Οι προετοιμασίες των Φλωρινιωτών πριν το Πάσχα

Οι προετοιμασίες των Φλωρινιωτών πριν το Πάσχα

 

Το Πάσχα, η μεγάλη αυτή γιορτή της χριστιανοσύνης γιορταζόταν κάποτε με έναν ιδιαίτερο τρόπο, που ήταν κυρίως προετοιμασία πνευματική, αλλά περισσότερο υλική. Εκτός από τα τρόφιμα που έπρεπε να προμηθευτεί μια οικογένεια, που κυρίως ήταν υλικά για τσουρέκια, αυγά για να βαφούν κόκκινα και το αρνί,  ήταν και όλα τα άλλα. Καθάρισμα του σπιτιού και ασβέστωμα κάποιων χώρων και του κρασπέδου του πεζοδρομίου, όλα αυτά σχετικά με τις δουλειές του σπιτιού. Δεν τελείωναν όμως εδώ οι προετοιμασίες. Η ένδυση και η υπόδηση τους ενδιέφερε πολύ, επειδή  τις ημέρες του Πάσχα έπρεπε όλη η οικογένεια να είναι περιποιημένη.

Τότε δεν υπήρχαν έτοιμα ρούχα. Τα ρούχα τους τα έραβαν στους ράφτες και τις μοδίστρες. Ένα μήνα πριν πήγαιναν στα καταστήματα υφασμάτων και διάλεγαν υφάσματα, που ήταν για ανοιξιάτικα ρούχα και καλοκαιρινά. Τότε δεν ψώνιζαν ρούχα συχνά. Το χειμωνιάτικα ρούχα τα έραβαν πριν τα Χριστούγεννα και τα καλοκαιρινά το Πάσχα. Και αφού προμηθεύονταν τα υφάσματα σειρά είχαν οι ράφτες και οι μοδίστρες. Στην δεκαετία του 1960 υπήρχαν πάρα πολλά ραφεία, που στεγάζονταν σε μαγαζιά στο κέντρο της Φλώρινας. Οι μοδίστρες είχαν τα εργαστήρια τους σε κάποιο δωμάτιο του σπιτιού τους.

Οι άνδρες   πήγαιναν στα ραφεία με τα υφάσματα και οι ράφτες τους έπαιρναν μέτρα για τα κουστούμια τους. Τότε το κουστούμι φοριόταν από όλους με λευκό πουκάμισο, γραβάτα και παπούτσια γυαλισμένα.   Μετά από καμιά εβδομάδα πήγαιναν πάλι στα ραφεία για την δεύτερη πρόβα. Το σακάκι ήθελε αρκετές πρόβες για να έχει τέλεια εφαρμογή. Όσο για το παντελόνι τα πράγματα  ήταν πολύ πιο απλά. Μια πρόβα μόνο έφτανε.

Το ίδιο συνέβαινε και με τις γυναίκες, που έραβαν τα ρούχα τους στα μοδιστράδικα. Και αυτές έκαμναν αρκετές πρόβες στα ταγιέρ, τα φορέματα και τα φουστάνια. Αλλά και τα παιδικά ρούχα ράβονταν στις μοδίστρες και στα ραφεία.

Όσο για τα παπούτσια τους, πριν το 1960, όλα ήταν χειροποίητα. Τα έφτιαχναν οι υποδηματοποιοί (τσαγκάρηδες), κατόπιν παραγγελίας. Όσοι ήθελαν να φτιάξουν καινούργια παπούτσια πήγαιναν στους τσαγκάρηδες. Αυτοί έπαιρναν τα μέτρα και έφτιαχναν τα παπούτσια, που ήταν ανδρικά, γυναικεία και παιδικά. Τα παπούτσια που έφτιαχναν πριν το Πάσχα είχαν μια σόλα, σε σχέση με τα χειμωνιάτικα που είχαν διπλή σόλα. Είχαν βέβαια και τα πεταλάκια για να μην φθείρονται οι σόλες. Αργότερα όμως τα έτοιμα παπούτσια, από τις βιοτεχνίες της Θεσσαλονίκης, επικράτησαν στην αγορά, επειδή τα σχέδια τους ήταν πιο μοντέρνα και πιο φιγουράτα.

Και όσο πλησίαζε το Πάσχα οι ετοιμασίες κορυφώνονταν. Το Σάββατο του Λαζάρου γινόταν πολύ μεγάλο παζάρι. Η αγορά γέμιζε από κατοίκους των χωριών, που ψώνιζαν και αυτοί για να γιορτάσουν το Πάσχα. Ρούχα και παπούτσια και τρόφιμα για την μεγάλη εορτή. Οι καταστηματάρχες έτριβαν τα χέρια τους, καθώς τα ταμεία τους γέμιζαν δραχμές. Τα μαγαζιά άδειαζαν από εμπορεύματα τις παραμονές του Πάσχα. Όλοι ψώνιζαν.

