-Κάποτε υπήρχε ένας κόσμος αδελφέ μου! όλοι ήταν κακόκεφοι, σκυθρωποί, στεναχωρημένοι, τα δάκρυα τους έτρεχαν ασταμάτητα, ακόμα και η νύχτα ήταν μαύρη σαν τις ψυχές τους.
-Μια νεράιδα παρακολουθούσε με πόνο ψυχής όλα όσα συνέβαιναν,
έτσι μια νύχτα μαζέψει τα δάκρυα τους για να τα σκορπίσει στον ουρανό!.
-Από τα δάκρυα γεννήθηκαν τα αστέρια, η νύχτα πήρε χρώμα! έλαμπαν παντού, οι άνθρωποι τα κοιτούσαν ενθουσιασμένοι γεμάτοι χαρά, άρχισαν να γράφουν ποιήματα να εμπνέονται να ερωτεύονται να χαμογελούν!
-Οι άνθρωποι πλέον ήταν ευτυχισμένοι, ειπώθηκαν εκατομμύρια γλυκόλογα και ευχές κάτω από τα αστέρια. Τις νύχτες με την εμφάνιση των αστεριών οι άνθρωποι αποκτούσαν ένα συναίσθημα που τους έκανε να αγαπάν τα πάντα γύρο τους.
-Εδώ τελειώνει η ιστορία αδελφέ μου, αυτός ο κόσμος δεν υπάρχει, χάθηκε τον κατέστρεψαν. Σήμερα ο άνθρωπος ξανάγινε κακόκεφος σκυθρωπός και στεναχωρημένος, τα δάκρυα του τρέχουν ασταμάτητα και η ψυχή του είναι μαύρη σαν την νύχτα.-
Κεντρική ιδέα: Όσα «αστέρια» και αν σου χαρίσουν αν δεν τα εκτιμήσεις θα καταλήξεις εκεί που ήσουν.
Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος – Εκδότης