Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Το έναυσμα για την οροθέτηση της γενοκτονίας δόθηκε σε ένα άρθρο στην εφημερίδα New York Times της 5 Ιανουαρίου 1947, στο οποίο περιέχεται η εξής σημαντική επισήμανση: Εάν τα μέλη των Ηνωμένων Εθνών περάσουν την κατάλληλη νομοθεσία τέτοια γεγονότα όπως τα πογκρόμ στην τσαρική Ρωσία, οι σφαγές των Αρμενίων και των Ελλήνων από τους Τούρκους θα μπορούσαν να τιμωρούνται ως γενοκτονία. Η κατάλληλη νομοθεσία ήταν η Σύμβαση για την Πρόληψη και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας (UNCG) που υιοθετήθηκε το 1948. Ο Raphael Lemkin (1900– 1959) Πωλονοεβραίος δικηγόρος, διαμόρφωσε τον νομικό όρο γενοκτονία και αναγνωρίστηκε ως ο πατέρας της Σύμβασης για την Πρόληψη και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας (UNCG).
Η ελληνική γενοκτονία διεξήχθη εντός μιας δεκαετίας σε τρεις φάσεις: α) πριν, β) κατά τη διάρκεια και γ) μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Η βία ασκήθηκε και από τα δύο καθεστώτα, από εκείνο της Επιτροπής της Ένωσης και της Προόδου και από την κυβέρνηση των ανταρτών κεμαλικών στη Σαμψούντα και αργότερα στην Άγκυρα.
Πριν από τον Α παγκόσμιο η πολιτική που υιοθετήθηκε από τους Νεότουρκους ήταν η κατάργηση του φόρου απαλλαγής από τις στρατιωτικές υπηρεσίες και η εγγραφή των χριστιανών στον οθωμανικό στρατό. Η πολιτική αυτή απέβη δυσχερής στο επίπεδο της εφαρμογής: η κοινωνική, εκπαιδευτική, ιδιοσυγκρασιακή και θρησκευτική ασυμβατότητα των μουσουλμάνων και των χριστιανών ήταν υπεύθυνες για μια σειρά προβλημάτων, με σημαντικότερο το δεδομένο ότι το σύστημα υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας χρησιμοποιήθηκε από την έναρξή του ως μέσο εκβιασμού και τρομοκρατίας.
Την ίδια περίοδο, η κυβέρνηση εφάρμοσε έναν νέο νόμο για την εκπαίδευση που προέβλεπε την εισαγωγή ενός κεντρικού εκπαιδευτικού συστήματος υπό τον άμεσο έλεγχο των κρατικών αρχών. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση επέβαλε ένα μποϊκοτάζ ενάντια στις οθωμανικές ελληνικές επιχειρήσεις με το πρόσχημα της Κρητικής Επανάστασης. Οι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-1913 συνέβαλαν στην δημιουργία προσφυγικού ρεύματος από τη Μακεδονία προς την Τουρκία και στην έξαρση επομένως ενός ακραίου εθνικισμού. Υπό την κάλυψη ενός επικείμενου πολέμου, το κόμμα Ένωση και πρόοδος άρχισε να εφαρμόζει το σχέδιο δημογραφικής ομογενοποίησης και εκτουρκισμού. Αρχικά, αυτή η διαδικασία άρχισε στο δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας, στην περιοχή της Ανατολικής Θράκης, και αργότερα επεκτάθηκε σε όλη τη Μικρά Ασία.
Η δεύτερη φάση της γενοκτονίας ξεκίνησε το 1915, οπότε σημειώθηκαν οι διώξεις και οι απελάσεις των Ελλήνων, όταν ο Γερμανός στρατηγός Λίμαν φον Σάντερς ενημέρωσε την οθωμανική κυβέρνηση ότι δεν θα μπορέσει να αναλάβει την ευθύνη για την ασφάλεια του στρατού, εκτός εάν απομακρύνονταν δυνητικά οι άπιστοι Έλληνες. Έτσι η απέλαση των ελληνικών πληθυσμών θεωρήθηκε απαραίτητη και πάλι με την υπόδειξη των Γερμανών, πολεμικών συμμάχων της Τουρκίας: στις 27 Μαΐου 1915, το οθωμανικό κοινοβούλιο ενέκρινε τον νόμο περί αποστολής και διακανονισμού, επιτρέποντας τον εσωτερικό εκτοπισμό, μέσω της απέλασης των αρμενικών και ελληνικών πληθυσμών της αυτοκρατορίας. Ο συνεχιζόμενος ευρωπαϊκός πόλεμος παρείχε στους Νεότουρκους μια τεράστια ευκαιρία να λύσουν το πρόβλημα των μειονοτήτων.
