Μια ιστορική διαδρομή για τον ηλεκτρισμό στην Ελλάδα από το 1889 έως και σήμερα.
Νίκος Ντίνος Γραμματέας Δημοσίων Σχέσεων Πανελλαδικός Σύλλογος Υπαλλήλων ΔΕΗ. ΠΑΣΥΠ ΔΕΗ.Μέλος Εκτελεστικής Επιτροπής ΠΑΣΥΠ ΔΕΗ.Αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολιτικής Δήμου Δάφνης Υμηττού.
Αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολίτικης Δήμου Δάφνης Υμηττού |
Εγένετο φως. ΔΕΗ ετών 67.
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί τη σύγχρονη ζωή χωρίς την ηλεκτρική ενέργεια; Κάτι που σήμερα θεωρείται ως αυτονόητο, πρωτοεμφανίστηκε στη ζωή των ανθρώπων πριν από 128 χρόνια ενώ η πρόσβαση της πλειονότητας του πληθυσμού σ’ αυτή τη μορφή ενέργειας αποτελεί μια πολύ πρόσφατη κατάκτηση, για μεγάλο μέρος του πληθυσμού της γης, ειδικά στον Τρίτο Κόσμο, η πρόσβαση στην ηλεκτρική ενέργεια παραμένει ακόμα ζητούμενο.
Η εμφάνιση του ηλεκτρισμού δρομολόγησε τη δεύτερη Βιομηχανική Επανάσταση. Οι συνθήκες της παραγωγής άλλαξαν ριζικά με την εισαγωγή της νέας μορφής ενέργειας, που αντικατέστησε τον ατμό, το πετρέλαιο και το φωταέριο. Η ηλεκτρική ενέργεια προσέφερε μεγάλη οικονομία, ασφάλεια, υψηλή ποιότητα και μικρότερη μόλυνση του περιβάλλοντος. Οι ηλεκτροκινητήρες, έδωσαν τη δυνατότητα να επιλεγεί μια νέα παραγωγική δομή στα εργοστάσια. Τα εργοστάσια και οι πόλεις πήραν νέα μορφή όταν η ηλεκτρική ενέργεια άρχισε να παράγεται και να διανέμεται ευρύτερα.
Το 1889 το ηλεκτρικό ρεύμα έρχεται στην Ελλάδα.
Η Γενική Εταιρεία Εργοληψιών, κατασκευάζει στην Αθήνα, στην Αριστείδου, την πρώτη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Πολύ σύντομα ο ηλεκτροφωτισμός επεκτείνεται στο κέντρο της Αθήνας.
Τον ίδιο χρόνο η τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη θα δει κι αυτή το ηλεκτρικό φως καθώς Βελγική Εταιρία αναλαμβάνει απ’ τις Τουρκικές αρχές το φωτισμό της πόλης με την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Δέκα χρόνια αργότερα το 1899 οι πολυεθνικές εταιρίες ηλεκτρισμού κάνουν την εμφάνισή τους στην Χώρα μας. Η αμερικανική εταιρία Thomson-Houston με τη συμμετοχή της Εθνικής Τράπεζας θα ιδρύσει την Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρία που θα αναλάβει την ηλεκτροδότηση κι άλλων μεγάλων Ελληνικών πόλεων.
Μέχρι το 1929 θα ηλεκτροδοτηθούν 250 πόλεις με πληθυσμό πάνω από 5.000 κατοίκους. Στις πιο απόμακρες περιοχές, που ήταν ασύμφορο για τις μεγάλες εταιρίες να κατασκευάσουν μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, την ηλεκτροδότηση αναλαμβάνουν ιδιώτες ή δημοτικές και κοινοτικές αρχές κατασκευάζοντας μικρά εργοστάσια.
Το 1950 υπήρχαν στη Ελλάδα 385 εταιρείες από τις οποίες οι 263 ιδιωτικές με απλή άδεια, οι 54 ιδιωτικές με προνομιακή άδεια και 58 δημοτικές ή κοινοτικές. Υπήρχαν και 10 ιδιωτικές χωρίς άδεια.
Η κατάτμηση αυτή της παραγωγής, σε συνδυασμό με τα εισαγόμενα καύσιμα, εξωθούσε την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στα ύψη τριπλάσιες ή και πενταπλάσιες τιμές απ’ αυτές που ίσχυαν στις Ευρωπαϊκές χώρες. Το ηλεκτρικό ρεύμα ήταν ένα αγαθό πολυτελείας, αν και τις περισσότερες φορές παρεχόταν με ωράριο και οι ξαφνικές διακοπές ήταν συνηθισμένο φαινόμενο.
