Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας και Ιστορίας της Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Τώρα που το Πολυνομοσχέδιο του Υπουργού Παιδείας οδεύει προς την έκδοση ΦΕΚ, ένας ολόκληρος κύκλος έχει πλέον κλείσει: σε πανελλήνια κλίμακα, πέρα από τις όποιες ιδιαιτερότητες, η κοινή συνιστώσα που μεταβάλλει ριζικά τον εκπαιδευτικό χάρτη της χώρας μας, είναι η κατάργηση της Ανώτατης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης. Παραμερίζοντας λοιπόν τις κριτικές επισημάνσεις για τα επί μέρους δεδομένα που δημιουργούνται σε περιφερειακή ή τοπική κλίμακα, επιθυμώ να εκφράσω ως Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Ιστορικών της Εκπαίδευσης, άρα ως επαρκώς υποψιασμένη, έναν προσωπικό προβληματισμό, που ελπίζω να έχει πολλαπλούς αποδέκτες: Μήπως ήρθε πλέον η ώρα να εστιάσουμε στην ολική αυτή κατάργηση της Ανώτατης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης και να μελετήσουμε τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας;
Ξεκινάω από μια απλή παραδοχή: στην Ελλάδα καθυστερήσαμε υπερβολικά να φτάσουμε στην δημιουργία δικτύου τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης στη μέση βαθμίδα. Συγκεκριμένα, όλοι οι ιστορικοί της εκπαίδευσης, ο μεγάλος Αλέξης Δημαράς, ο Δαβίδ Αντωνίου, ο Σήφης ο Μπουζάκης, ομότιμος του Πανεπιστημίου Πατρών, ο Μπάμπης ο Χάριτος, ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ένα σωρό άλλοι νεότεροι ειδικοί, στα βιβλία και στα άρθρα τους, θεωρούν «προοδευτική μεταρρύθμιση» την δημιουργία, επιτέλους μετά από αλλεπάλληλα «αντιμεταρρυθμιστικά επεισόδια», μέσης τεχνικής επαγγελματικής Εκπαίδευσης παράλληλης με το Γυμνάσιο και το Λύκειο.
Το βασικό σκεπτικό των ακαδημαϊκών έγκειται στην παραδοχή, ότι η ύπαρξη μιας μονοσήμαντης διεξόδου που οδηγούσε από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο και από εκεί στο Πανεπιστήμιο, δεν έλυνε τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, αφού άφηνε, έξω από την μέσου επιπέδου κατάρτιση, όλους εκείνους που δεν μπορούσαν να δαπανήσουν χρόνο και χρήμα, για την φοίτηση σε ένα Γυμνάσιο και Λύκειο, που οδηγούσαν μονοσήμαντα στο Πανεπιστήμιο. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι όλοι οι ιστορικοί της εκπαίδευσης επέκριναν τον μη αυτοδύναμο χαρακτήρα της μέσης εκπαίδευσης, ο οποίος δεν προετοίμαζε τους μαθητές για την ένταξη στην παραγωγή και ο οποίος κατασκεύαζε σχολαστικούς αρχαιολάτρες, χωρίς επαφή με τις ανάγκες και τα αιτήματα της κοινωνίας τους.
Η δημιουργία δικτύου Ανώτερης Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης ξεκίνησε με τον ν. 652/70, με τον οποίο ιδρύθηκαν τα Κέντρα Ανώτερης Τεχνικής Εκπαίδευσης (ΚΑΤΕ), με τη βοήθεια της Διεθνούς Τράπεζας που τελούσαν υπό τον Έλεγχο του ΟΟΣΑ. Το 1977, στο πλαίσιο της μεταπολίτευσης, ψηφίστηκε ο νέος νόμος για την επαγγελματική εκπαίδευση (ν.576/77), ο οποίος ίσχυσε ως το 1983. Με το νέο νόμο, τα ΚΑΤΕ μετονομάσθηκαν σε ΚΑΤΕΕ (Κέντρα Ανώτερης Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης).
Μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, με τον Νόμο 1404 ΦΕΚ Α΄173/24.11.1983, ιδρύθηκαν τα ΤΕΙ, δηλαδή τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα τα οποία, κατά τον νομοθέτη, διακρίνονταν σαφώς ως προς τον ρόλο και την κατεύθυνση των ίδιων και των αποφοίτων τους και ως προς το περιεχόμενο και τους τίτλους σπουδών που παρείχαν, από τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύµατα (Α.Ε.Ι.). Τα ΤΕΙ είχαν ως αποστολή να παρέχουν θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση, επαρκή για την εφαρμογή επιστημονικών, τεχνολογικών καλλιτεχνικών ή άλλων γνώσεων και δεξιοτήτων στο επάγγελμα. Τέλος, με το νόμο ΦΕΚ Α, 114/11.6.2001, τα ΤΕΙ εντάχθηκαν ως δεύτερος, διακριτός τεχνολογικός κλάδος από τα ΑΕΙ, στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Η βιβλιογραφία θεωρεί την συγκρότηση των ΤΕΙ ως προοδευτική επιλογή, με το σκεπτικό ότι αυτά παρήγαγαν εξειδικευμένα μεσαία στελέχη, από τα οποία είχε ανάγκη η ελληνική οικονομία και κοινωνία. Επιπλέον θεωρήθηκε ότι, με την ίδρυσή τους, αντιμετωπίστηκαν ζητήματα που αφορούσαν στον μονοδιάστατο χαρακτήρα του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ενώ, παρά την ανωτατοποίησή τους, εξαιτίας ακριβώς της διακριτής λειτουργίας τους, τα ΤΕΙ θεωρήθηκαν ως θεσμός που εστίαζε, όχι τόσο στην έρευνα, όσο στην πράξη και στην εφαρμογή.
Μετά τον καταιγισμό των νομοθετικών ρυθμίσεων περί «συνεργειών» (!!!) ΑΕΙ-ΤΕΙ, που στην πράξη συνιστούν «απορρόφηση», με 3 διαφορετικούς τρόπους, των ΤΕΙ ανά την ελληνική επικράτεια, πρέπει όλοι να αποδεχτούμε ότι η Ανώτατη Τεχνολογική Εκπαίδευση ως θεσμός έλαβε τέλος. Και τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι εύλογα. Σε ποιο άραγε εγχειρίδιο Ιστορίας της Εκπαίδευσης εντόπισε ο κ. Υπουργός αναφορά στην ανάγκη «κατάργησης των Ανωτάτων Τεχνολογικών Ιδρυμάτων»; Ποιος ειδικός ή μη ειδικός τον συμβούλεψε ότι η συγχώνευση ή συνένωση ή «συνέργεια» (!!!), των ΤΕΙ με τα ΑΕΙ αποτελεί προοδευτική επιλογή που συμβάλλει στην πρόοδο της κοινωνίας; Γιατί ο Υπουργός γκρέμισε τις κατακτήσεις πολλών γενεών αναφορικά με την τεχνολογική εκπαίδευση; Και πώς ακριβώς προτίθεται να συμπληρώσει αυτό το κενό που δημιούργησε η κατάργηση των ΤΕΙ; Μήπως η «συνέργεια» (!!!) συνιστά μια αδικαιολόγητη, βεβιασμένη και αντι-ακαδημαϊκή οπισθοδρόμηση;
Προτείνω λοιπόν να συζητήσουμε για την ολική εξάλειψη της Ανώτατης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης. Για τα όποια υπέρ και τα όποια κατά.
Καιρός παντί πράγματι, η συζήτηση μόλις αρχίζει..