Σ.Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας, Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Κύριε Γιάννη Χριστάκη
Λυπάμαι που σας κούρασα με τα απανωτά δημοσιεύματά μου ως ιστορικός (σσ… της Σοφίας Ηλιάδου, συμπατριώτισσας ιστορικού όχι της Σοφίας..ιστορικό όπως γράφετε στο κείμενό σας, κάτι που είναι σαφέστατα συντακτικό λάθος). Θλίβομαι μάλιστα βαθύτατα γιατί κουραστήκατε, αφού ανέλυσα λέξη προς λέξη τη συμφωνία, θα μπορούσα μάλιστα να προσπαθήσω, αν εκφράζατε την σχετική επιθυμία, να υιοθετήσω έναν τρόπο γραφής σαν τον δικό σας, «θυμοσοφικό και περιληπτικά διεισδυτικό έως.. υπερβατικό». Θα σας μαλώσω όμως, επειδή δεν μελετάτε σωστά, λόγω κόπωσης βέβαια…
Είναι φανερό ότι δεν πιστεύετε πως οι ακαδημαϊκοί ιστορικοί μπορούν ως επαΐοντες να κατέχουν καλύτερα την ιστορία από εσάς και καλά κάνετε. Θα έπρεπε όμως, αν μελετούσατε τα 3 δημοσιεύματά μου για τη συμφωνία των Πρεσπών στην πανελλήνιας εμβέλειας εφημερίδα Καθημερινή, να γνωρίζετε ότι δεν εμπίπτουν στο λεξιλόγιο ενός Καθηγητή Πανεπιστημίου λέξεις όπως αυτές που μου αποδίδετε, ότι δηλαδή η συμφωνία «είναι κατάπτυστη ή προδοτική». Ένα από τα δύο λοιπόν συμβαίνει: ή δεν με διαβάσατε ή δεν με καταλάβατε. Η συμφωνία είναι κατά την γνώμη μου κάκιστη επειδή δίνει τα πάντα και δεν παίρνει τίποτα, επειδή ψηφίστηκε με εξαγορά «προθύμων», και κυρίως επειδή είναι καταφανέστατα ενάντια στην βούληση του ελληνικού λαού. Και αυτό είναι το σημαντικότερο, επειδή κανείς σε μια δημοκρατία δεν έχει δικαίωμα να αγνοεί τον λαό, αφού το Σύνταγμα γράφει κύριε Χριστάκη: «η εξουσία απορρέει από τον λαό και υπάρχει για αυτόν». Αλλά βέβαια δεν είστε ούτε νομικός ούτε ιστορικός ούτε επαΐων. Είστε απλά «Συριζαίος». Και ομνύετε σε αυτό.
Ανακεφαλαιώνω μήπως και τα εμπεδώσετε επιτέλους, όσα έχω κατά καιρούς γράψει: α) η συμφωνία συνομολογήθηκε από την «πρώτη φορά αριστερά» με εντολή του αμερικάνικου παράγοντα, ο οποίος ήθελε να ελέγχει την περιοχή και να αποκλείσει ενδεχόμενη κάθοδο των Ρώσων, οι οποίοι έχουν ήδη εντάξει στην δική τους σφαίρα επιρροής την Σερβία β) η συμφωνία δεν υπήρξε προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ της «Βόρειας Μακεδονίας» και της κυβέρνησης. Είναι ένα σύνολο εκχωρήσεων, παραχωρήσεων, συνθηκολογήσεων ιστορικά αδικαίωτων και εθνικά επιζήμιων. Ως «Νοτιομακεδόνισσα», αλλά και ως ιστορικός δεν κατανοώ πώς η χώρα μπορεί να λέγεται Βόρεια Μακεδονία και η ιθαγένεια, που απορρέει από την ένταξη του πολίτη στο κράτος να αναγνωρίζεται από μας ως «μακεδονική» και όχι ως «Βορειομακεδονική». Δεν κατανοώ πώς γίνεται η γλώσσα να είναι «μακεδονική» και όχι σλαβομακεδονική. Εν ολίγοις δώσατε, κύριε εκπρόσωπε της συριζαίϊκης ιντελιγκέντσια, «όνομα ταυτότητα, γλώσσα» και πήρατε τί ακριβώς;
Και δεν μπαίνω σε ζητήματα ιστορικότητας, επειδή εκεί είναι που θα πλήξετε και σας λυπάμαι. Πρέπει όμως να τονίσω ότι το κράτος στο οποίο χαρίσατε το όνομα «Βόρεια Μακεδονία» αυτοπροσδιορίστηκε ως «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» μόλις το 1944, η γλώσσα των Σκοπίων, στην οποία αποδώσατε τον επιθετικό προσδιορισμό «μακεδονική», απέκτησε γραπτή μορφή το 1952 και οι κάτοικοι αυτής της χώρας είναι σλαβομακεδόνες και Αλβανοί και εσείς τους προσδώσατε «μακεδονική ταυτότητα». Αν αυτό δεν είναι πολιτικός αμοραλισμός είναι πολιτική ενδοτικότητα, τουλάχιστον.