Για να εξαπλωθεί η ηλεκτρική ενέργεια ομοιόμορφα σε όλη τη χώρα και για να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά τόσο στη βιομηχανία όσο και στην ύπαιθρο, έπρεπε να υπάρξουν οι εξής προϋποθέσεις:
Αξιοποίηση των εγχώριων πλουτοπαραγωγικών πόρων, που απαιτούσε όμως τεράστιες επενδύσεις, οι οποίες δεν μπορούσαν να πραγματοποιηθούν από τους μεμονωμένους βιομηχάνους παραγωγής ενέργειας.
Ενοποίηση της παραγωγής σε ενιαίο διασυνδεδεμένο δίκτυο, ώστε τα φορτία να επιμερίζονται σε Εθνικό επίπεδο.
Ύπαρξη ενιαίου φορέα που θα επέτρεπε τον επιμερισμό του κόστους ανάμεσα στις κερδοφόρες και ζημιογόνες περιοχές.
Έτσι στις 7 Αυγούστου του 1950 ιδρύεται η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού.
Το αρχικό κεφάλαιο της ΔΕΗ σχηματίσθηκε από τα κεφάλαια σε συνάλλαγμα, δραχμές, μηχανήματα, υλικά και υπηρεσίες που παρέχονταν από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ανόρθωσης της αμερικανικής βοήθειας, από τις ιταλικές επανορθώσεις και από κεφάλαια του κρατικού προϋπολογισμού.
Όπως μπορεί κανείς να δει στο ιστορικό ΦΕΚ, με το άρθρο 1 του Ν.1468 της 7ης Αυγούστου 1950 Ιδρύεται Οργανισμός υπό την επωνυμίαν Δημόσια Επιχείρισις Ηλεκτρισμού, σκοπόν έχων την κατασκευήν και εκμετάλλευσιν υδροηλεκτρικών και θερμοηλεκτρικών εργοστασίων καθ άπασαν την χώραν, την εγκατάστασιν εθνικού δικτύου προς μεταφοράν της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας και την διάθεσιν αυτής. Συνεχίζει το ΦΕΚ: 2. Ο Οργανισμός ούτος αποτελεί δημόσιαν επιχείρησιν ανήκουσαν εξ ολοκλήρου εις το Ελληνικόν Δημόσιον, λειτουργούσαν χάριν του δημοσίου συμφέροντος, αλλά κατά τους κανόνας της ιδιωτικής οικονομίας, απολαμβάνουσιν διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, τελούσαν όμως υπό την ανωτάτην εποπτείαν και τον ελέγχον του Κράτους. Τα της οργανωσεως και λειτουργίας αυτής θέλουσι ρυθμισθή δια Διατάγματος εφ άπαξ εκδιδομένου προτάσει του Υπουργικού Συμβουλίου και εισηγήσει του Υπουργού Συντονισμού. Και στην 3η παράγραφο του άρθρου 1: 3. Ειδικώς η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού υποχρεούται όπως: α) Διασφαλίση την οικονομικήν αυτάρκειαν αυτής. β) Παρέχη την παραγόμενην ηλεκτρική ενέργειαν προς τους αγροτικούς και αστικούς πληθυσμούς εις την ευθυνοτέραν δυνατήν τιμήν, ενεργούσα βάσει υγιών εμπορικών αρχών, εντός των πλαισίων της γενικωτέρας οικονομικής πολιτικής της Χώρας. γ) Αποφεύγη τας αδικαιολογήτους διακρίσεις κατά την παροχήν ηλεκτρικής ενεργείας μεταξύ των διαφόρων περιοχών της Χώρας και κατά τον καθορισμόν των τιμολογίων μεταξύ καταναλωτών της αυτής κατηγορίας. δ) Διαθέτη τα πραγματοποιούμενα έσοδα μετά την αφαίρεσιν κρατήσεων προς σχηματισμόν αποθεματικών, αποκλειστικώς προς τελειοποίησιν και συμπλήρωσιν των εγεκαταστάσεων, βελτίωσιν των όρων εξυπηρετήσεως του κοινού και μείωσιν της τιμής της ηλεκτρικής ενεργείας απαγορευομένης της διαθέσεως αυτών διά σκοπόν ξένον προς τους υπό του παρόντος καθοριζομένους σκοπούς αυτής«.