Την Κυριακή των Βαΐων οι ναοί της Φλώρινας γέμιζαν ασφυκτικά από καλοντυμένους κύριους, σοβαρές κυρίες και κομψές δεσποινίδες. Μετά την εκκλησία ο Κεντρικός δρόμος ήταν σαν ένα φιγουρίνι, όπου κανείς μπορούσε να θαυμάσει τα καινούργια ρούχα των διερχομένων. Το ίδιο συνέβαινε και στην βραδινή βόλτα.

Τα κουστούμια και τα φορέματα δεν ήταν έτοιμα για όλους. Οι ράφτες και οι μοδίστρες δούλευαν ακατάπαυστα όλη την Μεγάλη Εβδομάδα για να τελειώσουν και τα τελευταία ρούχα πριν την Ανάσταση. Από νωρίς το πρωί οι ράφτες με τους βοηθούς τους έραβαν. Άλλος στην ραπτομηχανή, άλλος με την βελόνα και πιο πέρα κάποιος σιδέρωνε τα τελειωμένα κουστούμια. Ακόμη και στην περιφορά του Επιταφίου δεν σταματούσαν, επειδή δεν προλάβαιναν. Από ευλάβεια όμως άναβαν μερικά κεριά μέσα στο μαγαζί τους, για να δηλώσουν την παρουσία τους στον Επιτάφιο με αυτόν τον τρόπο.

Το Μεγάλο Σάββατο γινόταν επίσης μεγάλο παζάρι. Ήταν το τελευταίο πριν το Πάσχα. Όλοι ψώνιζαν ότι είχε απομείνει. Τα τελευταία ρούχα στα ραφεία και στα μοδιστράδικα παραδίδονταν στους πελάτες. Πριν την Ανάσταση έκλειναν και τα τελευταία ραφεία. Όλα ήταν έτοιμα για την μεγάλη εορτή της χριστιανοσύνης.

Η Ανάσταση τότε γινόταν στην κεντρική πλατεία και ο Δεσπότης ανάμεσα από τα δυο κανόνια έλεγε το «Δεύτε λάβετε φως». Ευχές, αγκαλιές, φιλιά και τσούγκρισμα των κόκκινων αυγών. Και μετά όλοι με αναμμένες τις λαμπάδες έφευγαν για τα σπίτια τους, όπου τους περίμενε η ζεστή μαγειρίτσα.

Την πρώτη ημέρα του Πάσχα έλαμπε η πλατεία και ο Κεντρικός δρόμος από τα καινούργια ρούχα των Φλωρινιωτών. Την δεύτερη ημέρα όλοι στο Άγιο Γεώργιο για την Δεύτερη Ανάσταση και την τρίτη ημέρα στο πανηγύρι του Αγίου Νικολάου. Εκεί χόρευαν με τα καλά τους ρούχα επιδεικνύοντας τις χορευτικές τους ικανότητες και τα καινούργια μοντέρνα ρούχα τους.  Το πανηγύρι αυτό ήταν ένα αστικό πανηγύρι, όπου πήγαιναν οι Φλωρινιώτες για να χορέψουν, να περπατήσουν και να γυρίσουν στα σπίτια τους το μεσημέρι για το γεύμα. Οι κάτοικοι των χωριών έστρωναν τις κουβέρτες τους και γευμάτιζαν στην ύπαιθρο. Με το πανηγύρι της Σκοπιάς, την ημέρα της Ζωοδόχου Πηγής, έκλειναν οι γιορτές του Πάσχα για τους Φλωρινιώτες.

Αυτό ήταν το Πάσχα της Μεσαίας Τάξης της Φλώρινας μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Μετά όλα άλλαξαν και συνεχίζουν να αλλάζουν. Όσο  για τους άπορους Φλωρινιώτες, ποτέ δεν τους ξεχνούσαν.   Η  εκκλησία, το κράτος  και οι σύλλογοι  τους χορηγούσαν τρόφιμα, και η αμερικανική βοήθεια ρουχισμό. Και όταν τις επόμενες δεκαετίες ανέβηκε το βιοτικό επίπεδο των Φλωρινιωτών, το Πάσχα έγινε ακόμη πιο χαρούμενη γιορτή για όλους.

 

 

Δημήτρης Μεκάσης