Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας
Το έναυσμα για την οροθέτηση της γενοκτονίας δόθηκε to 1947, σε ένα άρθρο στην εφημερίδα New York Times, στο οποίο περιέχεται η εξής σημαντική επισήμανση: Εάν τα μέλη των Ηνωμένων Εθνών περάσουν την κατάλληλη νομοθεσία, τέτοια γεγονότα, όπως τα πογκρόμ στην τσαρική Ρωσία, οι σφαγές των Αρμενίων και των Ελλήνων από τους Τούρκους, θα μπορούσαν να τιμωρούνται ως γενοκτονία. Η κατάλληλη νομοθεσία ήταν η Σύμβαση για την Πρόληψη και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας (UNCG) που υιοθετήθηκε το 1948. Ο Raphael Lemkin (1900– 1959) Πωλονοεβραίος δικηγόρος, διαμόρφωσε τον νομικό όρο γενοκτονία και αναγνωρίστηκε ως ο πατέρας της Σύμβασης για την Πρόληψη και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας (UNCG).
Θεωρημένη μέσα από αυτό το σκεπτικό η θεσμοθέτηση της γενοκτονίας αποτελεί μια κοινωνικά σημαντική νομοκανονική πράξη. Ο Scott Straus αποτυπώνει ένα πιο ευρύ πεδίο ορισμού της συνισταμένης «γενοκτονία», με τρεις συνιστώσες: οι σκοτωμοί θα πρέπει να αφορούν βία μεγάλης κλίμακας, να απευθύνονται σε εκείνους που αποτελούν μέλη μιας προσδιορισμένης ομάδας και να ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένο, εκπονημένο εκ των προτέρων, σχέδιο.
Σύμφωνα λοιπόν με όσα προαναφέρθηκαν, ο αριθμός των ατόμων που σκοτώνονται για να στοιχειοθετηθεί η γενοκτονία παραμένει σημαντικό ζήτημα στους ορισμούς της γενοκτονίας και συνιστά μια από τις κατεξοχήν πηγές της αντιπαράθεσης. Παρόμοια θέματα δημιουργούν τα άλλα στοιχεία, που συχνά εμφιλοχωρούν στον προσδιορισμό μιας γενοκτονίας, όπως η έννοια των προθέσεων ή ο εντοπισμός των ομάδων που αποτελούν τον στόχο μιας γενοκτονίας. Επομένως, η εξάρτηση ακριβώς της γενοκτονίας από ένα εκ των προτέρων ειλημμένο σχέδιο, που εκπονείται για τη συνειδητή εξόντωση των πληθυσμών, αφήνει πολλά περιθώρια στους ακαδημαϊκούς για ερμηνείες, άρα και για διαφορετική ανάγνωση.
Συγγενικός προς την γενοκτονία είναι και ο όρος «εθνοκάθαρση». Δεδομένου ότι η εθνοκάθαρση δεν έχει αναγνωριστεί ως ανεξάρτητο έγκλημα, βάσει του διεθνούς δικαίου, δεν υπάρχει ακριβής ορισμός αυτής της έννοιας, ή των ακριβών πράξεων που πρέπει να χαρακτηριστούν ως «εθνοκάθαρση». Μια Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων των Ηνωμένων Εθνών, που εξουσιοδοτήθηκε να εξετάσει τις παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, οι οποίες διαπράχθηκαν στο έδαφος της πρώην Γιουγκοσλαβίας, χαρακτήρισε τις πράξεις που συντελέστηκαν ως «εθνοκάθαρση» στην ενδιάμεση έκθεσή της S / 25274, με το επιχείρημα ότι αυτά έγιναν, καθιστώντας έναν «εθνογενή χώρο», «ομοιογενή», με τη χρήση βίας, ή εκφοβισμού, από ομάδες που προέρχονταν από την περιοχή. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων πρόσθεσε ότι αυτές οι πρακτικές μπορούν να συνιστούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και να εξομοιώνονται με συγκεκριμένα εγκλήματα πολέμου. Επιπλέον, τέτοιες πράξεις θα μπορούσαν επίσης να εμπίπτουν στην έννοια της Σύμβασης για τη Γενοκτονία.
Εκείνο επομένως, ως προς το οποίο διαφέρουν οι δύο έννοιες, είναι το σαφές νομικό περιεχόμενο που υφίσταται στην περίπτωση της γενοκτονίας, και το οποίο επιτρέπει την προσφυγή στο δικαστήριο, όταν τεκμηριωθεί νομικά η διάπραξη «γενοκτονικών πράξεων», σε σχέση με την ασάφεια ως προς το περιεχόμενο της εθνοκάθαρσης, η πιστοποίηση της οποίας δεν καθιστά σαφή την προσφυγή στα διεθνή δικαστήρια, μια και είναι απογυμνωμένη από το νομικό πλαίσιο, που θα αποτελούσε προϋπόθεση για την όποια προσφυγή.