Γιατί ιδρύθηκε τότε η ΔΕΗ;
Μήπως δεν υπήρχαν τότε παντού στη Ελλάδα διάσπαρτες ηλεκτρικές εταιρείες;
Μα ακριβώς γι’ αυτό ιδρύθηκε η ΔΕΗ επειδή ο τομέας του ηλεκτρισμού ήταν τόσο κατακερματισμένος, που κάθε «πάροχος» έκανε ό,τι ήθελε, πρόσφερε όποια ποιότητα ρεύματος ήθελε και , σε όποια τιμή ήθελε, ρεύμα υπήρχε μόνο στις πόλεις και κανένας δεν ενδιαφερόταν γα την περιφέρεια και τα πολυάριθμα χωριά της και τη ύπαιθρο. Εκείνα τα χρόνια η Ελλάδα έβγαινε από ένα καταστροφικό Εμφύλιο, που ακολούθησε τη Γερμανική Κατοχή, και δεν είχε περιθώρια για «μετοχοποιήσεις», για «ιδιώτες επενδυτές», για «προσέλκυση κεφαλαίων», για «στρατηγικούς επενδυτές» και άλλα τέτοια.
Ο ρημαγμένος Ελληνικός λαός από τους πολέμους, ήταν ο μοναδικός επενδυτής και ο μοναδικός ιδιοκτήτης της ΔΕΗ.
Αμέσως με την ίδρυσή της, η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού στρέφεται προς την αξιοποίηση των εγχώριων πηγών ενέργειας ενώ ξεκινά και η ενοποίηση των δικτύων σε ένα εθνικό διασυνδεδεμένο σύστημα. Τα πλούσια λιγνιτικά κοιτάσματα του ελληνικού υπεδάφους που είχαν νωρίτερα εντοπισθεί, άρχισαν να εξορύσσονται και να χρησιμοποιούνται ως καύσιμη ύλη στις λιγνιτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που δημιουργούσε. Παράλληλα, η Επιχείρηση ξεκίνησε την αξιοποίηση της δύναμης των υδάτων με την κατασκευή υδροηλεκτρικών σταθμών στα μεγάλα ποτάμια της χώρας.
Αρκετά νωρίς, το 1956, αποφασίστηκε η εξαγορά όλων των ιδιωτικών και δημοτικών επιχειρήσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ώστε να υπάρχει ένας ενιαίος φορέας διαχείρισης.
Σιγά-σιγά, η ΔΕΗ εξαγόρασε όλες αυτές τις επιχειρήσεις και ενέταξε το προσωπικό τους στις τάξεις της.
Σ’ όλα αυτά τα χρόνια της παρουσίας της, αγωνίστηκε και πέτυχε την ενεργειακή αυτονομία της χώρας και έφερε σε πέρας το σπουδαίο έργο του εξηλεκτρισμού της δημιουργώντας ταυτόχρονα το μεγαλύτερο μέρος της βαριάς ελληνικής βιομηχανίας.
Το 1951 ανέλαβε η ΔΕΗ την υπόγεια εκμετάλλευση των Ορυχείων στο Αλιβέρι. Το 1955 συστάθηκε η εταιρία ΛΙΠΤΟΛ που είχε ως αντικείμενο την εκμετάλλευση του λιγνίτη και τη χρησιμοποίησή του για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Το 1975 συγχωνεύθηκε η ΛΙΠΤΟΛ στη ΔΕΗ.
Το λιγνιτικό κοίτασμα Μεγαλόπολης μελετήθηκε επιστημονικά για πρώτη φορά το 1957 και τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά. Το 1969 άρχισε από τη ΔΕΗ η εκμετάλλευση του λιγνίτη. Το γεγονός αυτό ήταν μία ιδιαίτερη περίπτωση σε παγκόσμιο επίπεδο, επειδή για πρώτη φορά τόσο φτωχός λιγνίτης εξορύσσεται και χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Το λιγνιτωρυχείο Μεγαλόπολης ξεκίνησε με μία ετήσια παραγωγή 1 εκ. τόνους και έφθασε το 2006 τους 13,5 εκ. τόνους.
Ο λιγνίτης, έδινε δουλειά στους Έλληνες, έδινε φθηνή κιλοβατώρα στη χώρα, ήταν το καύσιμο που διάλεξαν τότε. Γιατί ήθελαν να υπηρετήσουν τις ανάγκες του Ελληνικού Κράτους και όχι των διαφόρων κερδοσκόπων.