Η μελέτη του Δ. Κίμινα (2009), η οποία αναφέρεται στους Μητροπολίτες της Ανώτατης ιεραρχίας του οικουμενικού θρόνου εστιάζει και στον Μητροπολίτη Αμασείας και Αμισού Γερμανό, ο οποίος περιγράφει την αρχή των απελάσεων στην Αμισό ως εξής: Ο τούρκικος λαός, αφού έκοψε σε κομμάτια ένα εκατομμύριο Αρμένιους, οργάνωσε και εξακολουθεί να οργανώνει, σύμφωνα με την ίδια μέθοδο, παρόμοιες καταστάσεις. . . . Στα μέσα Δεκεμβρίου 1916 άρχισαν οι απελάσεις από την Αμισό (Samsun). Πρώτα απ ‘όλα ο στρατός κατέκαψε την γύρω περιοχή. Σχεδόν όλα τα χωριά πλούσια σε φυτείες καπνού, πολιτισμένα, φίλια της προόδου που είχαν ζωηρό εθνικό αίσθημα, είχαν πρώτα λεηλατηθεί και στη συνέχεια κάηκαν. Ένας μεγάλος αριθμός γυναικών και παιδιών σκοτώθηκαν, τα νεαρά κορίτσια του έθνους βιάστηκαν και αμέσως μετά οδηγήθηκαν στο εσωτερικό. Που? Στο βιλαέτι της Αγκύρας, στο Τσορούμ, ….και ακόμα παραπέρα.
Ακόμα η μελέτη του Γ. Κανδηλάπτη-Κάνι Τὰ ἐπίχειρα τῆς κακίας ἢ τὸ τέλος τοῦ Κερασουντίου κακούργου Τοπὰλ Ὀσμάν (1956: Αλεξανδρούπολη), του Π. Φουρνιάδη με τίτλο Σελίδες ἀπὸ τὴν ἱστορίαν τῆς Κερασούντος καὶ τὰ τερατουργήματα τοῦ αἱμοσταγοῦς Τοπὰλ Ὀσμἀν κα θ’ ὅλην τὴν περιφέρειαν τοῦ Πόντου (1965 , Καβάλα) αναφέρονται στην πρώτη επίσημη εμφάνιση του Toπάλ Οσμάν, ως διοικητή του κεμαλικού στρατού το 1916, προσδιορίζοντας την δράση του ως υπεύθυνου για μεγάλο αριθμό αγριοτήτων στον Πόντο. Την δράση του επιβεβαιώνουν ο Φ.Δ. Ἀποστολόπουλος (1980), εκδότης συνεντεύξεων που περιλαμβάνονταν στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, η δουλειά των Π. Κιτρομιλίδη και Γ. Μουρέλου Ἡ Ἔξοδος. Μαρτυρίες ἀπὸ τὶς ἐπαρχίες τῆς κεντρικῆς καὶ νότιας Μικρασίας. (2013). Πρόκειται για τη μαρτυρία του Λάμπρου Μαυρίδη: Ο Τοπάλ Οσμάν έφτασε τις πρώτες πρωινές ώρες ..Συγκεντρώθηκαν, ένας-ένας, όλοι οι χωρικοί, και τους έβαλαν σε ένα σπίτι, κοντά στην Εκκλησία: Άνδρες, παιδιά, γυναίκες, ηλικιωμένοι, μωρά. …τους έκαψαν ζωντανούς! Πριν από την καύση τους, επέλεξαν 4-5 νέες γυναίκες και τις κράτησαν για τον εαυτό τους. Οι τσέτες έφυγαν έπειτα και πήγαν σε άλλα χωριά. Σε κάθε χωριό έμεναν μισή ώρα, έκαιγαν και έφευγαν. Έκαψαν 17 χωριά έπειτα. Ακόμα η δουλειά του Κ. Φωτιάδη για το Ίδρυμα της Βουλής.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στο στάδιο αυτό, η γενοκτονική διαδικασία δεν περιλάμβανε μαζικές εξοντωτικές σφαγές, όπως στην περίπτωση της Αρμενίας. Όπως φαίνεται, επικράτησαν πολιτικοί προβληματισμοί μεταξύ των Νεότουρκων και η διαδικασία δεν έφτασε ως το αποκορύφωμα της οριστικής εξολόθρευσης. Η ανακωχή του Μούδρου, στις 30 Οκτωβρίου 1918, προξένησε μια προσωρινή παύση των διωγμών των μειονοτήτων. Κατά τη διάρκεια των διωγμών, σύμφωνα με τον Rendel, στο Memorandum on Turkish Massacres περισσότεροι από 500.000 Έλληνες είχαν απελαθεί, ενώ λίγοι είχαν επιβιώσει.