Όσο για την αποστροφή σας προς εμένα, σχετικά με «την θεώρηση της γλώσσας ως βουλγαρικής και την σωτήρια παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ προς την κατεύθυνση της μη αναγνώρισής της ως τέτοιας, από το ελληνικό κράτος» εδώ ή η διατύπωσή σας είναι εξαιρετικά συγκεχυμένη ή αυτό που εγώ καταλαβαίνω δεν είναι άλλο από τον δικό σας ιστορικό αναλφαβητισμό. Γιατί κύριε Χρηστάκη, το ελληνικό κράτος αναγνώρισε το 1924, στο πλαίσιο του συμφώνου Πολίτη-Καλφώφ, βουλγαρική μειονότητα στην Ελλάδα, εκκινώντας από το σλαβομακεδονικό ιδίωμα. Ευτυχώς όμως για τον Ελληνισμό, η Βουλή των Ελλήνων δεν επικύρωσε ποτέ την συμφωνία εκείνη. Ο ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα το έπραξε, ανακάλυψε προθύμους..προς τούτο. Γιατί λοιπόν θεραπεύετε την Κλειώ, αν και δεν την γνωρίζετε; Υπάρχουν και άλλες μούσες να υπηρετήσετε».
Αν θελήσετε να διαβάσετε ιστορία, δεν έχετε παρά να ανατρέξετε στα άρθρα και τις αναρτήσεις-δημοσιεύσεις μου από την αρχή. Εντρυφήστε λοιπόν στην ιστορία, μάθετε για την Μακεδονία και αν τα καταλάβετε, τότε ευχαρίστως συζητάμε. Όχι βέβαια δημόσια. Γιατί η δημόσια συζήτηση έχει όρους και προϋποθέσεις. Και μια από αυτές είναι οι συνομιλητές ή οι διαλεγόμενοι να βρίσκονται όχι στο ίδιο, αλλά τουλάχιστον σε ένα επαρκές επίπεδο κατάρτισης περί το Μακεδονικό Ζήτημα.
Για να μην ταλαιπωρούμε άδικα την Μακεδονία και το Μακεδονικό Ζήτημα, με εννοείτε κύριε Χρηστάκη.
ΥΓ. Όλα όσα αναφέρετε για τον κύριο Γώγο, τον Αριστοτέλη, τον κ. Σπύρου, τον κύριο Κωτάκη, δεν αφορούν άμεσα εμένα. Αλλά ως στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, ,πρώην Γραμματέας της ΝΟΔΕ κλπ. σας διαβεβαιώνω ότι οι κομματικές μου επιλογές είναι αλληλέγγυες της γραμμής, τόσο του Κωνσταντίνου, όσο και του Κυριάκου Μητσοτάκη, η δημοκρατική μου όμως αντίληψη για την κοινωνία με κάνει να σέβομαι τις απόψεις όλων των ανθρώπων που αγαπούν την πατρίδα μας και τον Ελληνισμό όπου γης και εργάζονται για αυτό. Όσο για τις κομματικές εμπάθειες που μου αποδίδετε σας τις επιστρέφω. Η ακαδημαϊκή μου διαδρομή μου δίδαξε την κριτική σκέψη. Και αυτήν θεραπεύω.