η ΔΕΗ κατάφερε να μεγαλώσει και να αναπτυχθεί και μαζί της αναπτυσσόταν και η χώρα. Ο λιγνίτης θωράκισε τη χώρα απέναντι στις απρόβλεπτες μεταβολές των τιμών των εισαγόμενων καυσίμων, απέναντι στα παιχνίδια των κερδοσκόπων, απέναντι στις αυξήσεις τιμών η χώρα είχε για δεκαετίες απ’ τα πιο φθηνά τιμολόγια σε όλη την Ευρώπη. Χάρη στο λιγνίτη κατάφερε η ΔΕΗ να εξασφαλίσει φθηνή ηλεκτρική ενέργεια στα νησιά, να δώσει ενιαίο τιμολόγιο σε όλη τη χώρα, σιγά-σιγά το δίκτυο της ΔΕΗ απλώθηκε παντού χρειάστηκαν νέα δίκτυα υψηλής τάσης. Οι πυλώνες ένωσαν τη Βόρεια με τη Νότια Ελλάδα. Η ΔΕΗ τώρα παράγει συνολικά περίπου 63 εκατομμύρια τόνους λιγνίτη σε ετήσια βάση. Η εντυπωσιακή ανάπτυξη των Λιγνιτωρυχείων της ΔΕΗ επιτρέπει στη χώρα μας να κατέχει τη δεύτερη θέση στην παραγωγή λιγνίτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την πέμπτη θέση στην Ευρώπη και την έκτη στον Κόσμο. Με παρουσίας της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού, πραγματοποιήθηκε η ενεργειακή αυτονομία της χώρας.
Το ηλεκτρικό ρεύμα έφτασε με επάρκεια σε κάθε άκρη της ελληνικής γης. Από τα πιο μικρά ακριτικά νησιά ως τους πιο απόμακρους ορεινούς οικισμούς της Χώρας.
Οι εργαζόμενοι του σημερινού ομίλου ΔΕΗ εργάζονται καθημερινά όλες της ημέρες του χρόνου εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο χειμώνα καλοκαίρι κάτω από αντίξοες και δύσκολες καιρικές συνθήκες προκειμένου όλοι εμείς να απολαμβάνουμε το κοινωνικό αγαθό της ηλεκτρικής ενέργειας
Σε αυτή τη προσπάθεια δεν έλειψαν τα εργατικά ατυχήματα όλα αυτά τα χρόνια, δεν είναι λίγοι οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ που έχασαν την ζωή τους από το ηλεκτρικό ρεύμα, ούτε είναι λίγοι αυτοί που άφησαν την τελευταία τους πνοή στα λιγνιτωρυχεία. Η ιστορία του ηλεκτρισμού στην Ελλάδα είναι γραμμένη με το αίμα και τους αγώνες των εργαζομένων.
Σήμερα η τότε Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού είναι πλέον όμιλος και διασπάστηκε σε τρία βασικά τμήματα, την ΔΕΗ παραγωγή, τον ΔΕΔΔΗΕ διανομή, Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας οποίος ανήκει 100% στη ΔΕΗ αλλά λειτουργεί αυτόνομα και τον ΑΔΜΗΕ μεταφορά, Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ο οποίος ανήκει 51% στο δημόσιο, 24% σε επενδυτή και το υπόλοιπό 25% σε άλλους μετόχους της ΔΕΗ, και τη ΔΕΗ Ανανεώσιμες, 100% θυγατρική της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού, η οποία είναι η πρώτη εταιρεία στην Ελλάδα που από το 1982 δραστηριοποιήθηκε στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).
Όλα αυτά έγιναν προκειμένου να χαθεί ο καθετοποιημένος χαρακτήρας της ΔΕΗ και να είναι πιο εύκολη η ιδιωτικοποίηση τμημάτων είτε μέσω του ξεπουλήματος, είτε μέσω της απαξίωσης. Τέλος απελευθερώθηκαν (έστω και τυπικά προς το παρόν) τα τιμολόγια τα οποία μέχρι τώρα καθορίζονταν από συμφωνία της ΔΕΗ με το ΥΠΕΚΑ και την ΡΑΕ.
Σήμερα το 34% του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΕΗ έχει παραχωρηθεί στο υπερταμείο. Αυτή η παραχώρηση δεν διασφαλίζει το δημόσιο χαρακτήρα της επιχείρησης, ενώ αντίθετα την οδηγεί σε δύσκολα και σκοτεινά μονοπάτια, με πολύ αρνητικές συνέπειες για όλη την Ελληνική κοινωνία και τους καταναλωτές, με δεδομένο την μεταφορά του 17% της ΔΕΗ στο ΤΑΙΠΕΔ το οποίο και θα πωληθεί σε στρατηγικό επενδυτή όπως ορίζει ο νόμος 3986/2011 η ΔΕΗ θα βρίσκεται πλέον σε χέρια ιδιωτικών συμφερόντων.