Το ερώτημα που τίθεται επομένως, είναι, αν η υιοθέτηση του όρου εθνοκάθαρση στην περίπτωση της εξόντωσης , των χριστιανικών πληθυσμών, η οποία επιχειρήθηκε στον Πόντο, συνιστά «αντεθνική» πολιτική επιλογή, αφού είναι δεδομένο, ότι η δικαίωση από την διεθνή κοινότητα, περνάει μέσα από τον χαρακτηρισμό της μαζικής αυτής εξόντωσης ως γενοκτονίας. Και είναι επίσης δεδομένο, ότι οι συγκεκριμένες ενέργειες των Οθωμανών, πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που τίθενται από τη διεθνή κοινότητα, για τον χαρακτηρισμό τους ως «γενοκτονικών πράξεων».
Επανέρχομαι λοιπόν στον σχολιασμό αυτών των προϋποθέσεων, για να αποδείξω ότι η εξόντωση των ελληνικών πληθυσμών του Πόντου είναι γενοκτονία. Με γνώμονα τα κριτήρια που προαναφέρθηκαν στην παρούσα συγκυρία, η ποντιακή γενοκτονία πληροί τις τρεις συνιστώσες του όρου γενοκτονία, δηλαδή α) την ομάδα-στόχο στο πλαίσιο του οθωμανικού κράτους β) την ύπαρξη ενός συγκεκριμένου και προκαθορισμένου σχεδίου εξόντωσης από την ηγεσία του οθωμανικού στην αρχή και του τουρκικού κράτους στη συνέχεια γ) την μεγάλης κλίμακας εξόντωση που επιχειρήθηκε.
Πρώτα πρώτα η ομάδα στόχος είναι οι Οθωμανοί Έλληνες του Ρουμ μιλλέτ . Η κοινωνική και πολιτική οργάνωση της αυτοκρατορίας ήταν γνωστή ως σύστημα «μιλλέτ». Οι Οθωμανοί αναγνώριζαν 4 μιλλέτ: τους Έλληνες, τους Βούλγαρους, τους Ρωμαιοκαθολικούς και τους Εβραίους. Στο σύστημα αυτό, οι διάφορες κοινότητες διακρίνονταν από τη θρησκευτική τους έκφραση και διαχειρίζονταν τις υποθέσεις τους, με ουσιαστική ανεξαρτησία από την κεντρική κυβέρνηση. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι Χριστιανοί και οι Εβραίοι απολάμβαναν ισότητα και ελευθερία, υπό ισλαμική διακυβέρνηση.
Οι Οθωμανοί Έλληνες, ανήκαν στο Ρουμ-μιλλέτ. Αυτό το μιλλέτ, το οποίο περιλάμβανε και Σέρβους, Βούλγαρους, Ορθόδοξους Αλβανούς και άλλους, ήταν πιθανότατα το πιο πυκνοκατοικημένο μη μουσουλμανικό μιλλέτ στην αυτοκρατορία. Τα μέλη του μιλλέτ διαρθρώθηκαν σε κοινότητες, υπό την ανώτατη θρησκευτική και πολιτική εξουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης που αναγνωρίστηκε από τις οθωμανικές αρχές ως επικεφαλής του μιλλέτ (Rumbaşi).
Την παραμονή του Παγκοσμίου Πολέμου, ο οθωμανικός ελληνικός πληθυσμός στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη έφτανε τα 2 εκατομμύρια (1,7 εκατομμύρια στη Μικρά Ασία και 270.000 στην Ανατολική Θράκη). Όπως επισημαίνει ο Jovan Cvijić, ο αριθμός αυτός προέρχεται από την απογραφή του πληθυσμού της οθωμανικής αυτοδιοίκησης του έτους 1910 και από την απογραφή του 1912 του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Έπειτα πιστοποιείται η ύπαρξη ενός συγκεκριμένου και προκαθορισμένου σχεδίου εξόντωσης: Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί μια σαφής ημερομηνία γένεσης της γενοκτονικής πρόθεσης, εναντίον των Οθωμανών Ελλήνων, αξίζει όμως να σημειωθεί ότι ο Λέμκιν φαίνεται να πρότεινε, ότι το κίνημα των Νεότουρκων, πριν από τους βαλκανικούς πολέμους, προσπάθησε να πετύχει ένα θανάσιμο πλήγμα ενάντια σε όλα τα Χριστιανικά μιλλέτ, με τους διάφορους νόμους που ψηφίστηκαν. Οι νόμοι στους οποίους αναφέρεται ο Lemkin, σχετίζονταν με την κατάργηση των κοινοτικών προνομίων, που είχαν εισαχθεί στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων του Τανζιμάτ και που είχαν προσφέρει μια σειρά προνομίων, για τις άλλες οθωμανικές χριστιανικές κοινότητες.
Τέλος υφίσταται η μεγάλης κλίμακας βία: Συγκεκριμένα ο Hofmann υποστηρίζει ότι η ελληνική γενοκτονία διεξήχθη με χρονικό εύρος μιας δεκαετίας, σε μια δεκαετα σε τρεις φάσεις: α) πριν, β) κατά τη διάρκεια και γ) μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Η βία ασκήθηκε και από τα δύο καθεστώτα, από εκείνο της Επιτροπής της Ένωσης και της Προόδου και από την κυβέρνηση των ανταρτών Κεμαλικών στη Σαμψούντα και αργότερα στην Άγκυρα.