος τους ξεπερνάει ακόμα και το ΑΕΠ ολόκληρων κρατών; Η εμπορευματοποίηση του Φαρμάκου, η έρευνα, η παραγωγή και η διανομή του με σκοπό του κέρδος, η εκμετάλλευση εκατομμυρίων εργαζομένων και επιστημόνων σε όλο τον κόσμο από τις φαρμακευτικές, είναι τα θεμέλια του «θαύματος» της φαρμακοβιομηχανίας, που καταγράφει διθυραμβικές επιδόσεις και στη χώρα μας.
Όλοι αυτοί που «ξινίζουν» σήμερα τα μούτρα τους με την «ανήθικη» όπως τη χαρακτηρίζουν στάση των πολυεθνικών, η ΕΕ, οι κυβερνήσεις των κρατών – μελών και οι αστικές πολιτικές δυνάμεις όλων των αποχρώσεων, στήριξαν και στηρίζουν την εμπορευματοποίηση της Υγείας και του Φαρμάκου, αβαντάρουν με εκατοντάδες νόμους και οδηγίες την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων στον τομέα της φαρμακοβιομηχανίας, θωρακίζουν με κάθε μέσο τα συμφέροντά τους στον διεθνή ανταγωνισμό, με θεμέλιο λίθο την πατέντα. Είναι επομένως πρόκληση να μιλάνε για Φάρμακο – κοινωνικό αγαθό εκείνοι που αξιοποιούν ακόμα και την πανδημία για να βαθύνουν την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της Υγείας, προωθώντας τον «ενιαίο χώρο Υγείας» στην ΕΕ, στέλνοντας το λογαριασμό στο λαό. Είναι πρόκληση και στην Ελλάδα να εμφανίζονται ως όψιμοι υπερασπιστές του Φαρμάκου – κοινωνικού αγαθού στελέχη της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων, που με δική τους ευθύνη η ιδιωτική φαρμακευτική δαπάνη – τα χρήματα δηλαδή που πληρώνει άμεσα από την τσέπη του ο λαός για φάρμακα – έχει εκτοξευτεί στα 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ το 2019, εξασφαλίζοντας τεράστια κερδοφορία στα μονοπώλια του Φαρμάκου.
Είναι επομένως αστείο μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες να παρουσιάζεται ως «λύση» για το εμβόλιο του κορονοϊού η «άρση της πατέντας», όπως υποστηρίζουν ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλες πολιτικές δυνάμεις, η οποία θα βάλει τάχα τέλος στην ασυδοσία των πολυεθνικών και θα αποκαταστήσει το Φάρμακο ως «κοινωνικό αγαθό», από πανάκριβο εμπόρευμα που είναι σήμερα. Δεν λένε βέβαια κουβέντα για τους όρους με τους οποίους προτείνουν να αποκτήσουν τις πατέντες από τις πολυεθνικές, οι οποίες θωρακίζουν τα συμφέροντά τους μέσα από ένα πολυδαίδαλο θεσμικό πλαίσιο προστασίας του ανταγωνισμού. Ως προς αυτό είναι αποκαλυπτική η δήλωση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στο «Politico», ο οποίος μιλάει για μια «αμοιβαίως αποδεκτή συμφωνία με τους κατόχους πατεντών, στη βάση της καλής πίστης και στη λογική απόδοσης επένδυσης, οι οποίες αποτέλεσαν ήδη το πλαίσιο στο οποίο κινήθηκαν προηγούμενες διαπραγματεύσεις της ΕΕ»! Δηλαδή, να μην πειραχτεί ούτε τρίχα από τα μονοπώλια του Φαρμάκου. Ούτε βέβαια λένε ότι η άρση της πατέντας σημαίνει στην πραγματικότητα διαμοιρασμό της παραγωγής – άρα και της κερδοφορίας – σε περισσότερες φαρμακοβιομηχανίες, οι οποίες εποφθαλμιούν έστω και ένα μικρότερο κομμάτι από τα εγγυημένα κέρδη του εμβολίου για τον κορονοϊό, που η έρευνα και η παραγωγή του χρηματοδοτούνται αδρά από τα κρατικά ταμεία. Με άλλα λόγια, η «άρση της πατέντας» που παρουσιάζουν ως πανάκεια, δεν είναι παρά ένας άλλος τρόπος για την εφαρμογή της!
Βέβαια, οι φαρμακοβιομηχανίες είναι απλώς ένα παράδειγμα. Υπάρχουν άλλα τόσα για άλλους κλάδους της παραγωγής που σχετίζονται με άμεσες, περισσότερο ή λιγότερο ζωτικές ανάγκες (π.χ. τρόφιμα) και αποκαλύπτουν τι σημαίνει αυτές οι ανάγκες να υποτάσσονται στο καπιταλιστικό κέρδος.
Η πανδημία ήρθε και σε αυτήν την περίπτωση να σηκώσει το «καπάκι» μιας πραγματικότητας που έχει βάθος. Η συζήτηση που έχει ανοίξει, στο φόντο των καθυστερήσεων και των ανταγωνισμών για το εμβόλιο, δείχνει τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις αυτού του σάπιου συστήματος, που συνθλίβει στις μυλόπετρες του καπιταλιστικού κέρδους κάθε λαϊκή ανάγκη.
Επιβεβαιώνεται η ανάγκη να διεκδικήσει ο λαός την προμήθεια εμβολίων από οποιαδήποτε εγκεκριμένη πηγή, όπως και όλων των φαρμάκων που μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της νόσου, άμεσα μέτρα για τη θωράκιση του συστήματος Υγείας, να δοθούν στη δημοσιότητα οι συμβάσεις της ΕΕ με τις φαρμακοβιομηχανίες.
Μέσα σ’ αυτό το σύστημα, όπου τα πάντα παράγονται ως εμπορεύματα και με κριτήριο το κέρδος των ομίλων, Φάρμακο – κοινωνικό αγαθό δεν μπορεί ούτε πρόκειται να υπάρξει, όσες «πατέντες» κι αν σκαρφιστούν τα κράτη και οι κυβερνήσεις για να εξωραΐσουν τη σημερινή κατάσταση.
Η προστασία της υγείας του λαού, με κατοχυρωμένη την κάλυψη όλων με επαρκή, ασφαλή και δωρεάν φάρμακα, προϋποθέτει να γίνουν οι φαρμακοβιομηχανίες και όλα τα μέσα παραγωγής κοινωνική ιδιοκτησία, που θα παράγουν κάτω από εργατικό-λαϊκό έλεγχο και με κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό για τις ανάγκες του λαού και όχι για τα κέρδη μιας χούφτας παράσιτων.