Η τελική φάση της γενοκτονίας ξεκίνησε μετά τον Α παγκόσμιο πόλεμο. Η απόβαση των Ελλήνων στη Σμύρνη έδωσε στους Τούρκους το απαραίτητο πρόσχημα για να επιλύσουν το μειονοτικό τους πρόβλημα: Οι εθνικιστές, εκμεταλλευόμενοι τον πόλεμο με την Ελλάδα, πραγματοποίησαν το πρόγραμμα εξολόθρευσης των μη τουρκικών στοιχείων στη Μικρά Ασία. Στην ετήσια έκθεσή του για κάποιες από τις θηριωδίες που διαπράχθηκαν εναντίον των Αρμενίων και των Ελλήνων, ο Rendel κατέγραψε ότι ήδη από τον Μάιο του 1919 άρχισαν να έρχονται αναφορές για ανανεωμένες διώξεις Αρμένιων και Ελλήνων σε ολόκληρη την Ανατολία και τον Πόντο. Σύμφωνα με τον Ξενίδη πολλές περιοχές στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας έγιναν θέατρο απέλασης, σφαγών, φυλακίσεων και εκτέλεσης αθώων ανθρώπων, μετά από ψευδή δίκη.
Στις 31 Ιουλίου 1919 ξεκίνησε και η επίσημη πυκνή αρθρογραφία της εφημερίδας New York Times, η οποία με το άρθρο οι Τούρκοι σκότωσαν 250.000. εστιάζει στα γεγονότα του Πόντου. Σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδας ο Δρ George E. White, σε επιστολή ανέφερε. Οι Τούρκοι αξιωματούχοι κατέλυσαν τον ελληνικό πληθυσμό κατά μήκος της ακτής της Μαύρης Θάλασσας, 250.000 άνδρες, γυναίκες και παιδιά που ζούσαν μεταξύ της Σινώπης και του Ορντού… Στην επαρχία της Μπάφρας, όπου υπήρχαν περισσότεροι από 29.000 έλληνες χωρικοί, τώρα σώζονται λιγότεροι από 13.000 και κάθε ελληνικός οικισμός έχει καεί. Ο αριθμός των ορφανών, συμπεριλαμβανομένων μερικών παιδιών από την Αρμενία και την Τουρκία, σε ολόκληρη την περιοχή, όπως λέγεται, ανήλθε σε 60.000.
Το 1921, οι σφαγές και οι άλλες διώξεις αυξήθηκαν περαιτέρω. Όπως σημειώνει ο Rendel, οι διωγμοί του 1921 ήταν σε μεγαλύτερη κλίμακα και πιο τρομεροί από εκείνους του 1920. Τα δημοσιεύματα κυρίως του αμερικάνικου τύπου είναι ενδεικτικά ενώ τα περισσότερα εστιάζουν κυρίως στη δολοφονία των χριστιανών στο σύνολό τους, ενώ άλλα εξειδικεύουν στο ζήτημα της δολοφονίας των Ελλήνων. Ως δράστες κατονομάζονται οι κεμαλικοί.
Το 1922 ο ευρωπαϊκός τύπος άρχισε παράλληλα με τον αμερικανικό να δημοσιεύει άρθρα για την συνεχιζόμενη γενοκτονία:
Επομένως στην περίπτωση της ποντιακής γενοκτονίας μπορούμε να καταλήξουμε στα εξής συμπεράσματα: Η ομάδα-στόχος ήταν οι Χριστιανοί της οθωμανικής αυτοκρατορίας αρχικά ή του τουρκικού κράτους στη συνέχεια και σε ένα δεύτερο επίπεδο οι Έλληνες, στους οποίους βέβαια συμπεριλαμβάνονται και οι ελληνικοί πληθυσμοί του Πόντου που υπέστησαν πολύ μεγάλο μέρος των εγκλημάτων αυτών. Η ύπαρξη ενός συγκεκριμένου και προκαθορισμένου σχεδίου εξόντωσης από την ηγεσία του οθωμανικού στην αρχή και του τουρκικού κράτους στη συνέχεια αποδείχτηκε μέσα από την ανάλυση, αφού συνυπολογίστηκαν αναφορές του διεθνούς τύπου, εκτιμήσεις αυτοπτών μαρτύρων και διπλωματών. Η εξόντωση ήταν πολύ μεγάλη σε αριθμούς, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως μπορούμε να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα, εξαιτίας των διαφορετικών εκτιμήσεων που κάνουν οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν. Οπωσδήποτε όμως η μεγάλης κλίμακας εξόντωση που επιχειρήθηκε τεκμηριώνει την διάσταση της γενοκτονίας .
Το ερώτημα όμως που δεν έχει απαντηθεί ακόμα είναι αν η αναγνώριση της ποντιακής γενοκτονίας η οποία έχει επιτευχθεί σε μικρή κλίμακα χωρών μέχρι σήμερα κα είναι δουλειά των ιστορικών ή των πολιτικών ή αν ήγγικεν ο καιρός για μια συλλειτουργία όλων των φορέων προς την κατεύθυνση αυτή.