Η 21χρονη Δήμητρα Σελεμίδου –φοιτήτρια ιατρικής– από τη Φλώρινα, -η οποία σε ηλικία 16 ετών διακρίθηκε στην 4η Ακρόαση Νέων Καλλιτεχνών της Μικρής Άρκτου- ερμηνεύει την «Μυθολογία» του Μάνου Χατζιδάκι στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Η Δήμητρα Σελεμίδου είναι 21 ετών και είναι φοιτήτρια ιατρικής. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έζησε τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια στη Φλώρινα. Εκεί, στο Ωδείο της Φλώρινας, ολοκλήρωσε τις πρώτες της μουσικές σπουδές για πιάνο και θεωρητικά.
Σε ηλικία 16 ετών διακρίθηκε στην 4η Ακρόαση Νέων Καλλιτεχνών της Μικρής Άρκτου ως ερμηνεύτρια στην οποία και διακρίθηκε μεταξύ 300 συμμετεχόντων.
Το 2014 –όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα της Μικρής Άρκτου- συμμετείχε στη δισκογραφική παρουσίαση των διακριθέντων δημιουργών της 4η Ακρόασης ερμηνεύοντας το τραγούδι «Αποφοίτηση» σε στίχους του Γιάννη Βασιλόπουλου και μουσική του Αντώνη Παπακωνσταντίνου, ενώ το 2015 ο Παρασκευάς Καρασούλος, ο Γιάννης Βασιλόπουλος και ο Γιώργος Ανδρέου την επέλεξαν για να ερμηνεύσει έναν πρωτότυπο κύκλο παιδικών τραγουδιών τους με τίτλο «Ποιος μου χάλασε το τραίνο» (έκδ. Μικρή Άρκτος), μαζί με δύο άλλους νέους ερμηνευτές, την Κορίνα Λεγάκη και τον Δημήτρη Βουτσά.
Πήρε μέρος στις ζωντανές εμφανίσεις των δημιουργών –ερμηνευτών της 4ης Ακρόασης, τραγούδησε με τη δασκάλα της Έλλη Πασπαλά στο Μέγαρο Μουσικής και συμμετείχε σε συναυλίες νέων δημιουργών.»
Το 2017 -μετά από πρόσκληση του Γιώργου Χατζιδάκι- συμμετείχε στο αφιέρωμα στο έργο του Μάνου Χατζιδάκι στο Ηρώδειο ερμηνεύοντας το πρώτο μέρος της συναυλίας «Ελλάς η χώρα των ονείρων».
Στις 10 Μαΐου –όπως και στις 10, 16, 18 και 19 – η Δήμητρα Σελεμίδου ερμηνεύει την «Μυθολογία», έναν από τους σημαντικότερους κύκλους τραγουδιών του Μάνου Χατζιδάκι του 1966.
Η ερμηνεία εντάσσεται στην παρουσίαση των έργων «15 εσπερινοί» και «Μυθολογία» του Μάνου Χατζιδάκι στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, στον ομώνυμο «Κύκλο».
Για την «Μυθολογία» γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις: «Σαν γνήσιος στρατηγός το ’65 θέλησα να κάνω στην Ελλάδα μια επανάσταση. Αντί για τανκ, πήρα ένα παιδί – έφηβο μελαχρινό και όμορφο από την παιδική χορωδία των ανακτόρων και του είπα να τραγουδήσει.
Μου λέει: «για να τραγουδήσω χρειάζομαι καινούργιους μύθους».
– Πολύ σωστά, σκέφθηκα.
Και με τον Γκάτσο αρχίσαμε να κατασκευάζουμε μύθους τον έναν μετά τον άλλο, με κοπέλες που ‘χαναν τα κλειδιά από τη Θήβα, με Ιρλανδούς και Ιουδαίους που ‘ψαχναν στην έρημο για γάμους και χαρά, μ’ ευαίσθητους ληστές στην τελευταία τους στιγμή, με ένα παιδί που σφάζει φίλους κι αδελφούς γιατί ποτέ κανείς δεν του ‘δωσε την σημασία την πρέπουσα, με τον Ορέστη που έγινε πουλί στο δάσος για να ξεφύγει από τη μοίρα του, μ’ ένα παιδί που ‘μοιαζε του Χριστού κι άλλα πολλά.
Κι ο ένας μύθος έμπαινε πάνω στον άλλο κι έγιναν τόσοι πολλοί και τόσοι δυνατοί που τρόμαξε το παιδί, τρόμαξε ο κόσμος, τρόμαξε και η εταιρία που θα έβγαζε τον δίσκο.
Όλοι τρομάξανε εκτός από τον Γκάτσο κι εμένα που εξακολουθήσαμε με περισσότερο πάθος την κατασκευή και σύνθεση των μύθων, ξεχνώντας εντελώς την επανάσταση που είχα προγραμματίσει.»