Αυτό θα είναι η οριστική ταφόπλακα για την Ελληνική οικονομία και για την ανάπτυξη της χώρας. Αλήθεια γιατί έγιναν όλα αυτά μήπως γιατί κάποιοι πιστεύουν ότι η λεγόμενη απελευθέρωση της ηλεκτρικής ενέργειας θα φέρει και τη μείωση της τιμής της;
Όχι αυτός είναι άλλος ένας μύθος των διαφόρων κερδοσκόπων, σε όλα αυτά τα χρόνια που στην Ελληνική αγορά έχουν μπει όλο και περισσότεροι ιδιώτες παραγωγοί, η τιμή αντί να μειώνεται όπως θεωρητικά θα έπρεπε, αυξάνεται. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι από το 2002 με βάση την Eurostat, η τιμή του οικιακού ρεύματος προ φόρων έχει διπλασιαστεί. Στην πραγματικότητα δεν μιλάμε απλά για μια αύξηση της τιμής που θα πληρώνει ο καθένας μας, αλλά για τον ηλεκτρισμό ως ένα αγαθό στο οποίο δεν θα έχουν όλοι πρόσβαση. Ας αναλογιστούμε ότι σήμερα, όπου η ΔΕΗ και το κράτος διατηρούν ακόμα ένα ρόλο στην αγορά, το κομμένο ρεύμα είναι πραγματικότητα εκτιμώνται σε 350.000 οι ετήσιες διακοπές ρεύματος. Τα κεριά για ένα μικρό αλλά υπαρκτό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας αποτελούν πλέον μέθοδο φωτισμού. Αν σήμερα αυτή είναι η πραγματικότητα, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι θα γινόταν σε μια αγορά ηλεκτρισμού που αποτελείται από ιδιώτες. Ήδη πολλές οικογένειες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις νέες οικονομικές απαιτήσεις και την ίδια στιγμή ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά προσπαθούν είτε να ενταχθούν σε κάποιο οικονομικό πρόγραμμα της ΔΕΗ είτε να αλλάξουν ριζικά τις μέχρι πρότινος συνήθειές τους. Η ενέργεια και το νερό είναι κοινωνικά αγαθά και ως αγαθά οφείλουμε όλοι να το δούμε. Αυτή η επιχείρηση που έδωσε και εξακολουθεί να δίνει δουλειά σε πολλές Ελληνικές οικογένειες, είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης της χώρας
Φαίνεται δυστυχώς ότι γυρίζουμε πίσω στην Ελλάδα που το να είχε κανείς ρεύμα στο σπίτι του ήταν μία πολυτέλεια που έπρεπε να πληρώσει ακριβά.
Πόσοι και ποιοι είναι διατεθειμένοι να βάλουν πάνω από το εγώ το εμείς;
Πόσοι μπορούν και φυσικά θέλουν να βοηθήσουν τη χώρα να επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης που τόσο ανάγκη τους έχει;
Πόσο αποφασισμένοι είμαστε όλοι μας να φέρουμε πίσω την ελπίδα και το χαμόγελο που κάποιοι μας έχουν κλέψει;
Η απάντηση είναι απλή όταν όλοι οι Έλληνες ενωμένοι χωρίς κομματικές ταμπέλες βάλουμε πάνω από όλα και πάνω από όλους την Ελλάδα τότε και μόνο τότε μπορούμε να δώσουμε στην Ελλάδα την θέση που πραγματικά της ανήκει στη Ευρωπαϊκή και διεθνή σκηνή.
Στόχος όλων μας είναι και θα εξακολουθήσει να είναι η διαφύλαξη της μεγαλύτερης Βιομηχανικής Επιχείρησης της χώρας ώστε να συνεχίζει να προσφέρει, αυτό που προσφέρει σε όλους τους Έλληνες, αλλά και στην Εθνική Οικονομία.
Νίκος Ντίνος Γραμματέας Δημοσίων Σχέσεων Πανελλαδικός Σύλλογος Υπαλλήλων ΔΕΗ. ΠΑΣΥΠ ΔΕΗ.
Μέλος Εκτελεστικής Επιτροπής ΠΑΣΥΠ ΔΕΗ.
Αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολίτικης Δήμου Δάφνης Υμηττού.